Data Loading...
8 Απριλίου: Παγκόσμια Ημέρα του Έθνους των Ρομά Flipbook PDF
8 Απριλίου: Παγκόσμια Ημέρα του Έθνους των Ρομά
153 Views
256 Downloads
FLIP PDF 1.15MB
ÔÅÔÁÑÔÇ 9 ÁÐÑÉËÉÏÕ 2014 ΕΤΟΣ 25o • Αρ. Φύλλου 6580 • Τιμή 0,70 €
www.paratiritis-news.gr
8 Απριλίου
Παγκόσµια Ηµέρα του Εθνους των Ροµά
Η 8η Απριλίου αποτελεί µέρα γιορτής για τους τσιγγάνους όλου του κόσµου, µε παρελάσεις, πορείες και συγκεντρώσεις, σε τουλάχιστον 150 πόλεις του κόσµου, εις ανάµνηση του Πρώτου Παγκόσµιου Συνεδρίου τους, που έγινε στο Λονδίνο στις 8 Απριλίου 1971 και έθεσε τις βάσεις για τη διεκδίκηση των δικαιωµάτων τους από τη διεθνή κοινότητα.
Οι Τσιγγάνοι (Ροµά, όπως αυτοαποκαλούνται) είναι ένα έθνος 15.000.000 ψυχών, χωρίς κρατική υπόσταση, µε βαρύ φόρο αίµατος στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και ρατσιστική αντιµετώπιση στα µέρη όπου ζουν.
2 • ÐáñáôçñçôÞò ôçò ÈñÜêçò I ÔåôÜñôç 9 Áðñéëßïõ 2014 ÉäéïêôÞôçò: 2Ê Project Å.Ð.Å.
ÇÌÅÑÇÓÉÁ ÅÖÇÌÅÑÉÄÁ ÔÇÓ ÊÏÌÏÔÇÍÇÓ
www.paratiritis-news.gr
Åêäüôçò: Áíáóôáóßá ÂáöåéÜäç ÓõíôÜêôåò: ÈùìÜò Óôáìïýëçò, Áíáóôáóßá ÂáöåéÜäç ÓõíåñãÜôåò: ÔæÝíç ÊáôóáñÞ - ÂáöåéÜäç, ÈÜíïò ÂáöåéÜäçò, Âáóßëçò ÓôïÜêçò, ÅëÝíç ÓêÜâäç, Íßêïò ÌáëáìÜò, ÍáôÜóá ×ñéóôïðïýëïõ
Äéáöçìßóåéò: Óïößá ÐáéäáñÜêç Õðåýèõíç Ëïãéóôçñßïõ: ¢ííá ÃïõñãïõâÝëç ÄéáíïìÞ: ÁëÞ ÊéáìÞë
[email protected] ÅôÞóéá ÓõíäñïìÞ Éäéùôþí 96€ ×åéñüãñáöá ðïõ äçìïóéåýïíôáé Þ ü÷é, äåí åðéóôñÝöïíôáé. (ÖÅÊ 1056/27-12-91)
ÄÉÅÕÈÕÍÓÇ: ÏÐÉÓÈÅÍ ÏÉÊÉÓÌÏÕ ÇÖÁÉÓÔÏÕ - ÅÍÁÍÔÉ ÐÁÍÅÐÉÓÔÇÌÉÏÕÐÏËÇÓ Ô.Ê. 691 00 ÊÏÌÏÔÇÍÇ Ôçë.: 25310 33474, FAX: 25310 26027 Ôçë. ëïãéóôçñßïõ: 25310 72486 Ôçë. äéáöçìéóôéêïý ÔìÞìáôïò: 25310 31332 ÅðéìÝëåéá ÅíèÝôïõ: ÔæÝíç ÊáôóáñÞ-ÂáöåéÜäç [email protected]
Όρων επεξηγήσεις
Πριν µιλήσεις για τους τσιγγάνους Toυ Σταύρου Θεοδωράκη*
Το σίριαλ
ξεκινά το 1059 µ.Χ., τότε που οι Adsincani, απόγονοι του Μάγου Σίµωνα, εξολόθρευσαν µε φαρµακωµένα κρέατα τα θηρία που τριγυρνούσαν στους κήπους του Κωνσταντίνου του Μονοµάχου. Όµως, παρά τη χαρά που έδωσαν στον Αυτοκράτορα, ο χαρακτηρισµός «Διαβόητοι Κακούργοι» δεν έπαψε να τους συνοδεύει.
Και «γύφτοι» γιατί; Αιγύπτιοι, µήπως; Κι αν ναι, γιατί η γλώσσα τους δεν έχει καµία σχέση µε τη γλώσσα της χώρας του Νείλου; Ο Α.Γ. Πασπάτης, στη µελέτη του «περί των ατσιγγάνων» (1857), υποστηρίζει ότι στη βενετοκρατούµενη εύφορη Μεθώνη, είχαν το δικό τους βασίλειο, την Gyppe, τη Μικρή Αίγυπτο, τη λεγόµενη και Tzingania. Και από εκεί προέκυψε αργότερα το «γύφτος»! Όπως και στην Κέρκυρα, είχαν το δικό τους ανεξάρτητο φέουδο, το Feudum Acinganoram. Από τότε (από τον 12ο αιώνα κιόλας) τους βρίσκουµε σε όλη την Ελλάδα. Κατσίβελοι, Τουρκόγυφτοι, Χαντούρια, Φυτσήρια, Ρουµανόγυφτοι, Λαουτέροι, Γυφτόβλαχοι, Καλαθόγυφτοι, Χαλκιάδες, Ρόµηδες, Ζάπαροι, Καλπαζάνοι, Σλαβόγυφτοι, Καραγιανναίοι… Και «παράλληλα» Χατζήδες, Βιτάλη, Μάγκας, Σουκαίοι, Χαλκιάδες, Νταλαραίοι, Αγγελόπουλος, Μπέκος, Ζέρβας (Λευτέρης και Χρήστος), Καλύβας, Λαµπράκη, Μόσχος, Περράκηδες, Χριστοπούλου, Δηµητρίου, Χριστοδουλόπουλος, Μαυράκη, Τροµαραίοι, Παϊτέρης, Παυλίδης, Βασιλοπουλαίοι, Σαλέας, Χάρος…
Είναι όµως
των Τσιγγάνων η µουσική, ή είναι των γύφτων; Ο Μπρέγκοβιτς και τα χάλκινά του τι είναι; Και στα φανάρια ποιοι είναι; Οι Γύφτοι ή οι Τσιγγάνοι; Να αρχίσουµε λοιπόν από τα απλά. Γύφτοι και Τσιγγάνοι είναι το ίδιο. Οι Έλληνες λένε «άντε, ρε γύφτο» και οι Ισπανοί «άντε, ρε τσιγγάνε». Στην Αθήνα Τσιγγάνους λέµε αυτούς που ζουν σε σπίτια και Γύφτους αυτούς που ζουν σε καταυλισµούς. Στη Βόρεια Ελλάδα, το ανάποδο. Η επίσηµη ευρωπαϊκή τους ονοµασία είναι πια Ροµά και η γλώσσα τους η «ροµανί». Είναι γλώσσα προφορική (τo 10%-20% της ροµανί έχει σήµερα ρίζες ελληνικές) που µας οδηγεί στη βορειοδυτική Ινδία. Στην Ευρώπη ήρθαν το 900 µ.Χ. ως «απόγονοι του Χαµ, του γιου του Νώε». «Οι επιζώντες της βυθισµένης Ατλαντίδος». «Οι σφαγείς των νηπίων της Βηθλεέµ». «Οι σιδερά-
Τους αρνηθήκαμε και την μόρφωση. Δεν μας άρεσαν ούτε τα «σχολεία του δρόμου» που θα «ακολουθούσαν» τους καταυλισμούς. Ούτε δεχτήκαμε να έχουν τα παιδιά των περιπλανώμενων Τσιγγάνων μια «μαθητική ταυτότητα» που θα τους επιτρέπει να παρακολουθούν μαθήματα στους τόπους που δουλεύουν οι γονείς τους. Και σε όσα σχολεία τα «υποχρεώσαμε» να μπουν, η γλώσσα τους -η ρομανί- δεν διδασκόταν ούτε μία ώρα. Οι «καρεκλάδες» και οι «σιδεράδες» χάθηκαν και αυτοί τη δεκαετία του ‘80. Νόμιμες άδειες μικροπωλητών δεν τους δόθηκαν ποτέ. Και τη δεκαετία του ‘90, με την πλημμυρίδα του μεταναστευτικού ρεύματος, χάθηκαν και οι δουλειές στα χωράφια δες που έφτιαξαν τα καρφιά του Ιησού. Καταραµένοι είναι, γι’ αυτό δεν στεριώνουν». Και στην κατάρα πίστεψαν περισσότερο από όλους οι Άγγλοι και αργότερα ο Χίτλερ. Από τον 15ο αιώνα έως τον 17ο, όποιος Τσιγγάνος πιανόταν στην Αγγλία θανατωνόταν. Κρεµάλα για τους άντρες, πνιγµός για τις γυναίκες. Ο Χίτλερ µετά, εξόντωσε 500.000 Τσιγγάνους. Μιλούσαν µια άγνωστη γλώσσα, δεν υπάκουαν στην κεντρική εξουσία, ήταν απείθαρχοι και, το κυριότερο, έρχονταν
από το πουθενά. Ο Τσαουσέσκου υποχρέωνε τις Τσιγγάνες των καραβανιών σε στείρωση. Τα ίδια και στον πόλεµο στη Βοσνία. Τους έσφαζαν «όλοι» γιατί δεν ήταν µε «κανέναν», ούτε Σέρβοι, ούτε Κροάτες, ούτε Ορθόδοξοι, ούτε Καθολικοί, ούτε Μουσουλµάνοι. Για να σωθούν απ’ τις σφαγές και το κυνηγητό ανά τους αιώνες οι Τσιγγάνοι είχαν βρει διάφορα τεχνάσµατα. Τον 14ο αιώνα «κυκλοφορούσαν» µε προσωπική συστατική επιστολή του Πάπα Μαρτίνου V που υποχρέωσε τις Αρχές καθολικών πόλεων να δείχνουν σεβασµό στα καραβάνια του «Δούκα Ανδρέα». Το ότι ο Δούκας δεν είχε βρεθεί ποτέ στο Βατικανό είναι µια ιστορία που έγινε γνωστή πολύ αργότερα. Αιώνες από τότε, οι Τσιγγάνοι δεν έχουν απαρνηθεί τα τεχνάσµατα. «Ψάχνουν» ακόµα τον νονό που θα κοιτάξει συµπονετικά το παιδί τους. Του δίνουν µάλιστα τη χαρά να δώσει (αυτός ο Γκατζέ!) το δικό του όνοµα στο «γυφτάκι». Οι Τσιγγάνοι βέβαια έχουν το δικό τους (τσιγγάνικο) όνοµα από τη στιγµή που θα γεννηθούν.
Τη δεκαετία του ‘80, η ΕΟΚ έδωσε πολλά χρήµατα στην Ελλάδα για να δηµιουργηθούν πρότυποι καταυλισµοί για τους µετακινούµενους Τσιγγάνους. Ήµασταν ακόµα στην εποχή που όταν έφταναν οι Γύφτοι στα χωράφια, οι ντόπιοι έστηναν γλέντια. Καπνά στη Θράκη, βαµβάκι στη Θεσσαλία, πορτοκάλια στην Πελοπόννησο, καρπούζια στην Κρήτη. Οι Δήµοι, όµως, αντί να κάνουν καταυλισµούς έκαναν «δηµοψηφίσµατα». «Τα λεφτά να πάνε στους Γύφτους ή στο σχολείο»... «Να κάνουµε καταυλισµό ή να κάνουµε µια πλατεία;». Παράλληλα, τους αρνηθήκαµε την µόρφωση. Δεν µας άρεσαν ούτε τα «σχολεία του δρόµου» που θα «ακολουθούσαν» τους καταυλισµούς. Ούτε δεχτήκαµε να έχουν τα παιδιά των περιπλανώµενων Τσιγγάνων µια «µαθητική ταυτότητα» που θα τους επιτρέπει να παρακολουθούν µαθήµατα στους τόπους που δουλεύουν οι γονείς τους. Και σε όσα σχολεία τα «υποχρεώσαµε» να µπουν, η γλώσσα τους -η ροµανί- δεν διδασκόταν ούτε µία ώρα. Οι «καρεκλάδες» και οι «σιδεράδες» χάθηκαν και αυτοί τη δεκαετία του ‘80. Νόµιµες άδειες µικροπωλητών δεν τους δόθηκαν ποτέ. Και τη δεκαετία του ‘90, µε την πληµµυρίδα του µεταναστευτικού ρεύµατος, χάθηκαν και οι δουλειές στα χωράφια.
Να αρχίσουμε λοιπόν από τα απλά. Γύφτοι και Τσιγγάνοι είναι το ίδιο. Οι Έλληνες λένε «άντε, ρε γύφτο» και οι Ισπανοί «άντε, ρε τσιγγάνε». Στην Αθήνα Τσιγγάνους λέμε αυτούς που ζουν σε σπίτια και Γύφτους αυτούς που ζουν σε καταυλισμούς. Στη Βόρεια Ελλάδα, το ανάποδο. Η επίσημη ευρωπαϊκή τους ονομασία είναι πια Ρομά και η γλώσσα τους η «ρομανί». Είναι γλώσσα προφορική (τo 10%20% της ρομανί έχει σήμερα ρίζες ελληνικές) που μας οδηγεί στη βορειοδυτική Ινδία. Στην Ευρώπη ήρθαν το 900 μ.Χ. ως «απόγονοι του Χαμ, του γιου του Νώε». «Οι επιζώντες της βυθισμένης Ατλαντίδος». «Οι σφαγείς των νηπίων της Βηθλεέμ». «Οι σιδεράδες που έφτιαξαν τα καρφιά του Ιησού. Καταραμένοι είναι, γι’ αυτό δεν στεριώνουν». Και στην κατάρα πίστεψαν περισσότερο από όλους οι Άγγλοι και αργότερα ο Χίτλερ Τα Ροµά
(οι Τσιγγάνοι και οι Γύφτοι), θα διδαχθούν και θα λιµπίζονται πλέον τη ζωή από την τηλεόραση. Υ.Γ.: Το κείµενο αυτό το έγραψα το 1998, τότε που η Ελλάδα όλη αγωνιούσε για την Ερατώ (την Τσιγγάνα που παράτησε τον Μάρκο στο τσαντίρι για να φύγει µε τον Απόστολο Γκλέτσο). Τώρα όλοι αγωνιούµε για τη µικρή Μαρία (που κάποιοι την είχαν για πούληµα ή, ακόµη χειρότερα, κάποιοι την «επέστρεψαν» γιατί είχε πρόβληµα στα µάτια). Οι Έλληνες που για έναν ολόκληρο µήνα ήταν αντιφασίστες και ράπερ, επιστρέφουµε σε πιο γνωστούς ρόλους. «Τι άλλο να περιµένουµε πια από τους Τσιγγάνους» αναρωτιόταν σε τίτλο δύο σελίδων µεγάλη κυριακάτικη εφηµερίδα. «Τι ψυχή έχουν επιτέλους οι Τσιγγάνοι», ρωτούσε φιλεύσπλαχνος αστέρας της πρωινής τηλεοπτικής ενηµέρωσης. Αντίστοιχα είναι και οι κραυγές του «ξένου», υποτίθεται ψύχραιµου, Τύπου. «Τσιγγάνοι αρπάζουν». «Τσιγγάνοι πουλάνε». Είναι φανερό ότι η «πολιτισµένη» Ευρώπη έχει ένα αρνητικό απωθηµένο µε τους Τσιγγάνους. Η µεγαλύτερη µειονότητα της Ευρώπης δεν έχει ακόµη εξηµερωθεί. Και µόλις ανακαλύπτουµε ένα έγκληµα – ένα µεγάλο έγκληµα όπως φαίνεται να είναι αυτό στον καταυλισµό των Φαρσάλωνεφορµούµε ως ανώτεροι ιεροδικαστές. Όχι τόσο για να «διαλευκάνουµε» το έγκληµα αλλά για να «στιγµατίσουµε» (και να γελοιοποιήσουµε ταυτόχρονα) το «διαφορετικό». Πηγή: www.protagon.gr *Ο Σταύρος Θεοδωράκης είναι δηµοσιογράφος και πολιτικός.
ÐáñáôçñçôÞò ôçò ÈñÜêçò I ÔåôÜñôç 9 Áðñéëßïõ 2014 • 3
Εθών αναλύσεις Τσιγγάνοι ή γύφτοι;
Κατοικώ σε µια λαϊκή συνοικία της Αθήνας. Μια «κανονική» γειτονιά, µε ανθρώπους του µεροκάµατου, µισθωτούς, οικογένειες, µε τα µαγαζάκια της και όλα τα χρειαζούµενα. Μετανάστες δεν κατοικούν στη γειτονιά µου, στους δρόµους βλέπω µόνο κάποιους µε τα καρότσια που συλλέγουν διάφορα από τους κάδους, κυρίως µέταλλα, και ανακυκλώσιµα. Στη γειτονιά µου έχουµε Τσιγγάνους. Μέχρι πέρυσι υπήρχε σε κοντινή απόσταση ένας αυτοσχέδιος καταυλισµός, σε καταπατηµένο οικόπεδο. Ο µαχαλάς αυτός ήταν σαν κατοικηµένος σκουπιδότοπος. Κάποια στιγµή τα συνεργεία του Δήµου Αθηναίων τον ξήλωσαν και καθάρισαν το οικόπεδο τελείως. Οι Τσιγγάνοι έφυγαν, κάποιοι έπιασαν παλιά σπίτια και παρέµειναν, µια οικογένεια από αυτούς µένει ακριβώς απέναντί µου.
Κουρτίνες δεν έχουν στα παράθυρα και τις µπαλκονόπορτες, και τα δωµάτιά τους
Πέρα από τη φυλή και τα «καταπιεστικά» συστήματα, υπάρχει και ο χαρακτήρας του ανθρώπου και η αγωγή του και οι επιλογές του στη ζωή. Και αυτά μετράνε περισσότερο από τις όποιες φυλές. Και ο περιθωριακός δεν είναι κανένας επαναστάτης. Ούτε και το να πετάς σκουπίδια και να είσαι σκυλοβρωμιάρης είναι αντισυμβατική συμπεριφορά. Όταν όλα είναι εναντίον σου, οφείλεις να είσαι αξιοπρεπής, περισσότερο από ποτέ. Να τελειώνουμε, λοιπόν, με τα ανόητα ελαφρυντικά. Και τις γενικεύσεις
φαίνονται σχεδόν συνέχεια. Κοιµούνται στο πάτωµα σε χαλιά. Δεν έχουν έπιπλα, παρά µόνο µια τηλεόραση. Για τα µωρά τους έχουν αυτοσχέδιες κούνιες, σαν αιώρες, µε σπάγκους στερεωµένους στον τοίχο και ένα κιλιµάκι ανάµεσα, όπου λικνίζεται το µωρό.
Πίσω από το τετράγωνο κατοικεί άλλη µια οικογένεια. Από τότε που έκανα το διαφηµιστικό και υποδύθηκα τον «Κίτσο», µε µάθανε και µε χαιρετάνε όποτε περνάω. Τους βλέπω που κάθονται οκλαδόν στο πεζοδρόµιο, και ενίοτε πίνουνε δεκάδες µπύρες, σωριάζοντας τα κουτάκια δίπλα τους. Ένα βράδυ κάποιος γηραιός πατέρας µαχαίρωσε τον γιο του, εκείνος τον κυνήγησε στα στενά και τον έσπασε στο ξύλο και γυµνόστηθο τον θυµάµαι, τον γιο, να επιστρέφει σπίτι του, µε το αίµα να τρέχει από την κοιλιά του.
Δεν έχω κανένα πρόβληµα µε όλα αυτά, εξαιρουµένου του µαχαιρώµατος, το µόνο µου πρόβληµα είναι το εξής: οι Τσιγγάνοι της γειτονιάς µου αρνούνται συστηµατικά να ρίχνουν τα σκουπίδια τους µέσα στους κάδους. Τα παρατάνε όπως-όπως απέξω, µε ανοιχτές σακούλες, οι γάτες τις σκαλίζουν και δηµιουργείται ένας σκουπιδότοπος κάθε τρεις και λίγο. Την περασµένη Κυριακή, αφήσανε ένα σωρό σαβούρες, και τα µικρά τους παιδιά παίζανε κι αυτά στα σκουπίδια, µια σκηνή βγαλµένη λες από το Slumdog millionaire. Ενίοτε αφήνουν τεράστιες σκουπιδοσακούλες µε γαρύφαλλα, περισσευούµενα από κέντρα, ποιος ξέρει, και µετατρέπεται η γωνία σε πίστα µε πατηµένα λουλούδια. Μια φιλότιµη οδοκαθαρίστρια τα µάζευε το άλλο πρωί, της πιάνω κουβέντα: Όπου κατοικούν Τσιγγάνοι συµβαίνει ακριβώς το ίδιο. Και δεν παίρνουν από λόγια, συνέχεια δηµιουργούν αυτό το πρόβληµα.
Διάβασα
για την υπόθεση του µικρού κοριτσιού. Η κοινωνία µας έχει την τάση να γενικεύει. Αµέσως σχεδόν υπερασπιστικά κάτι «ευαισθητοποιηµένα» άρθρα για την καταπίεση των Ροµά στην Ελλάδα και ότι εκεί οφείλεται η περιθωριοποίησή τους, κ.λπ., κ.λπ. Τηλεφωνώ στον αγαπητό µου Σαράντη Σαλέα, επίσης Ροµά στην καταγωγή: -Σαράντη µου, µία είναι η φυλή των Ροµά στην Ελλάδα;
Του Νίκου Ορφανού*
-
Δεν αναγκάζει κανένα σύστημα και περιθωριοποίηση κάποιον να γίνει απαγωγέας παιδιών ή μικροκλέφτης. Καμία κοινωνική αδικία δεν κάνει κάποιον να φέρεται σα βρωμιάρης, αγνοώντας τις κοινωνικές συνθήκες της ανθρώπινης συμβίωσης. Επίσης, οι Τσιγγάνοι που ψάχνουν και μαζεύουν σκουπίδια δεν το κάνουν γιατί δε βρίσκουν δουλειά, αλλά από την ιδιόρρυθμη «ανεξαρτησία» που τους δίνει μια τέτοια ασχολία. Και βεβαίως το περιθώριο, είναι και επιλογή. Και ενίοτε, και κάποιοι «εναλλακτικοί» καλλιτέχναι, το πουλάνε κανονικότατα και το παίζουν «κάποιοι» πλασάροντας αντισυμβατικότητα προκειμένου να δικαιολογούν τη δική τους αδυναμία συνεννόησης με την κοινωνία γύρω τους
Όχι, υπάρχουνε πολλές, άλλες από Ινδία, από Τουρκία, από Πακιστάν. -Γιατί κάποιοι ζουν νοµαδικά και κάποιοι άλλοι όχι; -Είναι επιλογή τους. Πολλοί από µας ζούµε όπως οι περισσότεροι Έλληνες. Εργαζόµαστε, πάµε τα παιδιά µας στα σχολεία. Κάποιοι δεν τα στέλνουν ή αρνούνται να ενταχθούν. -Αυτή η τάση για παραβατικότητα που έχουν πολλοί, ή ας πούµε για ρύπανση,
ή που ζούνε σε πρόχειρους µαχαλάδες, πού οφείλεται; Σε κάποια καταπίεση ή κοινωνική περιθωριοποίηση; -Όχι, είναι επιλογή τους. Δεν τους αναγκάζει κανείς να ζουν σε παραπήγµατα ή σε άθλιες συνθήκες υγιεινής. -Έχω την εντύπωση ότι ακόµη και αυτό µε τη ρύπανση, είναι θέµα του χαρακτήρα µεµονωµένης µερίδας, συµφωνείς; -Απολύτως. Κλείσαµε το τηλέφωνο. Οι υποψίες µου επιβεβαιώθηκαν. Δεν αναγκάζει κανένα σύστηµα και περιθωριοποίηση κάποιον να γίνει απαγωγέας παιδιών ή µικροκλέφτης. Καµία κοινωνική αδικία δεν κάνει κάποιον να φέρεται σα βρωµιάρης, αγνοώντας τις κοινωνικές συνθήκες της ανθρώπινης συµβίωσης. Επίσης, οι Τσιγγάνοι που ψάχνουν και µαζεύουν σκουπίδια δεν το κάνουν γιατί δε βρίσκουν δουλειά, αλλά από την ιδιόρρυθµη «ανεξαρτησία» που τους δίνει µια τέτοια ασχολία. Και βεβαίως το περιθώριο, είναι και επιλογή. Και ενίοτε, και κάποιοι «εναλλακτικοί» καλλιτέχναι, το πουλάνε κανονικότατα και το παίζουν «κάποιοι» πλασάροντας αντισυµβατικότητα προκειµένου να δικαιολογούν τη δική τους αδυναµία συνεννόησης µε την κοινωνία γύρω τους. Υπάρχουν Τσιγγάνοι και Ροµά, και υπάρχουν και γύφτοι (µε την κακή έννοια) Τσιγγάνοι και Ροµά. Όπως υπάρχουν και Έλληνες γύφτοι και γύφτουλες, που κάνουν γυφτιές και είναι λίγδηδες στη συµπεριφορά. Πέρα από τη φυλή και τα «καταπιεστικά» συστήµατα, υπάρχει και ο χαρακτήρας του ανθρώπου και η αγωγή του και οι επιλογές του στη ζωή. Και αυτά µετράνε περισσότερο από τις όποιες φυλές. Και ο περιθωριακός δεν είναι κανένας επαναστάτης. Ούτε και το να πετάς σκουπίδια και να είσαι σκυλοβρωµιάρης είναι αντισυµβατική συµπεριφορά. Όταν όλα είναι εναντίον σου, οφείλεις να είσαι αξιοπρεπής, περισσότερο από ποτέ. Να τελειώνουµε, λοιπόν, µε τα ανόητα ελαφρυντικά. Και τις γενικεύσεις. Σαράντη µου, σε ευχαριστώ. Πηγή: www.protagon.gr *Ο Νίκος Ορφανός είναι ηθοποιός και πολιτικός.
4 • ÐáñáôçñçôÞò ôçò ÈñÜêçò I ÔåôÜñôç 9 Áðñéëßïõ 2014
Κοινωνιών στάσεις Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος στιγµατισµού
Της Ελένης Τσετσέκου*
Οι Τσιγγάνοι πουλάνε Οι Τσιγγάνοι, λοιπόν, «πουλάνε»... όχι µόνο παιδιά, διότι αυτό ούτως ή άλλως για τις διωκτικές αρχές, για τους πολιτικούς, για τους δηµοσιογράφους, για την κοινή γνώµη, είναι δεδοµένο. «Πουλάνε» στα διεθνή και ελληνικά ΜΜΕ, «πουλάνε» ως προσφιλές θέµα πολιτικών προς άγραν ψήφων, «πουλάνε» ως ακράδαντη επιχειρηµατολογία ρατσιστικών θεωριών φασιστικών, ναζιστικών και λαϊκιστικών κοµµάτων. Οι Τσιγγάνοι πάντα «πουλάγανε»: το φολκλόρ τους, η µουσική τους, τα ρούχα τους, η µποέµ και νοµαδική ζωή τους... Είναι ένα εύκολο θέµα προς οικειοποίηση. Η ζωή τους γοήτευσε φωτογράφους, σκηνοθέτες, ποιητές, συγγραφείς. Η µιζέρια τους περιφέρθηκε σε εκθέσεις, συνέδρια, εκθέσεις. Μια απίστευτη επιχείρηση φιλανθρωπίας στήθηκε από ΜΚΟ, Διεθνείς Οργανισµούς, Κυβερνήσεις διότι έτσι ήταν το πολιτικά ορθό.
Συνάντησα κοινότητες που ζουν από τη φιλανθρωπία της πλειοψηφίας διότι τα κράτη στα οποία ζουν δεν τους αντιμετώπισαν ποτέ ως ισότιμους πολίτες, δεν τους αναγνώριζαν καν ως πολίτες και ας είχαν δώσει και τη ζωή τους για αυτά. Συνάντησα κοινότητες που εκτός από την τσιγγάνικη κουλτούρα έχουν μια άλλη κουλτούρα, αυτήν της φτώχειας, που δεν στέλνει τα παιδιά σχολείο και παντρεύει τα κορίτσια της στα 14, όπως ακριβώς έκαναν οι προ παππούδες Ευρωπαίοι των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων
Το καθεστώς θυµατοποίησης Βέβαια, έχοντας ταξιδέψει και συναντήσει τις κοινότητες των Ροµά σε όλα τα κράτη µέλη του Συµβουλίου της Ευρώπης, 47 τον αριθµό, µπορώ ταπεινά να καταθέσω µια άλλη πραγµατικότητα. Συνάντησα Τσιγγάνους περήφανους για τον πολιτισµό τους, τη γλώσσα τους, τα έθιµά τους, τις παραδόσεις τους. Συνάντησα πανεπιστηµιακούς, λογοτέχνες, σκληρά εργαζόµενους επαγγελµατίες, φοιτητές, σχολιαρόπαιδα, δασκάλους, γιατρούς, δικηγόρους Ροµά. Συνάντησα τσιγγάνες βουλευτίνες στο Ευρωκοινοβούλιο,
Οι Τσιγγάνοι «πουλάνε» γιατί όλοι έχουν άποψη για τους Τσιγγάνους, γνωρίζουν την ιστορία τους, τον πολιτισµό τους, τους εσωτερικούς κανόνες τους, την καθηµερινότητά τους στο περιθώριο των κοινωνιών µας, διότι µην ξεχνάµε αυτοί το «επέλεξαν». «Επέλεξαν» την περιπλάνηση και τον διωγµό όταν έφυγαν από τον τόπο τους, τη βόρεια Ινδία, χίλια χρόνια πριν, «επέλεξαν» τη σκλαβιά και αγοραπωλησία τους σε µοναστήρια της Βλαχίας και της Μολδαβίας τον 16ο αιώνα, «επέλεξαν» τον εγκλεισµό τους την ίδια περίπου εποχή σε ειδικά για «απροσάρµοστους» στρατόπεδα στην Ισπανία, «επέλεξαν» την εξόντωσή τους από τη Γερµανία των Ναζί, πιο πρόσφατα τα πογκρόµ στη Ρουµανία και την Ουγγαρία, την αναγκαστική στείρωση τη δεκαετία του ‘70 στη Σουηδία, Φιλανδία, Νορβηγία και µέχρι πρόσφατα στη Σλοβακία, «επέλεξαν» την τοποθέτηση των υγιών παιδιών τους σε σχολεία για άτοµα µε ειδικές ανάγκες στις µέρες µας στην Τσεχία... Δεν έχει τέλος ο κατάλογος των παραβιάσεων των ανθρωπίνων τους δικαιωµάτων. Οι καλά γνωρίζοντες την κοινότητα των Ροµά ή Τσιγγάνων - ένα δικαίωµα τους έµεινε και αυτός είναι ο αυτοπροσδιορισµός - διατείνονται ότι τα 12 εκατοµµύρια Τσιγγάνων της Ευρώπης, των οποίων ο µέσος όρος ζωής είναι 10 χρόνια λιγότερα από αυτόν των µη Τσιγγάνων, επέλεξαν όλα τα παραπάνω, συν τη φτώχια και τον αποκλεισµό. Το έχουν στο αίµα τους, όπως κάποτε διάβασα σε ένα άρθρο έγκριτης εφηµερίδας.
Ιδιωτικές υιοθεσίες παιδιών Στην Ελλάδα των ιδιωτικών υιοθεσιών, µοναδική χώρα στην Ευρώπη και από τις λίγες στον κόσµο που επιτρέπει αυτό το «φιλανθρωπικό» σύστηµα υιοθεσίας, φανταστείτε πόσοι λευκοί γονείς µεγαλώνουν παιδιά µε τσιγγάνικο αίµα. Διότι όλοι γνωρίζουν την εµποροπανήγυρη των ιδιωτικών υιοθεσιών και τον τρελό χορό που έχουν στήσει ιδιωτικές κλινικές µε φιλάνθρωπους γυναικολόγους, συµβολαιογράφους, δικηγόρους και ελληνίδες, αλβανίδες και βουλγάρες τσιγγάνες που πουλούν τον καρπό της κοιλίας τους σε άκληρα ζευγάρια ή, τέλος πάντων, σε οποιονδήποτε θέλει να αποκτήσει ένα παιδί µε ένα εύκολο τρόπο. Παρεµπιπτόντως η Ελλάδα δεν έχει επικυρώσει τη Σύµβαση του Συµβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέµηση της Εµπορίας Ανθρώπων και συνεπώς δεν συµµετέχει στην επιτροπή εµπειρογνώµων, όργανο έλεγχου της εφαρµογής της Σύµβασης. Και ήρθε η επικαιρότητα του Οκτώβρη και επιβεβαίωσε αυτό που οι λευκές κοινωνίες µας γνώριζαν εδώ και αιώνες από τα παραµύθια της γιαγιάς και τις απειλές της µαµάς: οι Τσιγγάνοι όντως κλέβουν παιδιά και αυτή η βεβαιότητα δικαιολογεί τις επιδροµές της αστυνοµίας στους τσιγγάνικους καταυ-
Η Ευρώπη ταλανίζεται από 12 εκατομμύρια πρωτόγονων και παραβατικών Τσιγγάνων. 65% των Γάλλων που ερωτήθηκαν είπαν ότι η Κοσοβάρα Τσιγγάνα πρέπει να πάει από εκεί που ήρθε, 80% των Ισπανών μη Τσιγγάνων θεωρεί ότι οι Τσιγγάνοι είναι από φύσει παραβατικοί και 75% των Τσέχων δεν θα ήθελαν να τους έχουν για γείτονες. Τέλος, στην Ελλάδα όλοι ξέρουν ότι οι Τσιγγάνοι όταν δεν κλέβουν παιδιά, κλέβουν ρεύμα για τις παράγκες τους ή χαλκό για μεταποίηση από εταιρείες μη Τσιγγάνων που παραδόξως οι διωκτικές αρχές ποτέ δεν ενόχλησαν λισµούς ανά την Ευρώπη, διότι τώρα είναι σχεδόν βέβαιο ότι και η µικρή Μάντυ κάπου εκεί βρίσκεται…
Επιβολή Οµαδικής Τιµωρίας Η Ευρώπη ταλανίζεται από 12 εκατοµµύρια πρωτόγονων και παραβατικών Τσιγγάνων. 65% των Γάλλων που ερωτήθηκαν είπαν ότι η Κοσοβάρα Τσιγγάνα πρέπει να πάει από εκεί που ήρθε, 80% των Ισπανών µη Τσιγγάνων θεωρεί ότι οι Τσιγγάνοι είναι από φύσει παραβατικοί και 75% των Τσέχων δεν θα ήθελαν να τους έχουν για γείτονες. Τέλος, στην Ελλάδα όλοι ξέρουν ότι οι Τσιγγάνοι όταν δεν κλέβουν παιδιά, κλέβουν ρεύµα για τις παράγκες τους ή χαλκό για µεταποίηση από εταιρείες µη Τσιγγάνων που παραδόξως οι διωκτικές αρχές ποτέ δεν ενόχλησαν. Να καθησυχαστούµε, τα στερεότυπα για τους Ροµά επαναλαµβάνονται µε τον ίδιο µονότονο τρόπο, αιώνες τώρα, ο αντιτσιγγανισµός είναι τόσο βαθιά ριζωµένος στην κουλτούρα µας, στο λεξιλόγιό µας, στην καθηµερινότητά µας που δεν κάνουµε τον κόπο ούτε να τον κρύψουµε. Κανείς δεν σοκάρεται, και οι Τσιγγάνοι οι ίδιοι σιωπούν. Γιατί έχουν συνηθίσει τον στιγµατισµό. Στην Γαλλία, το 2000, ένα ολόκληρο καρτιέ Τσιγγάνων εξαφανίστηκε διότι κάποια µέλη της ήταν ύποπτα για εγκληµατικές ενέργειες. Τους επιβλήθηκε Οµαδική Τιµωρία (collective punishment), ένα µέλος της κοινότητας παραβατεί, όλοι πρέπει να την πληρώσουν, όλοι θα στιγµατιστούν, και δεν έχουν δικαίωµα υπεράσπισης. Σε ποια άλλη κοινωνική οµάδα η πολιτισµένη Ευρώπη επιβάλλει Οµαδική Τιµωρία;
δηµάρχους, δηµοτικούς συµβούλους, στελέχη υπουργείων, ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωµάτων να χειρίζονται µε απίστευτη ευκολία τη γλώσσα της χώρας τους, τα ροµανί και τα αγγλικά και να έχουν προ πολλού ξεπεράσει το καθεστώς της θυµατοποίησης (victimaziation) και διεκδικούν. Συνάντησα Ροµά γονείς που επιθυµούσαν να στείλουν το παιδί τους σε ένα κανονικό σχολείο αλλά οι λευκοί γονείς τού απαγόρευαν την είσοδο µέχρι να συνοδευτεί από την αστυνοµία. Συνέβη στην Ευρώπη του 2000 και όχι στην Αµερική της Κου Κλουξ Κλαν. Ο αγώνας των Ροµά για κοινωνική δικαιοσύνη
Να καθησυχαστούμε, τα στερεότυπα για τους Ρομά επαναλαμβάνονται με τον ίδιο μονότονο τρόπο, αιώνες τώρα, ο αντιτσιγγανισμός είναι τόσο βαθιά ριζωμένος στην κουλτούρα μας, στο λεξιλόγιό μας, στην καθημερινότητά μας που δεν κάνουμε τον κόπο ούτε να τον κρύψουμε. Κανείς δεν σοκάρεται, και οι Τσιγγάνοι οι ίδιοι σιωπούν. Γιατί έχουν συνηθίσει τον στιγματισμό
ÐáñáôçñçôÞò ôçò ÈñÜêçò I ÔåôÜñôç 9 Áðñéëßïõ 2014 • 5
Κοινωνιών στάσεις µοιάζει µε το Κίνηµα Πολιτικών Δικαιωµάτων της µαύρης κοινότητας της Αµερικής. Συνάντησα Ροµά διαµεσολαβητές, γυναίκες και άντρες, πάνω από χίλιους τον αριθµό, 74 στην Ελλάδα, να εργάζονται σε δύσκολες συνθήκες συχνά εθελοντικά για να χτίσουν γέφυρες µεταξύ των κοινοτήτων τους, των διοικήσεων και τοπικών κοινωνιών. Πολλές κυβερνήσεις έχουν αναγνωρίσει τη σηµασία του ρόλου τους, άλλες όχι, η Ελλάδα είναι µια από αυτές. Ρόλος τους να ενηµερώσουν, ευαισθητοποιήσουν για ζητήµατα που είναι πρώτιστης σηµασίας, όπως αυτό της εµπορίας ανθρώπων, των γάµων παιδιών, της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, των δικαιωµάτων και υποχρεώσεων και γνωρίζουν όσο κανείς άλλος την αρχή της ορθής και ανα-
Συνάντησα Ρομά διαμεσολαβητές, γυναίκες και άντρες, πάνω από χίλιους τον αριθμό, 74 στην Ελλάδα, να εργάζονται σε δύσκολες συνθήκες συχνά εθελοντικά για να χτίσουν γέφυρες μεταξύ των κοινοτήτων τους, των διοικήσεων και τοπικών κοινωνιών. Πολλές κυβερνήσεις έχουν αναγνωρίσει τη σημασία του ρόλου τους, άλλες όχι, η Ελλάδα είναι μια από αυτές. Ρόλος τους να ενημερώσουν, ευαισθητοποιήσουν για ζητήματα που είναι πρώτιστης σημασίας, όπως αυτό της εμπορίας ανθρώπων, των γάμων παιδιών, της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και γνωρίζουν όσο κανείς άλλος την αρχή της ορθής και αναγκαίας εφαρμογής του νόμου καθώς και την ευθύνη της κοινότητας
γκαίας εφαρµογής του νόµου καθώς και την ευθύνη της κοινότητας. Συνάντησα τέλος κοινότητες που ζουν από τη φιλανθρωπία της πλειοψηφίας διότι τα κράτη στα οποία ζουν δεν τους αντιµετώπισαν ποτέ ως ισότιµους πολίτες, δεν τους αναγνώριζαν καν ως πολίτες και ας είχαν δώσει και τη ζωή τους για αυτά. Συνάντησα κοινότητες που εκτός από την τσιγγάνικη κουλτούρα έχουν µια άλλη κουλτούρα, αυτήν της φτώχειας, που δεν στέλνει τα παιδιά σχολείο και παντρεύει τα κορίτσια της στα 14, όπως ακριβώς έκαναν οι προ παππούδες Ευρωπαίοι των χαµηλών κοινωνικών στρωµάτων. Επισκέφτηκα γκέτο στη Λιθουανία και τη Ρουµανία που η πλειοψηφία των γυναικών είναι στη φυλακή αντί για τους άντρες τους και τα παιδιά µεγαλώνουν µόνα τους. Γνώρισα κοινότητες που η ανέχεια τις σπρώχνει σε τεχνάσµατα επιβίωσης όχι απαραίτητα νόµιµα, όπου οι προσλαµβάνουσες παραστάσεις των θεσµών και του Δικαίου δεν είναι ίδιες µε αυτές των ενταγµένων πολιτών. Τέλος, γνώρισα και Ροµά που κρύβουν επιµελώς την ταυτότητά τους όχι γιατί ντρέπονται αλλά γιατί είναι και αυτό ένα τέχνασµα επιβίωσης. Είναι και αυτοί ανάµεσα στους 12 εκατοµµύρια Ροµά Ευρωπαίων πολιτών που αρνούνται σήµερα την Οµαδική Τιµωρία, τον στιγµατισµό, αρνούνται να θυσιαστούν στον βωµό της άγνοιάς µας, και του απροκάλυπτου ρατσισµού και αντιτσιγγανισµού µας. Πηγή: www.protagon.gr *Η Ελένη Τσετσέκου είναι υπεύθυνη για θέµατα Ροµά στο Συµβούλιο της Ευρώπης.
Ροµά, της Ελλάδας παιδιά Του Νiko Ago
Μου πήρε
λίγο χρόνο µέχρι να το πιστέψω, όταν διάβασα την είδηση που θα διαβάσετε πιο κάτω. Και όµως, στην Ελλάδα που νοµίζεις ότι οι µέρες ανταγωνίζονται η µία την άλλη ποια θα «γεννήσει» την πιο δυσοίωνη είδηση, συµβαίνουν και τέτοια. Να εκπροσωπούν τη χώρα στις ΗΠΑ, παιδιά Ροµά! Το θαυµαστικό, δεν µπαίνει (µόνο) επειδή κατάφεραν οι µικροί Ροµά από τον Δενδροπόταµο, να εκπροσωπήσουν την Ελλάδα, αλλά επειδή τα κατάφεραν. Είτε την Ελλάδα εκπροσωπούσαν, είτε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, το µέγεθος της επιτυχίας θα ήταν ίδιο. Όπως σχεδόν ίδιες είναι οι διακρίσεις εις βάρος τους, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
Η συνάδελφος
Αλεξάνδρα Γούτα, που έκανε το ρεπορτάζ για το ΑΠΕ - ΜΠΕ, από το οποίο και µάθαµε την ιστορία, έγραψε ότι «η αρχική ιδέα των παιδιών από τον Δενδροπόταµο Θεσσαλονίκης, ήταν να δηµιουργήσουν ένα ροµπότ, το οποίο θα γεφυρώνει ρήγµατα από σεισµούς, απλώνοντας βραχίονες στις δύο άκρες του χάσµατος». Μέλη της οµάδας “FAR.GO.Bots”, ηλικίας δέκα έως δεκαπέντε ετών, υπό την προσοχή και καθοδήγηση του πατέρα Αθηναγόρα, που ουσιαστικά είναι ο «µέντοράς» τους, θα ταξιδέψουν στο Σεντ Λούις των ΗΠΑ αυτές τις ηµέρες. Εκεί θα συµµετάσχουν στο παγκόσµιο φεστιβάλ LEGO (LEGO World Festival). Στα πλαίσια του διαγωνισµού της Θεσσαλονίκης, η οµάδα έλαβε τη διάκριση της «έµπνευσης», στις βασικές αξίες της διοργάνωσης, λόγω της πρωτοτυπίας της κατασκευής της, και τράβηξε την προσοχή του κοινωφελούς Ιδρύµατος LEGO (LEGO Foundation). «Πιθανότατα, όταν ξεκίνησαν να συναρµολογούν -και να προγραµµατίζουν τα ίδια!- το ροµπότ τους για τον διαγωνισµό παγκόσµιας ακτινοβολίας First Lego League (FLL), που πραγµατοποιήθηκε πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη, δεν µπορούσαν να φανταστούν ότι η κατασκευή τους δεν θα γεφύρωνε µόνο ρήγµατα, αλλά -τρόπον τινά- και την ...απόσταση Ελλάδας- Ηνωµένων Πολιτειών!» έγραψε η συνάδελφος και ποιος αλήθεια θα δια-
«Πριν από δέκα χρόνια, λέει ο πατέρας Αθηναγόρας, που είναι καθοδηγητής και μέντοράς τους, πολλά παιδιά από την περιοχή, από το γκέτο του Δενδροποτάμου, δεν πήγαιναν ούτε στο δημοτικό σχολείο [...] Και τώρα έχουμε δέκα μικρούς Ρομά επιστήμονες. Η μεγαλύτερη ανταμοιβή είναι να βλέπεις να προοδεύουν παιδιά, που το μέλλον τους θα ήταν η συνέχεια της ιστορίας της περιοχής. Εδώ είμαστε πάνω από 200 εθελοντές και είναι μεγάλη χαρά να βλέπουμε ότι αυτό που κάνουμε πιάνει τόπο. Αυτό που συνέβη, πολλοί δεν μπορούν να το πιστέψουν. Και κάποιοι εδώ στον Δενδροπόταμο, που σκέφτονταν απλοϊκά ότι οι τσιγγάνοι δεν πηγαίνουν ούτε σχολείο, βλέπουν τώρα ότι ο τσιγγάνος όχι απλά πηγαίνει σχολείο, αλλά πηγαίνει και στην Αμερική!» φωνούσε µαζί της.
«Πριν από δέκα
χρόνια, λέει ο πατέρας Αθηναγόρας, που είναι καθοδηγητής και µέντοράς τους, πολλά παιδιά από την περιοχή, από το γκέτο του Δενδροποτάµου, δεν πήγαιναν ούτε στο δηµοτικό σχολείο [...] Και τώρα έχουµε δέκα µικρούς Ροµά επιστήµονες. Η µεγαλύτερη ανταµοιβή είναι να βλέπεις να προοδεύουν παιδιά, που το µέλλον τους θα ήταν η συνέχεια της ιστορίας της περιοχής. Εδώ είµαστε πάνω από 200 εθελοντές και είναι µεγάλη χαρά να βλέπουµε ότι αυτό που κάνουµε πιάνει τόπο. Αυτό που συνέβη, πολλοί δεν µπορούν να το πιστέψουν. Και κάποιοι εδώ στον Δενδροπόταµο, που σκέφτονταν απλοϊκά ότι οι τσιγγάνοι δεν πηγαίνουν ούτε σχολείο, βλέπουν τώρα ότι ο τσιγγάνος όχι απλά πηγαίνει σχολείο, αλλά πηγαίνει και στην Αµερική!».
Όλα άρχισαν όταν το Ίδρυµα Lego, πρόσεξε την ιδιορρυθµία της περιοχής του Δενδροποτάµου και είδε τις προσπάθειες των παιδιών. Ο Κώστας Βασιλείου, από το “EDU - ACT”, ένα µη κερδοσκοπικό σωµατείο που διοργάνωσε τον διαγωνισµό στη Θεσσαλονίκη, εξηγεί ότι
«το Ίδρυµα LEGO, το οποίο ασχολείται µε την προώθηση της εκπαίδευσης σε περιοχές του κόσµου που θεωρούνται «δύσκολες», άνοιξε µια θέση για τη συµµετοχή της οµάδας «FAR.GO.Bots» στο Παγκόσµιο Φεστιβάλ του Σεντ Λούις. Το Φεστιβάλ αυτό περιλαµβάνει όλες τις διοργανώσεις των διαγωνισµών FLL, δηλαδή αυτές που απευθύνονται σε παιδιά έξι έως εννέα και εννέα έως 16 ετών, σε εφήβους 16-18 και σε νέους µέχρι 25 ετών».
Τα παιδιά
θα φιλοξενηθούν στις ΗΠΑ, σε οικογένειες Ελλήνων οµογενών. Υπόκλιση, λοιπόν, στα παιδιά αλλά και σε αυτούς που δούλεψαν µαζί τους για να διακριθούν. Υπόκλιση και σε αυτούς που δουλεύουν καθηµερινά και τα βοηθούν να ενσωµατωθούν. Να ενσωµατωθούν σε µια κοινωνία που, αν και δικά της, τα περιφρονεί. Τα θεωρεί κατώτερα από «τα δικά µας», ξεχνώντας ότι δικά µας είναι όλα τα παιδιά. Και µια µεγάλη υπόκλιση σε αυτούς τους Έλληνες που θα ανοίξουν τα σπίτια τους να τα φιλοξενήσουν. Το να εκπροσωπούν την Ελλάδα παιδιά Ροµά, είναι µια µικρή «εκδίκηση». Της θέλησης απέναντι στον αποκλεισµό.
6 • ÐáñáôçñçôÞò ôçò ÈñÜêçò I ÔåôÜñôç 9 Áðñéëßïõ 2014
Στη γλώσσα και τα γράµµατα Τσιγγάνοι και όχι γύφτοι από τον Βαλαωρίτη και έως τον Λουντέµη
Του Νίκου Σαραντάκου*
που την έσωσε το ελληνικό κράτος.
Σύµφωνα
Το σηµερινό άρθρο, κατ’ εξαίρεση, είναι κατά κάποιο τρόπο συνέχεια παλαιοτέρου. Συνήθως δεν το κάνω αυτό: όταν έχω οµοειδή άρθρα φροντίζω να περνάει λίγος καιρός ανάµεσά τους. Γράφοντας όµως το προχτεσινό άρθρο κατάλαβα ότι θα παραβάραινε αν, πλάι στη λέξη «τσιγγάνος» ερευνούσα και τη λ. «γύφτος», κι έτσι αποφάσισα να το χωρίσω στα δύο. Μάλιστα, θα τα έβαζα και σε συνεχόµενες µέρες, αλλά επειδή µεσολάβησε η παρουσίαση του βιβλίου µου «Οπωροφόρες λέξεις» είπα να ευλογήσω τα γένια µου κι έτσι χτες παρενέβαλα ένα άρθρο σχετικό µε οπωρικά. Σήµερα λοιπόν, θα δούµε την ιστορία της λέξης γύφτος, έχοντας αφήσει πίσω µας τη µικρή Μαρία (τ. ξανθό αγγελούδι, νυν γυφτάκι) να πορεύεται τον Γολγοθά της τώρα
µε τον ορισµό που αντιγράφω από το ΛΚΝ, γύφτος είναι: 1. (µειωτ.) ο τσιγγάνος της Ελλάδας: Γύφτοι στήσανε τα τσαντίρια τους έξω από τη Λάρισα. Γέµισε ο τόπος γύφτους. Ήρθε µια γύφτισσα να µου πει τη µοίρα µου. ΦΡ τρέµει / κρυώνει σαν ~, κρυώνει πάρα πολύ. ΠAΡ Είδε ο ~ τη γενιά* του κι αναγάλλιασε η καρδιά του. Όλοι οι γύφτοι µια γενιά*. 2. (παρωχ.) α. τεχνίτης σιδηρουργός. β. οργανοπαίχτης: Φώναξαν τους γύφτους στο πανηγύρι. 3. (µτφ.) α. άνθρωπος µικροπρεπής και φιλάργυρος: Είναι µεγάλος ~, πεντάρα δεν του παίρνεις από τα χέρια του. β. αυτός που ζει σε συνθήκες βροµιάς και ακαταστασίας: Γίναµε γύφτοι. Zούµε σαν γύφτοι. γ. άνθρωπος υπερβολικά µελαχρινός. γυφτάκι το YΠΟKΟΡ.γυφτάκος ο YΠΟKΟΡ. γύφταρος ο MΕΓΕΘ.
Παρόµοιο
είναι και το λήµµα του λεξικού Μπαµπινιώτη, µόνο που παραλείπει τις παρωχηµένες σηµασίες του σιδερά και του οργανοπαίχτη, καθώς και (περιέργως) τη σηµασία 3β. για τη βροµιά και την ακαταστασία.
Η λέξη γύφτος
εµφανίζεται ήδη στα µεσαιωνικά ελληνικά, και προέρχεται, όπως θα έχετε ακούσει, από το εθνωνύµιο “Αιγύπτιος”. Σε λόγια κείµενα, άλλωστε, χρησιµοποιείται για τους τσιγγάνους το “Αιγύπτιος” και αναφέραµε στο προχτεσινό άρθρο ένα απόσπασµα του Μάζαρι (1416) που συγκαταλέγει τους Αιγύπτιους στα εφτά έθνη που
Λέμε ή λέγαμε “είδε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του”, και, παρεμφερές, “όλοι οι γύφτοι μια γενιά είναι”, που έχει και επεξηγηματικό μύθο, ότι τάχα γεννήθηκε όταν οι μουσουλμάνοι γύφτοι πήγαν στον σουλτάνο και του ζήτησαν να εξαιρεθούν από το χαράτσι. Ο σουλτάνος όμως μάζεψε όλους τους γύφτους της Πόλης και διάταξε, όσοι είναι μουσουλμάνοι να πάνε χώρια από τους άλλους, πράγμα που έκαναν. Τότε είπε: “Οι μουσουλμάνοι γύφτοι θα πληρώνουν διπλό χαράτσι”, οπότε, υποτίθεται, οι μουσουλμάνοι ξαναενώθηκαν με τους άλλους, φωνάζοντας ότι “εμείς οι γύφτοι όλοι μια γενιά είμαστε” κατοικούσαν τότε την Πελοπόννησο. Στον δηµώδη Κρασοπατέρα λέγεται ότι ο πότης αναζητάει το κρασί µε την ίδια λαχτάρα όπως “ο ταπεινός ο Αίγυπτος τα παλαιοκόσκινά του” -σε µιαν άλλη παραλλαγή, ο ίδιος στίχος αναφέρει “ο δε µαυροκατζίβελος το γυροκόσκινόν του”.
Ξέρουµε βέβαια ότι οι Τσιγγάνοι ήρθαν από την Ινδία. Ωστόσο, την εποχή εκείνη
ήταν ευρέως διαδεδοµένη η αντίληψη ότι ήρθαν στη Μεσόγειο από την Αίγυπτο, µιαν αντίληψη που και οι ίδιοι συµµερίζονταν πολλές φορές. Έτσι, από το Αιγύπτιος προέκυψε το γύφτος, ενώ παρόµοια εξέλιξη είχαµε και σε άλλες γλώσσες. Στα αγγλικά, ο τσιγγάνος είναι gipsy/gypsy, που προέρχεται από το Egyptian, µέσω ενός ενδιάµεσου Gipcyan. Στο λεξικό βρίσκω το εξής απόσπασµα του 1514, που διασώζει τον ενδιάµεσο τύπο, για να πάρουµε και µια γεύση των αγγλικών της εποχής: The Kings Maiestie, about a twelfmoneth past, gave a pardonne to a company of lewde personnes within this realme calling themselves Gipcyans, for a most shamfull and detestable murder.
Στα γαλλικά πάλι,
η αντίστοιχη λέξη είναι gitane, που είναι δάνειο από το ισπανικό gitano (προφέρεται χιτάνο), που ανάγεται στο εθνωνύµιο Egiptano, Αιγύπτιος αλλά και τσιγγάνος. Η γαλλική λέξη θα σας είναι γνωστή από την παλιά µάρκα άφιλτρων τσιγάρων (Ζιτάν παιδάκι µου, ζητάν κι άλλοι, αλλά δεν φέρνουµε, που λέει και το ανέκδοτο). Οι τσιγγάνοι στα τούρκικα, όπως είδαµε στο προχτεσινό άρθρο είναι çingene, δάνειο από το ελληνικό τσιγγάνος, αλλά υπάρχει κι άλλη µια τούρκικη λέξη για τους τσιγγάνους ή για τις φυλές τους, kipti, που νοµίζω ότι την έχουν και τα αραβικά. Κιπτί είναι ο Κόπτης, παναπεί ο Αιγύπτιος.
Βέβαια,
οι Γάλλοι ονόµαζαν επίσης bohèmes τους τσιγγάνους, δηλαδή Βοηµούς, επειδή όταν τους πρωτοείδαν, στις αρχές του 15ου αιώνα, θεώρησαν ότι έρχονταν από τη Βοηµία, την Τσεχία. Σιγά σιγά, η λέξη πήρε τη σηµασία του ανθρώπου που ζει έξω από κανόνες, κυρίως του περιφερόµενου και φτωχού καλλιτέχνη ή ποιητή, και µε τη σηµασία αυτή πέρασε και στα ελληνικά ως µποέµ, καθώς και σε πολλές άλλες γλώσσες. Ο Κοτζιούλας, που έζησε φτωχικά και µποέµικα µε τον τρόπο του, έγραψε στην πρώτη του συλλογή ένα ποίηµα µε τίτλο «Μποέµ».
ÐáñáôçñçôÞò ôçò ÈñÜêçò I ÔåôÜñôç 9 Áðñéëßïõ 2014 • 7
Στη γλώσσα και τα γράµµατα Ο γύφτος του Βαλαωρίτη Αλλά ας γυρίσουµε στον γύφτο. Είπαµε πιο πάνω πως µια απαρχαιωµένη σηµασία της λέξης είναι «σιδεράς» κι αυτό επειδή οι Γύφτοι παραδοσιακά εξασκούσαν το επάγγελµα του σιδερά ή του χαλκωµατά -κάθε χωριό είχε και τον γύφτο του, που συνήθως ήταν Γύφτος• κάποτε δούλευε και για λογαριασµό της κοινότητας µε κοντότα δηλ. πληρωνόταν έναν ετήσιο µισθό και διόρθωνε δωρεάν τα εργαλεία των κατοίκων. Ο γύφτος στον «Θανάση Διάκο» του Βαλαωρίτη δεν ξέρω αν ήταν και Γύφτος, αλλά βρίσκω υποβλητική την περιγραφή του:
Ένας άλλος παροιμιόμυθος λέει “Τον γύφτο πήγαιναν να τον κάνουν βασιλιά, κι αυτός έλεγε ‘τι καλός δέντρος για κάρβουνα!’”, αφού οι σιδεράδες χρειάζονταν κάρβουνα για το καμίνι τους, ενώ σε παραλλαγή για γυναίκες, “τη γύφτισσα έκαναν βασίλισσα κι αυτή το ντάλε-ντάλε”. Και για να μη φύγουμε από την εικόνα του σιδερά γύφτου, υπάρχει και ένας παροιμιόμυθος με τον λύκο, που τον έπιασαν κάποτε οι χωριάτες και τον χτυπούσαν αλύπητα. Από κοντά κι ο γύφτος του χωριού. Οπότε, λέει ο λύκος: “Καλά οι άλλοι, τους έχω ρημάξει τα πρόβατα. Εσένα, τ’ αμόνι σου’φαγα;”
Παλαµά, που το είδαµε παραπάνω, ή η «γύφτισσα τονε βύζαξε» του Ρασούλη. (Βρήκα στο Διαδίκτυο µια εργασία «Οι γύφτοι στη νεοελληνική λογοτεχνία», κι αν κάνετε τον κόπο να πάτε ίσαµε τη σελ. 140 θα βρείτε το σύντοµο διήγηµα “Φυλετική αφύπνιση” του Μάριου Χάκκα). Τις προάλλες, σε µια ιντερνετική κουβέντα για τους Τσιγγάνους, ήρθε η συζήτηση και στη λέξη ‘γύφτος’ και κάποιοι, εκφράζοντας ηχηρά την αντίθεσή τους στην πολιτική ορθότητα, επικαλέστηκαν ακριβώς τον «Δωδεκάλογο του γύφτου» (που ανάθεµα κι αν τον έχουν διαβάσει) σαν επιχείρηµα για να µπορούν οι ίδιοι να αποκαλούν “γύφτους”
Στην µαύρη την κουφάλα του εµόνιαζε ένας γύφτος, γέροντας, κακοτράχαλος, βουβός, φωτοκαµένος, ανάθρεµµα της ευλογιάς, της λώβας στερνοπαίδι. Tον έβοσκε βαθύ χτικιό, του θέριζε τα σπλάχνα έχθρα κρυφή, παντοτινή, για τ’ άνθη, για τ’ αστέρια, για του παιδιού την ευµορφιά, κ’ έτρωγε µε το µάτι ό,τι το χέρι το σκληρό δεν έφτανε να φθείρη. Έκλωθε τη σαπίλα του στρωµένος στα ξεσκλίδια, που τώφερνε πάσα φορά το κλεψιµιό, η κρεµάλα. Aχώριστοί του σύντροφοι σφυριά, τριχιές, αµόνι, στουρνάρια για το γδάρσιµο, παληόκαρφα, ψαλίδες, µια νυχτερίδα, ένας σκορπιός, µια κίσσα, µια χελώνα. Ενώ η παροιµιολογία και η φρασεολογία µας είναι σχετικά φτωχή µε εκφράσεις για τσιγγάνους, είναι πολύ πλούσια σε παροιµίες και φράσεις µε γύφτους. Για παράδειγµα, λέµε ή λέγαµε “είδε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλλιασε η καρδιά του”, και, παρεµφερές, “όλοι οι γύφτοι µια γενιά είναι”, που έχει και επεξηγηµατικό µύθο, ότι τάχα γεννήθηκε όταν οι µουσουλµάνοι γύφτοι πήγαν στον σουλτάνο και του ζήτησαν να εξαιρεθούν από το χαράτσι. Ο σουλτάνος όµως µάζεψε όλους τους γύφτους της Πόλης και διάταξε, όσοι είναι µουσουλµάνοι να πάνε χώρια από τους άλλους, πράγµα που έκαναν. Τότε είπε: “Οι µουσουλµάνοι γύφτοι θα πληρώνουν διπλό χαράτσι”, οπότε, υποτίθεται, οι µουσουλµάνοι ξαναενώθηκαν µε τους άλλους, φωνάζοντας ότι “εµείς οι γύφτοι όλοι µια γενιά είµαστε”. σου’φαγα;”
Στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου» Όλοι οι γύφτοι µια γενιά, αλλά και πολλές γενιές, που ποιητικά τις απαριθµεί ο Παλαµάς στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου», στον έβδοµο λόγο: Γαντζάοι, Κατσίβελοι, Νετότσοι, Σίντηδες, Ρόµοι, Ζαπαράδες, κάθε όνοµα, κάθε γενιά! κ’ οι βουλγαρόγυφτοι απ’ το Δούναβη, κ’ οι γύφτοι απ’ τη Μολδοβλαχία, κι από την Κύπρο κι απ’ τον Καύκασο, κ’ οι γύφτοι από τα Δωδεκάνησα. κ’ οι µελαψοί κ’ οι αρκουδοτρόφοι, κ’ οι ατσίγγανοι µε τις µαϊµούδες (…)
Παροιµιόµυθοι Οµολογώ ότι δεν είµαι σε θέση να ξεδιακρίνω όλες τις φυλές που απαριθµούνται στο πρώτο δίστιχο, αλλά οι “Ρόµοι” είναι ίσως η πρώτη εµφάνιση της λέξης Ροµ στη λογοτεχνία µας. Όµως για τη λογοτεχνία θα πούµε πιο κάτω, προς το παρόν είµαστε ακόµα στη λαογραφία και στους παροιµιόµυθους. Ένας άλλος παροιµιόµυθος λέει “Τον γύφτο πήγαιναν να τον κάνουν βασιλιά, κι αυτός έλεγε ‘τι καλός δέντρος για κάρβουνα!’”, αφού οι σιδεράδες χρειάζονταν κάρβουνα για το καµίνι τους, ενώ σε παραλλαγή για γυναίκες, “τη γύφτισσα έκαναν βασίλισσα κι αυτή το ντάλε-ντάλε”. Και για να µη φύγουµε από την εικόνα του σιδερά γύφτου, υπάρχει και ένας παροιµιόµυθος µε τον λύκο, που τον έπιασαν κάποτε οι χωριάτες και τον χτυπούσαν αλύπητα. Από κοντά κι ο γύφτος του χωριού. Οπότε, λέει ο λύκος: “Καλά οι άλλοι, τους έχω ρηµάξει τα πρόβατα. Εσένα, τ’ αµόνι
Παροιµίες Για να συνεχίσουµε µε τις παροιµίες, διαλέγω µερικές από τη συλλογή του Πολίτη: * Γύφτος παπάς δε γίνεται, κι αν γίνει δε βλογάει. Θυµίζω ότι στη βυζαντινή σάτιρα του Σπανού υπάρχει αναφορά σε “παπά γύφτικον” * Γύφτικο σπίτι καίγεται και βιο λογαριάζεις; Επειδή τα σπίτια των γύφτων ήταν φτωχικά. Την παροιµία αυτή τη χρησιµοποιεί ο Παπαδιαµάντης στη «Φόνισσα». * Πάει στον γύφτο για προζύµι. Για όποιον ζητάει βοήθεια εκεί που αποκλείεται να βρει, επειδή οι γύφτοι δεν είχαν, υποτίθεται, στρωµένο νοικοκυριό και αποθέµατα.
Εκφράσεις Προχωρώντας στη φρασεολογία, έχουµε δυο πασίγνωστες εκφράσεις: “Κάτι τρέχει στα γύφτικα”, που λέγεται για κάτι που δεν έχει ιδιαίτερη σηµασία και δεν χρειάζεται να ανησυχούµε γι’ αυτό, ίσως επειδή στους µαχαλάδες των γύφτων υπήρχε πάντοτε φασαρία, άρα θεωρούσαν πως αναστατώνονται για ψύλλου πήδηµα, και “καµαρώνει σαν γύφτικο σκεπάρνι”, για κάποιον που κορδώνεται και καµαρώνει υπερβολικά -σύµφωνα µε την πιο αποδεκτή θεωρία, το γύφτικο σκεπάρνι, που έχει κυρτή λαβή, θυµίζει τη στάση που έχει όποιος κορδώνεται. Ωστόσο, δεν αποκλείω η αρχι-
Κανείς δεν λέει ότι θα μετονομάσουμε το αξεπέραστο ποίημα του Παλαμά σε «Δωδεκάλογο του Ρομά», ούτε θα μιλάμε για “ρομά σκεπάρνι”, αλλά είναι εξίσου αναμφισβήτητο ότι η λέξη “γύφτος” έχει μειωτικό χαρακτήρα όταν χρησιμοποιείται για τους Ρομά/ Τσιγγάνους και, εξαιτίας των μεταφορικών σημασιών που έχει πάρει, δεν σώζεται. Ούτε είναι επιχείρημα ότι κάποιες φορές οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι χρησιμοποιούν τον όρο “Γύφτοι” για τη φυλή τους -και οι μαύροι της Αμερικής χρησιμοποιούν το nigger μεταξύ τους, αλλά αν το πει άλλος θεωρείται, και δίκαια, ρατσιστικό
κή µορφή της φράσης να ήταν “το καµαρώνει, σαν ο γύφτος το σκεπάρνι του”. Μια άλλη φράση, που την έχει ο Παπαδιαµάντης, είναι το “γύφτικο µνηµόσυνο” που βέβαια γίνεται µε ξένα κόλλυβα, ενώ υπάρχει και η φράση “κρυώνει σαν γύφτος” που υποθέτω ότι οφείλεται κι αυτό στο επάγγελµα του σιδερά. Μαθηµένος στη ζέστη του σιδεράδικου, ο σιδεράς τουρτουρίζει όταν βρεθεί µακριά της, περισσότερο από τους άλλους.
Στη λογοτεχνία Υπάρχει και η διάσηµη αρχή του «Παιδιού που µετράει τ’ άστρα» του Λουντέµη, “Ο αέρας φύσαγε σαν γύφτος”, επειδή οι σιδεράδες φυσούσαν µε το φυσερό τους. Ο Λουντέµης έχει γράψει πολύ συγκινητικές σελίδες για τους γύφτους, και όχι µόνο σ’ αυτό το µυθιστόρηµα (δείτε κι ένα σύντοµο αντιστασιακό του διήγηµα, µε βαρύ ιδιωµατικό λεξιλόγιο). Αλλά ήταν η εξαίρεση, παρόλο που υπάρχει επίσης ο «Δωδεκάλογος του γύφτου» του
τους Τσιγγάνους ή Ροµά. Κατά τη γνώµη µου, το επιχείρηµα είναι έωλο -αν µη τι άλλο, δεν ζούµε στο 1900. Κανείς δεν λέει ότι θα µετονοµάσουµε το αξεπέραστο ποίηµα του Παλαµά σε «Δωδεκάλογο του Ροµά», ούτε θα µιλάµε για “ροµά σκεπάρνι”, αλλά είναι εξίσου αναµφισβήτητο ότι η λέξη “γύφτος” έχει µειωτικό χαρακτήρα όταν χρησιµοποιείται για τους Ροµά/Τσιγγάνους και, εξαιτίας των µεταφορικών σηµασιών που έχει πάρει, δεν σώζεται. Ούτε είναι επιχείρηµα ότι κάποιες φορές οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι χρησιµοποιούν τον όρο “Γύφτοι” για τη φυλή τους -και οι µαύροι της Αµερικής χρησιµοποιούν το nigger µεταξύ τους, αλλά αν το πει άλλος θεωρείται, και δίκαια, ρατσιστικό. Οπότε, εγώ τουλάχιστον το “Γύφτοι” το αποφεύγω. Η τρισχιλιετής µας έχει… εκατοµµύρια άλλες λέξεις, δεν θα φτωχύνει αν αραιώσει η χρήση µίας λέξης. Πηγή:www.tvxs.gr *Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας.
ÐáñáôçñçôÞò ôçò ÈñÜêçò
Τσιγγάνοι κι αθίγγανοι Του Νίκου Σαραντάκου
Σήµερα
λογαριάζω να περιοριστώ στην ιστορία της λέξης «τσιγγάνος», που κι αυτή βέβαια έχει πάµπολλες αρνητικές συµπαραδηλώσεις, έχει όµως και θετικές, και πιστεύω ότι µπορεί να χρησιµέψει εναλλακτικά σαν ελληνικό συνώνυµο του άβολου Ροµά, που καλό είναι στον πληθυντικό, αλλά δεν έχει ούτε θηλυκό ούτε ουδέτερο, τουλάχιστον στα ελληνικά.
στα λατινικά, αναφέρεται πως στα 1050, ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Μονοµάχος ο Θ’ κάλεσε τους «Ατζίγγανους’, ένα λαό ‘…Σαµαρειτών, απογόνων του Σίµωνος του Μάγου και γνωστών για τις µαγικές τους ικανότητες», προκειµένου να αντιµετωπίσει τα άγρια θηρία τα οποία κατέτρωγαν τα θηράµατα στο αυτοκρατορικό δάσος του Φιλοπατίου.
Βέβαια στη Ροµανί, τη γλώσσα των Ροµά,
τεία υπάρχουν πολλές αλλά µεταγενέστερες, ας πούµε στην «Παιδιόφραστο διήγηση των τετραπόδων ζώων» (“αλλ’ είσαι ψεµατάρισσα, κλέπτρια και τσιγγάνα”) ή στον «Πουλολόγο» (“Ατσίγγανε, µαυρότεχνε”). Η ενωρίτερη αναφορά από δυτικό συγγραφέα είναι το 1323, όταν ο Ιρλανδός µοναχός Symon Semeonis που ταξίδευε από την Υβερνία στους Αγίους Τόπους συνάντησε έξω από την Κάντια, το Ηράκλειο Κρήτης δηλαδή, έναν νοµαδικό λαό, απογόνους του Κάιν όπως τους ονόµασε, που µάλλον ήταν τσιγγάνοι. Λίγο αργότερα, το 1360, στην επίσης ενετική Κέρκυρα ιδρύθηκε ένα φέουδο, το Feudum Acinganorum, οι κολίγοι του οποίου ήταν ατσίγγανοι. Ο σατιρικός Μάζαρης που γράφει το 1416 χαρακτηρίζει την Πελοπόννησο πανσπερµία λαών, από τους οποίους ξεχωρίζει τα εξής επτά έθνη: Λακεδαίµονες, Ιταλοί, Πελοποννήσιοι, Σθλαβίνοι, Ιλλυριοί, Αιγύπτιοι κα# Ιουδαίοι (ουκ ολίγοι δε µέσον τούτων και υποβολιµαίοι), οµού τα τοιαύτα α#παριθµούµενα επτά. Λακεδαιµόνιοι µπορεί να είναι και οι Τσάκωνες, Σλαβίθνοι είναι οι Σλάβοι, Ιλλυριοί οι Αρβανίτες, ενώ Αιγύπτιοι είναι προφανώς οι τσιγγάνοι.
ο ενικός αριθµός είναι Ροµ στο αρσενικό και Ροµνί στο θηλυκό γένος, ενώ Ροµά είναι ο πληθυντικός (και, αν δεν κάνω λάθος, Ροµνιά ο πληθυντικός στο θηλυκό). Όµως είναι αµφίβολο αν µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε στα ελληνικά τους κανόνες κλίσης µιας άλλης γλώσσας, αν και όχι αδιανόητο, εφόσον έχουµε να κάνουµε µε µια µειονότητα που ζει στη χώρα µας εδώ και τόσους αιώνες. Η χρήση πάντως των όρων ροµ/ροµνί/ροµά βοηθάει προσωρινά, αν και τελικά προβλέπω να καθιερωθεί το «ο/η/οι ροµά». Δεν βοηθάει βέβαια η λατινογραφή (roma), ούτε ο παρατονισµός «Ρόµα», που κύριος οίδε πού τον ψάρεψε το λεξικό Μπαµπινιώτη και τον κατέγραψε και τον χρησιµοποιεί ακόµα και στην τελευταία έκδοσή του. Σε µιαν άλλη εποχή, θα είχε ίσως καθιερωθεί ή έστω επιχειρηθεί κάποιος εξελληνισµός (Ροµαΐτες, ας πούµε).
Το άρθρο
θα λεξιλογήσει, και θα σταθεί ειδικά στην ετυµολογία των τσιγγάνων -και των Ροµ. Σε ένα παλιό κείµενό του (εδώ βρίσκετε ένα καίριο απόσπασµα) ο καθηγητής Γεωργακάς είχε προτείνει ελληνική αρχή για τη λέξη Ροµ, από το Ρωµαίος/Ρωµιός, κάτι όχι παράλογο αφού οι Τσιγγάνοι πρώτα στο Βυζάντιο ήρθαν. Ωστόσο, οι περισσότεροι δέχονται ότι η λέξη Ροµ έχει ινδική/σανσκριτική ετυµολογία (παράδειγµα, αν και υπάρχουν κι άλλες εκδοχές).
Όπως διαβάζω
στην εργασία “Οι Ροµά στην Ελλάδα: Ιστορία και σηµερινή πραγµατικότητα“, της Ελληνικής Οµάδας για τα Δικαιώµατα των Μειονοτήτων, Η πρώτη ουσιαστική αναφορά στους Ροµά γίνεται στα 1068, σε ένα γεωργιανό εκκλησιαστικό κείµενο, τον Βίο του Αγίου Γεωργίου του Αθωνίτη. Σε αυτό το κείµενο, που είναι γραµµένο στη γεωργιανή γλώσσα αλλά έχει µεταφραστεί
Αναφορές στην ελληνόγλωσση γραµµα-
Από τα ελληνικά της εποχής, η λέξη περνάει στα ρώσικα και τις βαλκανικές γλώσσες, και από εκεί στα γερµανικά (Zigeuner), ενώ επίσης από τα ελληνικά περνάει στα ιταλικά (zingaro). Πάντως και στα γαλλικά χρησιµοποιείται το tzigane, το οποίο µάλιστα, σύµφωνα µε το atilf, το πήραν από τα ρώσικα µάλλον παρά από τα γερµανικά.
Ταυτόχρονα, ξέρουµε ότι στα ελληνικά τους τσιγγάνους στην καθαρεύουσα τους λέµε ή τους λέγαµε και Αθίγγανους, ταύτιση σφαλερή και παραπλανητική. Αθίγγανοι ονοµάζονταν, από τον 8ο-9ο αιώνα, οι οπαδοί µιας αίρεσης που ήταν διαδεδοµένη στη Μικρασία, οι Μελχισεδεκίτες, που ονοµάστηκαν έτσι
επειδή, αν και δέχονταν τον Ιησού, θεωρούσαν ανώτερό του τον Μελχισεδέκ (πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης). Στην αίρεση αυτή προσχώρησαν και βυζαντινοί αυτοκράτορες. Ύστερα από τους συνηθισµένους διωγµούς, ο αριθµός τους έπαψε να αποτελεί απειλή. Σύµφωνα µε το Μέγα Ετυµολογικόν, Αθίγγανος είναι «ο µη θέλων τινί προσεγγίσαι, από του θίγω. Οι γαρ την αίρεσιν ταύτην έχοντες ουδέν παρ’ άλλου λαµβάνουσιν». Εποµένως, η µεταγενέστερη ερµηνεία ότι «αθίγγανος είναι αυτός που δεν τον αγγίζουν» δεν συµφωνεί µε τις πηγές. Εποµένως, οι “αιρετικοί” Αθίγγανοι εµφανίστηκαν στο Βυζάντιο αρκετούς αιώνες νωρίτερα από τους νοµάδες Ατσίγγανους.
Στην πορεία, οι νοµάδες, που είχαν κάποια εξωτερικά κοινά στοιχεία µε τους πολύ προγενέστερους αιρετικούς, όπως την ενασχόληση µε τη µαντεία κτλ., ονοµάστηκαν κι αυτοί Αθίγγανοι -τότε, Αθίγγανος σήµαινε απλώς αιρετικός, είχε ατονήσει η αναφορά στη µελχισεδεκιτική αίρεση, που δεν επιβίωνε άλλωστε πλέον. Ένα µεγάλο ερώτηµα είναι αν ο τύπος ατσίγγανος είναι µετεξέλιξη του αθίγγανος ή αν ανάγεται σε κάποια ξένη λέξη που ενδεχοµένως προσαρµόστηκε υπό την επιρροή του «αθίγγανος».
Ο Μπαµπινιώτης λέει ότι το ατσίγγανος προέρχεται από το «αθίγγανος» χωρίς να το τεκµηριώνει. Στο µεσαιωνικό του Κριαρά, δίνεται η ίδια παραγωγή, ατσίγγανος από αθίγγανος, µε παραποµπή σε άρθρο του Δ. Ποµόνη στη «Νέα Εστία» (τόµος 58, σελ. 991). Με όλο τον σεβασµό στον Εµµανουήλ Κριαρά, φοβάµαι πως υπάρχει παρανάγνωση. Ο Ποµόνης στο άρθρο του δεν διαφωνεί µε τον Κοραή, η τελευταία πρότασή του είναι ειρωνική, αντίθετα επιτίθεται στους “λογιώτατους” της εποχής του (1955) που αντικαθιστούσαν το “τσιγγάνος” µε το “αθίγγανος”. (Το αστείο είναι ότι και το αρθράκι του Ποµόνη έχει ένα καίριο τυπογραφικό λάθος: ο Κοραής έγραφε ότι “κακώς ενοµίσθη ότι [οι Τσιγγάνοι] είναι οι από τους Γραικορρωµαίους [Βυζαντινούς] ονοµασθέντες Αθίγγανοι” και ότι “το όνοµα Τσίγγανος ή το έφεραν από την Ινδίαν ή το έλαβαν εις τον δρόµον από κανέν’ άλλον έθνος”. Έχουµε εποµένως δύο απόψεις. Ας κρατήσουµε ότι δεν είναι βέβαιο πως η λ. τσιγγάνος είναι µετεξέλιξη του Αθίγγανος. Προσωπικά µάλιστα βρίσκω πιο εύλογη την
εξήγηση του Κοραή.
Στα τούρκικα,
ο Τσιγγάνος λέγεται çingene, που είναι δάνειο από το ελληνικό τσιγγάνος. (Ο αρχικός τύπος, στα παλιότερα οθωµανικά ήταν çigâne). Το εθνικό όνοµα πήρε σύντοµα και υποτιµητικές αποχρώσεις• κάποια στιγµή, το çingene απέκτησε και µια δεύτερη σηµασία, φιλάργυρος. Το ερώτηµα είναι αν η διπλή σηµασία υπήρχε ήδη στα ελληνικά της βυζαντινής εποχής και πέρασε στα τουρκικά ή αν αναπτύχθηκε στα τουρκικά. Πιθανότερο είναι το δεύτερο, ιδίως υπό την επίδραση του παλαιοτουρκικού çιgan, που σήµαινε “φτωχός”. Βλέπετε, για τον χορτάτο άρχοντα, ο φτωχός είναι φιλάργυρος. Το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι η λέξη çingene, µε τη δεύτερη αυτή σηµασία, του φιλάργυρου, επανακάµπτει στα ελληνικά ως τσιγκούνης, δηλαδή η λέξη “τσιγκούνης” είναι στα ελληνικά αντιδάνειο, αλλά φυσικά χωρίς οι περισσότεροι Έλληνες οµιλητές να υποψιάζονται την ετυµολογική συγγένειά της µε τους τσιγγάνους.
Πάντως,
τη συσχέτιση των τσιγγάνων µε τη φιλαργυρία ή µε τη µικροπρεπή συµπεριφορά την έχουµε κι εµείς, όταν λέµε “γύφτο” εκείνον π.χ. που ενώ έχει οικονοµική άνεση αποφεύγει να κεράσει και επιδιώκει πάντοτε να τον κερνάνε, πάντως ξαναβλέπουµε ότι οι χορτάτοι εύκολα χαρακτηρίζουν φιλάργυρο τον φτωχό που µετράει και τη δεκάρα. Καµιά φορά µάλιστα, και οι χορτάτοι µε δανεικά…
Τους τσιγγάνους
τους λέµε ή τους λέγαµε και κατσίβελους, λέξη που χρησιµοποιείται σχεδόν πάντα µειωτικά. Η ετυµολογία της έχει ενδιαφέρον, αφού προέρχεται, µέσω των αρωµουνικών, από το λατινικό captivus, αιχµάλωτος, και ειδικότερα από κάποιο υποκοριστικό (*captivellus). Ο αιχµάλωτος λογικό ήταν να πάρει µεταφορικά τη σηµασία “άθλιος, δυστυχής” που πέρασε µετά στους τσιγγάνους. Κατσίβελο λέµε επίσης κάποιον απεριποίητο, βρόµικο. “Από έξω µπέλα µπέλα, κι από µέσα κατσιβέλα” λέει µια παροιµία. Στην ελληνική φρασεολογία πάντως είναι πολύ λίγες οι εκφράσεις µε τσιγγάνους ή µε κατσίβελους, ενώ για τους γύφτους υπάρχουν πάρα πολλές, όπως ήδη έχουµε δει. Πηγή: sarantakos.wordpress.com