Data Loading...
"ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ" ΛΕΥΚΩΜΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ Flipbook PDF
"ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ" ΛΕΥΚΩΜΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ
101 Views
50 Downloads
FLIP PDF 1.3MB
1
Η εικόνα του εξωφύλλου έχει σχεδιαστεί από την freepik.com 2
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ Τίτος Πατρίκιος …………………………………………..... 10
Αντζελίνα Αβράμογλου …………………………….….. 11-12 Ελισάβετ Αγγελάκη …………………………..………….... 13 Βίκυ Αναγνώστη …………………………………………... 14 Λιάνα Ανδρεοπούλη ………….………………………....... 15 Γιόλα Αργυροπούλου - Παπαδοπούλου .……………….16-18 Σπύρος Αυλωνίτης ……………………………………….... 19 Πόλα Βακιρλή-Γιαννακοπούλου ………………………....... 20 Μαρία Βαρταμτζίδου ……………………………...…….... 21 Κώστας Βασιλάκος ………………………………..……...... 22 Παντελής Βέλκος ……………………………………..... 23-24 Πέτρος Βελούδας ………………………………………….. 25 Φιλαρέτη Βυζαντίου ……………………………………..... 26 Γιάννης Γερόγιαννης ………………………………...... 27-28 Ρένα Γεροντάρα ………………………………………….... 29 Ντίνα Γεωργαντοπούλου …………………………….... 30-31 Χρήστος Γεωργόπουλος …………………………………... 32 Μιχάλης Γεωργούλης …………………..…………….... 33-34 Γεωργία Γιαμπουράνη …………………..……………….... 35 Ντίνος Ι. Γλαρός .....…………………………………….... 36-37 Γιώργος Γούναρης …………………………………….... 38-39 Αρετή Γουργιώτου ……………………………..…….... 40-41 Κατερίνα Γρηγοράτου …………………...……………….... 42 Σταυρούλα Δεκούλου ………………………...………….... 43 Νίκος Δημογκότσης ………………………..…………….... 44 Γιώργος Δουατζής …………………………………….... 45-46 3
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ Αθηνά Ζωγράφου ……………………………………........... 47 Κωνσταντίνα Ηλιοπούλου ……………………………......... 48 Κατερίνα Ηρακλέους ……………………………………….. 49 Αντώνης Θαλασσέλης ………………………………….... 50-51 Μαρία Θεοδοσάκη ……………………………………..........52 Σοφία Θεοδοσιάδη …………………………………….....53-54 Ελευθερία Θεοδώρου …………………………………….......55 Θεοφανώ Π. Θεοχάρη …………………………………... 56-57 Βάσω Ιορδάνου Κοσμίδου …………………….……….... 58-59 Γαβρίλης Ιστικόπουλος …………………………………........60 Κώστας Καρούσος ….………………………………….......... 61 Νικόλαος Κασιμάτης (Νικάριος) ….……………………...…..62 Γιώργης Π. Κασιμάτης-Δρυμωνιάτης ...…………………. 63-64 Άννα Κατσαμάκη ...…………………………………….... 65-66 Κατερίνα Κολιοφώτη ……………………………….…... 67-68 Σοφία Κοντογεώργου … …………………………………...... 69 Δημήτρης Κούνδουρος ……………………………..….... 70-71 Πάνος Κούρβας ……………………………………....……… 72 Ρούλα Κτενά …………………………………………….... 73-74 Νότα Κυμοθόη …………………………………………..... 75-76 Πασχαλιά Λίτσα Κυπραίου .…………………………….... 77-78 Αριστομένης Λαγουβάρδος .…...……………………………..79 Ιωάννα Λάζου ……………………………………....……...80-81 Σωτηρία Λάσκου ……………………………………............. 82 Ασημίνα Λεοντή …………………………………….............. 83
4
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ Βιβή Λιάκου …………………………………...……….... 84-85 Τάσος Μάντζιος …………………………………..……….... 86 Μαντλίν ………………………………………………...... 87-88 Ηλίας Μάρκος ………………………………………….….... 89 Αγγελική Μάρκου …………………………..………….... 90-91 Εύη Μαρούλη ……………………………..……………........92 Κοσμάς Μεγαλοκονόμος ……………….………………….... 93 Βούλα Μέμου …………………………………….…….... 94-95 Δώρα Μεταλληνού ………………………………………...... 96 Νίκος Μοσχίδης ……………………………………..…….... 97 Γιώργος Μουφτόγλου …………………………..…........ 98-99 Αλεξάνδρα Μπακονίκα ……………….......………….…... 100 Νίκη Μπαλή ………………………………………..…….... 101 Δώρα Μπέλλου …………………………………….….…....102 Δέσποινα Γιαμβριά - Μπλαστροπούλου …………………..103 Μίνα Μπουλέκου ………………………………..….... 104-105 Σταμάτης Μπουρίκος …………………………………….... 106 Ανανίας Μυτικιώτης ...…………………….……………..... 107 Χριστίνα Μυτιληναίου - Ιακωβίδου ……………….…….... 108 Δημήτρης Μωρόγιαννης …………………………….... 109-110 Βαλέριος Νατσκέμπια …………………………...……….... 111 Σωτήρης Νέζης ...………………………………………….. 112 Τόλης Νικηφόρου ………………………………..……….... 113 Άννα Ντάλη ………………………………….……….... 114-115 Σπύρος Ντασιώτης ………………………………...…….... 116 Ευγενία Οικονομοπούλου …………………….………….... 117
5
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ Θανάσης Πάνου ……………….…...........................….......118 Γιώργης Παπανικολάου-Ζτρέκος ……………….……........ 119 Χάρης Παπασάββας ……………….……....………......120-121 Χρήστος Παπουτσής ……………….…….......................... 122 Ελεάνα Παππά ……………….……………………….….... 123 Θεμιστοκλής Παππαλάς ……………….……………... 124-125 Άντρη Περικλέους …………….…...…………………......... 126 Κατερίνα Πήττα ……………….……………………..... 127-128 Γιώργος Ποταμίτης ……………….………………......….... 129 Βικτωρία Προβίδα ……………….……………………….... 130 Νικολέττα Δημ. Ρεπάνη ………………………...….……... 131 Ελευθερία Σιαμπάνη ……………………………….…….... 132 Βασιλική Σιαφάκα ………………………………….…….... 133 Νίκη Σιγάλα ……………….…………………………...…... 134 Ρούλα Σκαρπίδου ……………………………….…..……... 135 Σοφία Σκλείδα ………………………………..…...….…... 136 Ιωάννης Σκούρας ……………….………………..…..... 137-138 Μαίρη Σουρλή …………….…………………..…….... 139-140 Αχιλλέας Σ. Σπυρόπουλος ………………………….…….... 141 Γιώργος Σταυράκης ……………….……………….…..….... 142 Γιώργος Δ. Σταυρόπουλος ……………….…………...……. 143 Ευαγγελία Τιάγκου ……………….……….…………....... 144 Χρυσαυγή Τούμπα ……………….……………………....... 145 Πόπη Τριανταφύλλου ……………….………………..….... 146 Χαρούλα Τσικριτσή-Μπαρνιά ……………….……….….... 147 Αχιλλέας Φιστουρής ……………….……………………..... 148 Απόστολος Α. Φεκάτης …………………………….…….... 149 6
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ Μαρία Φλώρου .……………….……..……….................... 150 Λίτσα Φραγκούλη ………………...............……..……….... 151 Μαρίτσα Φωτιάδου/Vibet ……………….……..………..... 152 Σύλια Χαδούλη ……………….…………………........…..... 153 Βαρβάρα Χριστιά ……………………………...….….... 154-155 Ιωάννα Γ. Χρυσάκη …………………………...…….…….... 156 Anna Bacci ……………….………………………..….... 157-158 Roza Carpediem ……………………………….........…….... 159
7
Ταξιδεύοντας Λεύκωμα συλλογικής γραφής
8
9
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ
Ὅ,τι κι ἂν λέμε, ὅ,τι κι ἂν κάνουμε ὅ,τι κι ἂν σιωπηλὰ ἤ φωναχτὰ ἀναψηλαφοῦμε κάποιοι ἄλλοι, μικρὰ παιδιὰ ἀκόμα θὰ ζήσουν τὰ ἴδια χιλιοειπωμένα βάσανα τὶς ἴδιες ἀπρόσμενες χαρές, θὰ προσπαθήσουν ν' ἀνοίξουν καινούργιους δρόμους, ξεκινώντας ὅμως ἀπὸ ἕναν ποὺ δὲν διαφέρει καὶ πολὺ ἀπ'τὸν δικό μας κάποτε ἀλλάζοντας, κάποτε ταλαιπωρώντας κάποτε ὀμορφαίνοντας τὴ ζωὴ ζωὴ μὲ χίλια πρόσωπα, ζωὴ μοναδικὴ ζωὴ δική μας καὶ τῶν ἄλλων. Ἀθήνα, 21 Μαΐου 2020
Τίτος Πατρίκιος
10
ΑΘΥΡΜΑ ΕΛΠΙΔΑΣ Μικρές κινήσεις, θηλυκές και ντελικάτες. Τα σχοινιά μη σπάσουν. Η πορσελάνη είναι επιδερμίδα ακριβή, μαριονέτα! Μην το ξεχνάς. Μην τα τραβάς. Μη… Μη και… Αν και… Μικρές ανάσες. Ο αέρας με μέτρο. Τις βλεφαρίδες πιο αργά, όταν κοιτάς. Μη σαλεύεις. Μην παλεύεις. Μη… Μη και… Αν και…
Καμαρώνουν τα «πρέπει» τους. Κορδώνονται τα σχοινιά σου. Ώσπου η ανάσα σου μια μέρα έγινε άνοιγμα λεπίδας κι εσύ, άθυρμα ελπίδας. Ξάφνου κόβεις τα σχοινιά και πέφτεις και σπας. 11
Πού να ‘ξερες ως τότε πώς είσαι μια μπαμπούσκα; Ξάφνου κόβεις τα σχοινιά και πέφτεις και σπας.
Πού να ‘ξερες ως τότε πώς είσαι μια μπαμπούσκα; Κυλάς και σπας καλούπια. Αφήνεις την ψυχή να τρέχει, να κατρακυλάει πάνω σε γυαλί που λευτερώνει. Γλυκιά μου, ακριβή μπαμπούσκα.
Πρωτόγνωρο να βλέπεις πια το δέρμα σαν κέλυφος που, όσο το σπας, ανασαίνεις ζωή. Κατοικείς εκτός του, σαν κυλάς όλο και πιο βαθιά. Μέσα στον πιο μικρό εαυτό σου ζήσε τις πιο μεγάλες σου στιγμές. Τις δικές σου. Ελεύθερη. Μην το σταματάς. Μην τα παρατάς. Μη… Μη και… Αν και… Ε, και; Μικρή μου, ακριβή μπαμπούσκα. Αντζελίνα Αβράμογλου 12
ΡΙΠΕΣ-ΣΤΙΓΜΕΣ-ΡΙΠΕΣ Ο χρόνος, ο μόνος άκαμπτος κριτής, του είναι μας διαφεντευτής. Πέρασαν χρόνια, σάμπως να ‘ταν αιώνια. Πολύ το ξόδεμα, ανύπαρκτο το ερωτικό κομπόδεμα. Θέλει ψυχή, τόλμη, ρώμη να παιδευτείς ωσότου να καταστραφείς.. Ενοχή απαντοχή, θυμός, πουθενά σωσμός. Προσμετρώ ήττες, ρητές και άρρητες απειλές ωραιόμορφες. Ένα πήγαινε-έλα ανάμεσα στο παρόν, το νουθετικό παρελθόν και ένα απροκάλυπτα γυμνό μέλλον σύθαμπο. Τα καλοκαίρια θρυμματίζονται καίρια. Ακαριαία μια πτώση καραδοκεί του ψέματος. Η φωνή εκλιπαρεί την αλήθεια να κρυφτεί! Οιμωγή! Χάδια, ρούχα, νάζια όλα φέουδα και φρούδα, σαν πολιορκούν αισθήματα, του πάθους διαμετρήματα. Αρώματα μεθυστικά, ιδρώματα εξαντλητικά μονάχα θα γευτείς στης καρδιάς σου τα δώματα. Ελισάβετ Αγγελάκη 13
ΕΝΑΛΙΑ ΤΑΞΙΔΙΑ Εωθινή η δύση της πανσελήνου και τα φεγγαρόλουστα νέφη, κοράλλια του ουρανού υπόσχονται ενάλια ταξίδια, ήχους στης καρδιάς μου τον βυθό, αιμοδότες αγάπης. Και το νησί μου, αιχμή εγχειριδίου, άλλοτε ρομφίζει το κύμα στο ασήμι της θάλασσας, κι άλλοτε παιχνιδίζει στην απέραντη αγκαλιά της αλλάζοντας μορφές χωρίς ποτέ να μπορώ να αγγίξω το πρόσωπό του το πρωτεϊκό. Βίκυ Αναγνώστη
14
ΑΛΗΘΕΙΑ Νήστεψα λέξεις, αρτύθηκα σιωπή, ενδύθηκα συγχώρεση, κατοικήθηκα ερήμωση από σαράντα θανάτους. Μα αξιώθηκα το κίτρινο του κοτσυφιού κελάηδημα, τον ασημί της λεύκας ψίθυρο, το πορφυρό της μιας αντάμωσης φιλί, το αθώο ψέμα του έρωτα πως είμαι αρτιψυχής. Λιάνα Ανδρεοπούλη
15
ΣΑΛΑΜΙΝΑ Ήταν καλοκαίρι. Πριν από κάμποσα χρόνια. Κι εγώ… σ’ ένα πανέμορφο νησί του Σαρωνικού, τη Σαλαμίνα. Μέσα σε λίγες ώρες, όσες κράτησε η ημερήσια εκδρομή, ταξίδεψα μια τεράστια απόσταση, διανύοντας αιώνες, συναντώντας πρόσωπα ιερά, τον Ηρόδοτο, τον Ευριπίδη, τον Άγγελο Σικελιανό, και διαβάζοντας κείμενα αθάνατα, την ηροδότεια αφήγηση για τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, τις ολόφωτες σελίδες των ευριπιδείων Τραγωδιών, τις ερωτικές Επιστολές του Άγγελου στην Άννα. Εκεί, στη Σαλαμίνα, ρίγη βαθιάς συγκίνησης διαπερνούσαν σαν αχτίδες φωτός τα κύτταρα της ψυχής και του κορμιού μου. Εκεί, στη Σαλαμίνα, γράφτηκε μία από τις ενδοξότερες σελίδες της Αρχαιοελληνικής Ιστορίας, με την ήττα των βαρβάρων από τους Σαλαμινομάχους και την κορύφωση του αθηναϊκού μεγαλείου. Εκεί, στη Σαλαμίνα, γεννήθηκαν ο ομηρικός βασιλιάς Αίας ο Τελαμώνιος κι ο Μεγάλος Τραγικός μας Ποιητής, ο Ευριπίδης που, ζώντας απομονωμένος στις όμορφες αμμουδιές της, αγνάντευε τη θάλασσα, συλλογιζόταν το αίνιγμα της ζωής κι έγραφε τις αθάνατες Τραγωδίες του. 16
Εκεί, στη Σαλαμίνα, έζησε κι ο Άγγελος Σικελιανός, σ’ ένα σπίτι μικρό, δίπλα στη θάλασσα, απέναντι από το Μοναστήρι της Φανερωμένης. Κι αυτό το σπίτι το μικρό, το ζωγραφισμένο με το λευκό των σύννεφων και το βαθύ μπλε της θάλασσας, κατακλυζόταν από τις μελωδίες του λόγου του Άγγελου Σικελιανού, όταν έγραφε στην Άννα του: 7.5.1938, Σαλαμίνα. Πόσες φορές διαβάζω καί ξαναδιαβάζω τά γλυκά Σου λόγια καί μιά ὑπερούσια τρυφεράδα ὁγραίνει μυστικά τά βλέφαρά μου! Βλέπω τό γλυκό Σου χέρι πού τά χάραξε, τό σκύψιμό σου ἀπάνω στό χαρτί, ἀναλογιέμαι ὡς ἀστραπή τά Μάτια Σου (μοῦ χάνεται ἡ ἀναπνοή στό λόγο αὐτό) πού τά φωτᾶνε! … Εἶμ’ ἐδῶ καί κάνω ὑπομονή πολλή, εἶναι χρέος μου τούτη τή στιγμή. Ἔχω ψηθεῖ στόν ἥλιο, μές στά στάχυα, μές στά πεῦκα, μές στήν ἄνοιξη καί κάνω ὑπομονή, χαρά μου, ὑπομονή! Ὁ Θεός θά μέ βοηθήσει γλήγορα ν’ ἀνέβω, νά ξεκουραστῶ σιμά Σου! Ἄννα, εἶσ’ ὅλη μου ἡ ψυχή! Ήταν καλοκαίρι. Πριν από κάμποσα χρόνια. Κι εγώ… σ’ ένα πανέμορφο νησί του Σαρωνικού, τη Σαλαμίνα. Μέσα σε λίγες ώρες, όσες κράτησε η ημερήσια εκδρομή, ταξίδεψα μια τεράστια απόσταση, διανύοντας αιώνες, συναντώντας πρόσωπα ιερά, τον Ηρόδοτο, τον Ευριπίδη, τον Άγγελο Σικελιανό. 17
Είχε πια νυχτώσει… Μα, τι παράξενο! Εγώ, έχοντας πια φθάσει στο σπίτι μου, εξακολουθούσα να περιβάλλομαι από Φως, από ’κείνο το Άγιο, το Αβασίλευτο Φως της γραφής του Ηροδότου, του Ευριπίδη και του Άγγελου Σικελιανού.
Γιόλα Αργυροπούλου -Παπαδοπούλου
Από την ενότητα "Ακριβές Αναμνήσεις" της Ποιητικής Συλλογής "Νότες Νοσταλγίας".
18
ΨΗΓΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Βιώνοντας τη στέρηση, βυζαίνω τον ήλιο, γεύομαι τον αέρα, κοινωνώ την αρμύρα. Αστραφτερά ακρογιάλια, υφασμένα με προσμονή και κάτασπρα βότσαλα. Ανάλαφρα το κύμα γλύφει τις πληγές του αγέρωχου βράχου, πριν τον καταπιεί. Χαίρομαι αγναντεύοντας τον ίσκιο του γλάρου να βουλιάζει στο δειλινό. Απ' την πάχνη προβάλλουν οι πρώτες ηλιαχτίδες ανασταίνοντας τις αισθήσεις. Λαμπυρίζουν τα κοχύλια δίπλα στα ξεχασμένα, ηδονικά αναφιλητά απ’ το καλοκαίρι του χθες. Ψήγματα νέας ζωής… Σπύρος Αυλωνίτης
19
ΤΡΙΗΜΕΡΑ Μην περιμένεις να διπλώσεις τη ζωή σου σ'ένα γιορταστικό τριήμερο, σαν κι αυτά της Καθαρής Δευτέρας ή του Πάσχα, σα βγαίνεις θολωμένος απ' το μπετονένιο σου καβούκι με τραγούδια και κόρνες στους δρόμους, με γιορταστικές παράτες κι άλλα τέτοια. Πόσα άραγε είν' αυτά που στήνονται για να σ' απαλύνουν τον πόνο, να σε βγάλουν απ' τη σκληρή μιζέρια της καθημερινότητας που σε συνθλίβει. Κι εσύ περιμένεις ανυπόμονα αυτή τη στημένη γιορτή και κάνεις σχέδια γύρω απ' το καθημερινό τραπέζι. Φτιάχνεις με το μυαλό σου πλάνα για ταξίδια μακρινά κι ονειρεύεσαι! Συναντάς ανθρώπους από άλλες χώρες του βορρά ή του μακρινού νότου, σε ηπείρους που τις έμαθες μονάχα απ' το σχολείο. Κοιμάσαι σε κρεββάτια πολυτελών ξενοδοχείων κι ερωτεύεσαι ακατάπαυστα χαζεύεις σε πολύβουους δρόμους τις βιτρίνες κι εξαντλείσαι σε ατέλειωτες συζητήσεις με άγνωστους ως τότε συνοδοιπόρους που δε σου λένε τίποτα! Γυρνάς στο σπίτι σου εξουθενωμένος απ' το ταξίδι που δεν έκαμες! “ Άλλο ένα τριήμερο πέρασε”, σκέφτεσαι. Ένα ταξίδι, μια φανταστική διαδρομή που θα σε λύτρωνε απ' το βάρος της καθημερινότητας! Πόλα Βακιρλή-Γιαννακοπούλου 20
ΤΑ ΣΑΝΔΑΛΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ Σιμά στη δύση του καλοκαιριού, αγκυροβολώντας το βλέμμα σε γαλάζιο σεντόνι, στη φυλλωσιά της νιότης μου ξαποσταίνω. Νοσταλγικό σεργιάνι βγαίνοντας η μνήμη στον φλοίσβο πρωτόγνωρων κυματισμών, αναμοχλεύει η δροσιά της ψυχής μου. Σε ρόδινη τροχιά φτερουγίζοντας ο αναστεναγμός, χαμόγελο στο πρόσωπό μου ανατέλλει και φορώ ξανά τα σανδάλια της αντοχής. Μαρία Βαρταμτζίδου
21
ΟΝΕΙΡΟ-ΘΑΥΜΑΤΑ Ονειρεύομαι εκείνες τις γυμνές ώρες του νου που τα ακροδάχτυλα σαν από χρόνια σφιγμένα σεργιανούν τις πεθυμιές στο λυκαυγές του ουρανού, ως εκεί που σβήνουν κύματα πόθου αφρισμένα. Ονειρεύομαι του δειλινού όμορφα χρώματα έτσι που χύνονται στης θάλασσας το απέραντο, στα μάτια σου βυθίζεται της καρδιάς το πύρωμα και βάφει της ζωής μου κάθε γκρίζο απόβραδο. Ονειρεύομαι νύχτες με πανσέληνες Κυριακές στα υδάτινα του Ποσειδώνα τα μονοπάτια, μαγεμένες να χορεύουν στον αγέρα οι ψυχές της αγάπης η άνωσης να ‘ναι δικό σου θαύμα. Ονειρεύομαι όλο το γαλάζιο της Αλάσιας μετάγγιση σαν αίμα στις φλέβες της ομορφιάς σου και η κόκκινη αντιφεγγιά τής Θηραϊκής πέτρας στέμμα Κυκλαδικό από χρυσάφι στα μαλλιά σου.
Ονειρεύομαι, Παφία συ θεά του έρωτα χάδια μεταξένια στο αλαβάστρινο κορμί σου και ένα φιλί μεταλαβιά σαν αστραπής φωτιά που αναριγά και γεννά ξανά την ύπαρξή σου. Ονειρεύομαι σμίλευμα του χώρου και του χρόνου και της αλήθειας προσμονή εσύ αιώνων μούσα, με του Απόλλωνα τη λύρα στον κύκλο του χορού, Όνειρο-Θαύματα, γιορτές, πάντα εδώ παρούσα. Κώστας Βασιλάκος 22
ΕΛΑ ΚΟΝΤΑ ΜΟΥ, ΠΟΙΗΤΗ Έλα κοντά μου, ποιητή, φοβάμαι μη με τσακίσει η μοναξιά μες στης αδιάκοπης ζωής μου την ψευτιά. Έλα κοντά μου, ποιητή, και βγάλε από τους ήχους της θάλασσας αγγέλων μουσική. Έλα και με απλές λέξεις φώτισε την ψυχή μου, έλα και να διαλέξεις στεφάνι στην αγάπη για να πλέξεις. Πως μ' αγαπάει να μου λες, αν ζούνε μόνες οι καρδιές, πεθαίνουν απ' τον πόνο. Σύννεφα βλέπω εκεί ψηλά σχήματα να προβάλλουν, το πρόσωπό της φτιάχνουν και μου το παρουσιάζουν. Νιώθω σε όνειρο να ζω κι όπου και αν κοιτάζω πάντα εκείνη θε να δω, ακόμα και στον ύπνο μου τα λογικά μου κλέβει.
23
Μόνο δεν ήρθε σήμερα και πνίγομαι από θλίψη, πολλές είναι οι σκέψεις μου κι όπου κοιτούν τα μάτια μου βλέπω το όνομά της, δίπλα χιλιάδες σ' αγαπώ και τραγουδούν αγγέλοι, αχ, η ματιά της η καυτή να με τρελάνει θέλει. Παντελής Βέλκος
24
ΟΙ ΑΝΑΣΕΣ ΤΩΝ ΦΕΓΓΑΡΙΩΝ Οι ανάσες των φεγγαριών σκουριασμένες χειροπέδες στης έκστασης την ειρκτή. Κορμιά μισοφέγγαρα λουσμένα στου δειλινού τους καθρεφτες. Τώρα κυλιούνται στο επουράνιο πέλαγο του πάθους τους. Ζαφείρι-στέμμα και κραγιόν από ήλιο κοσμούν το ερωτικό τους ταπεραμέντο. Αντικείμενο της αγάπης αιθεροβάμων μίτος στους λαβυρίνθους της αμαρτωλής νυχτιάς.. Τσιρότο στον πόνο τους το παυσίπονο του χρόνου. Οιδιπόδειο αστρικό σύμπλεγμα ηδονικό φώς το ποτάμι των...δακρύων τους !.Πέτρος Βελούδας
25
ΘΕΡΟΣ ΕΡΑΣΜΙΟ Στην αυλή της Αγια-Μαρίνας κυπαρίσσια και σκαθάρια. Πυρώνει ο ήλιος. Μοσχοβολάει το νάμα στο ζυμωτό αντίδωρο. Μακαριότης. Αύρα λικνίζει την ψαροπούλα. Χρώματα της Κνωσού, λαμπάδιασμα μεσημεριού. Ο φλοίσβος ξέρει να αλμυρίζει την άνοστη απουσία. Μικρό καράβι αρμενίζει ανέμελο. Μου κουνάς μαντήλι. Μηνάω στα μελτέμια να σε προφτάσουν, πριν γίνεις ναυάγιο. Κάτω από την κληματαριά λικέρ περγαμόντο σε δίσκο ασημένιο. Οι δαντέλες της μνήμης απείραχτες στον χρόνο. Μόνον οι έρωτες είθισται να ξεφτίζουν ως μη υπάρξαντες… Φιλαρέτη Βυζαντίου 26
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ Ταξίδεψα με τ’ αγριοκαίρι και τον άνεμο. Σκόνη παμπάλαια ρούφηξα κι άπλωσα ένα χέρι στις καρδιές των ανθρώπων. Θυμήθηκα τον πόλεμο και ξεστράτισα, στην άκρη της νύχτας περπάτησα, στα στήθη και τις πολιτείες των ανθρώπων. Ταξίδεψα στην προσμονή και το χαμόγελο. Ταξίδεψα στα χελιδόνια της ειρήνης. Έπλασα ήρωες που απ' τα στήθη τους έβγαιναν όνειρα. Ένα καρβέλι ήταν τ’ όνειρο, μια μπουκιά ψωμί στους πεινασμένους, ένα φιλί πικρό και η Γνώση τρύπια, όμως μ' αυτήν πορεύτηκα. Έριξα ένα χαμόγελο στη στράτα μου κι ένα τσιγάρο ρούφηξα παμπάλαιας σκέψης. Απ' τη ζωή, μην περιμένετε περσότερα. Ένα καρβέλι είναι η ζωή, ένα χαμόγελο. Είναι ένα χέρι, μια καρδιά που σ’ αγκαλιάζει Είναι η ζωή Αγάπη κι ένα όνειρο. Είναι η ζωή Αγώνας, Δράση και Θυσία. Πυρπόλησα τους μύθους και τον πόλεμο κι η στράτα μας πλημμύρισε τραγούδια Πυρπόλησα τη φτώχεια και το Άδικο και γέμισα τη στράτα μου λουλούδια. Στερήθηκα χαμόγελα κι ένα κομμάτι ήλιου και με καράβι την «Ελπίδα» βάζω πλώρη για το Θιάκι. Ταξίδεψα στο σεληνόφως και στην πίκρα, σε κόσμους πυρωμένους με το Δίκιο.
27
Τους θησαυρούς των Ατρειδών δεν τους εζήλεψα, θυσίες τέκνων, συμφορές και πυρπολήσεις. Πήρα απ' τη ζωή το απόσταγμα, το φως και σύναξα τα δάκρυα και τις χαρές του κόσμου κι έστειλα τα χαμόγελα στον άνεμο σαν ένα ποίημα, ν' αρμενίζει μες στο Σύμπαν.
Γιάννης Γερόγιαννης
28
ΧΩΡΙΣ ΤΙΜΗ Έγραφε ποιήματα με υλικά ταπεινά, άναρχες λέξεις, απροσάρμοστες έννοιες, τυπογραφικά λάθη και χωρίς ορθογραφικό έλεγχο. Τα στόλιζε με συναίσθημα με αλήθεια με εντιμότητα. Τα έγραφε σε χαρτιά λευκά και κίτρινα, με γραμμές ή σκέτα. Κι έπειτα τα έστελνε σε φίλους. Κάποτε της είπαν να τα πουλήσει, μα δεν μπορούσε να βάλει μια σωστή τιμή στην ψυχή της. Έμειναν αδιάθετα Απούλητα «Ασύμφορο το χόμπι σου», της φώναξαν. Μα εκείνη δεν άκουσε. Είχε αυτιά μόνο σ' ό,τι της ψιθύριζε η καρδιά της. Ρένα Γεροντάρα
29
ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΕΤΟΣ 2021 ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ Όλα μοιάζουν καλοκαίρι. Οι φωτογραφίες δείχνουν τα στάχυα κατακίτρινα, τα καρπούζια ζουμερά και τη θάλασσα του ταξιδιού. Η Ανοιξη άφησε βίαια το χέρι της και άφησε τα δειλινά να βγάζουν πύρινα χρώματα τόσο δυνατά που με αιχμαλωτίζουν, με τυλίγουν ασφυκτικά στα πρέπει του καλοκαιριού. Λένε πως κάτι διεγείρει τις αισθήσεις. Είμαι απροετοίμαστη για το μέλλον, για τις αναμνήσεις, για να ζήσω αυτό που επιβάλλεται. Για το μόνο που νιώθω έτοιμη είναι τα θερινά σινεμά. Το καλοκαίρι τα ανεκπλήρωτα είναι σαν τις σκέψεις του Χειμώνα που επιζητούν γδύσιμο κάτω από τον ήλιο και σαν βροχή που δεν έρχεται τα ζεστά μεσημέρια που ο ιδρώτας κυλάει βασανιστικός. Είναι σαν το λευκό του Σαχτούρη και σαν την πανσέληνο του Ελύτη. Κουβαλούν μια γλυκόπικρη μελαγχολία σαν υστερόγραφο στις αποφάσεις μου. Μοιάζει διέξοδος το πέταγμα των γλάρων, η αναμονή για το κράξιμό τους, σαν μου μιλάνε να σηκωθώ και βουτώντας να γίνω γαλάζια. Κάπως έτσι να αποτινάξω τα άλλα χρώματα και να γίνω εφήμερα γαλάζια και κρυστάλλινη. Γνωρίζω από παλιά τη μυρωδιά απ' το αγιόκλημα, το πανηγύρι στο χωριό, την Έφη και την Κλαίρη στην έρημη πλατεία και δεν μπορώ να αρνηθώ πως έχει συνέχεια αγαπημένων μου στιγμών.
30
Είναι που θα ακούσω τον Αγγελάκα να μου πει πως η ζωή είναι γιορτή. Είναι ό,τι αγαπώ και άφησα στο τελευταίο κύμα του Σεπτέμβρη, με την παράκληση να μου το επιστρέψει πίσω. Είναι που είναι καλοκαίρι και είμαι ανέτοιμη να υποδεχτώ τον έρωτά του ...
Ντίνα Γεωργαντοπούλου
31
ΑΕΝΑΕΣ ΣΙΩΠΕΣ Αέναες σκέψεις στο εκκρεμές του νου, καράβια ταξιδιάρικα σ' άγνωστες πολιτείες. Πολύβουες σιωπές στης σιγαλιάς τα χρώματα, μουντές εικόνες στης ψυχής το αντάμωμα Χωρίς διέξοδο, δίχως παλμό προβάλλουν οι αναμνήσεις στης μνήμης τις οθόνες. Αναβλύζει η ελπίδα, θερμαίνεται η καρδιά, αβέβαιη η αγαλλίαση, ζητούμενο η εκκίνηση. Σφραγίδα στο παρελθόν, κάλεσμα στο αύριο, παιχνιδίσματα του μυαλού στους δρόμους της φαντασίας. Χρήστος Γεωργόπουλος
32
ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ Στη δίνη του χρόνου κάθε τι χάνεται, μάταια το γεγονός τη λήθη μάχεται, προσπαθεί κάποια μνήμη να βρει, ανεξίτηλο να μείνει, να διασωθεί, από κάπου ζωντανό να κρατηθεί, η μορφή του να μην αλλοιωθεί, Από τον χρόνο να μην κακοποιηθεί, παράλογα να μην εξιδανικευθεί. Ένα κρυφό μήνυμα να φανερώσει, ολόγυρα τη σοφία του να μεταδώσει, κάποιο ζωής δίδαγμα να παραδώσει, του πνεύματος η διαύγεια μη θαμπώσει. Τι δρόμο να πάρεις, ποιον να αφήσεις, να μην έχεις κάτι για να μετανοήσεις, από αόρατους φόβους μη λυγίσεις, σε απατηλές Σειρήνες μην υποκύψεις. Η συνέχεια των γεγονότων σε σημαδεύει, κάποτε τον έλεγχο της ζωής σού παίρνει, ένα αίνιγμα που στη ζωή σου λύση θέλει, επίμονο ερώτημα που απάντηση γυρεύει. Το κάθε γεγονός μελετά η Θεία Νέμεσις, στον κύκλο του θανάτου και της γέννησης. Των παλαιών γεγονότων τα γεννήματα, από τον ουρανό κινούν αόρατα νήματα, ήλιους φέρνουνε, άξαφνα τους παίρνουνε, σε ατελείωτες νύχτες σε παρασέρνουνε.
33
Ναυαγός στου χρόνου τον αχανή ωκεανό, παγιδευμένος από έναν αδιόρατο κλοιό που τη ζωή σου καθορίζει και σφραγίζει. Το ανερμήνευτο γεγονός, το λησμονημένο, στη μνήμη το κακώς μεταφρασμένο, είναι εκείνο που ευάλωτο θα σε αφήσει, τη μοίρα θα υφάνει που θα αποφασίσει τι θάλασσες έχει η ζωή σου να διασχίσει…
Μιχάλης Γεωργούλης 21.08.2018
34
ΕΛΠΙΔΑ Ο παράδεισος είναι γύρω μας … Το απέραντο γαλάζιο, υδάτινο και ουράνιο, που κοσμούν τη γη για να υπάρξει αέναα μέσα στο σύμπαν. Τα πέταλα των λουλουδιών, που σαν τα αγγίζεις νιώθεις την μαγεία μιας μεταξένιας υφής. Τα παιδιά, που παίζουν αμέριμνα στην άμμο και σου θυμίζουν πως ο άνθρωπος φέρει ομορφιά και χάρη.
Σαν θυμάσαι να δεις όλα αυτά, η καρδιά σου ανοίγει διάπλατα στο γήινο θαύμα και νιώθεις την αύρα ενός αιθέριου στοχασμού και την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο μιας καθημερινότητας, γένους θηλυκού, που τη λένε Ζωή! Σαν ξυπνήσεις το πρωί και βγείς στη μέρα, θα δείς μια δροσοσταλίδα να καθρεφτίζει μέσα από τις ανταύγειες της, οχτώ στεφάνια, σαν μεγάλα κολιέ, από τα πεύκα τριγύρω. Άφησε τα να γίνουν ταίριασμα στο λαιμό σου! Είναι η δόνηση για τις καλές μέρες, που αποζητά η ψυχή μας!
Γεωργία Γιαμπουράνη
35
ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ Απ' τα ψηλά της Τρίπολης, αγέρας μανιασμένος το καταχείμωνο περνώ και τα βουνά σμιλεύω. Στης Καλαμάτας το γιαλό γλαρόνι σεργιανίζω, στη λευτεριά του πέλαγου ξανοίγομαι γελώντας. Στο Ναύπλιο νερό κυλώ, τα χίλια σκαλοπάτια γλιστρώντας χαϊδεύω, τα λόγια τους ακούω στάλα τη στάλα στο κοίταγμα του Χρόνου. Στης Σπάρτης τον καιάδα ρίχνω τις σκέψεις τις θλιμμένες, ανάσες αισιοδοξίας να μυρίσει ο Νους κι η ψυχή να γαληνέψει, ξαποσταμένη να ξεδιψάσει στη δροσιά της πεδιάδας. Χρυσαφένιος ρόδακας τον κυανό λαιμό της Φοινικούντας με ουρανό κι αλάτι περιδένοντας στολίζω. Πέτρα ανάλγητη στο κάστρο της Μεθώνης μέρα τη μέρα με σκαλίζει 36
υπομονετικά ακούω τα όνειρα των ανθρώπων στου μέλλοντος τα ηλιοβασιλέματα. Τα σώματα των κορυφογραμμών χορεύουν, αέρινα λικνίζονται στο σφύριγμα της Ιστορίας. Κι αυτή σου η γωνιά μια εξαίσια μουσική, τόπε γαλανέ, πολύπαθη γη, αγαπημένη. Ντίνος Ι. Γλαρός
37
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ Δεν ήθελε δάκρυα στην αποβάθρα -το θυμάται... Σε μακρινές πολιτείες πλανεύτηκε Σε μαγικές χώρες Εσπερίδων αλώθηκε και με αφηνιασμένα λαλήματα πετεινών μέθυσε Σε κρεβάτια με Αφροδίτες πλανήτης πλανήθηκε. Με στίχους αποκοιμήθηκε σε ράγες τρένων Σε ρότες πλοίων έρωτες αγνούς αρνήθηκε και αγνούς να μολύνει αρνήθηκε -θυμάται... -θυμάται... -θυμάται... Πρόστυχα που μολύνθηκε -θυμάται... Την αιτία στο λιμάνι που μπάρκαρε -ξέχασε… Ασύλητη η ψυχή του δεν ανοίχτηκε ποτέ στο μακρινό κι ιδανικό ταξίδι που ονειρεύτηκε, τι φτωχός κι ανίδεος που επέστρεψε -τον λύπησε...
Τώρα η χώρα των Λωτοφάγων ένα φυλλάδιο του σφράγισε...
38
Με αφηνιασμένα λαλήματα πετεινών η μπουρού εν σταυρώ στο λιμάνι ΄΄τω αγνώστω΄΄ ταξίδι αναγγέλλει Το δικό του ταξίδι...
Γιώργος Γούναρης gg@12/2014
39
ΑΝΑΡΜΕΝΟΣ ΕΡΕΤΗΣ Ερέτης Μνήμης γίνηκε σήμερα τούτο το βροχολόι το απρόσμενο. Πραμάτεια στιγμών φόρτωσε στο πλεούμενο τ' αραχνιασμένο και κίνησε. Ατίμονο, ανίστιο, με κόντρα τον καιρό, το άγνωρο το όνειρο κυνηγώντας. - Πού πας αφρόντιστο κι ανάρμενο, δίχως πυξίδα κι οδηγό, της καρδιάς μου της μικρής καράβι; Την τρίαινα άδραξε ο Ποσειδώνας και βρυχάται. Ο Κύκλωπας να σ' ανταμώσει καιροφυλακτεί. Σκύλλα και Χάρυβδη να σε συντρίψουν προσμένουν. Κι εσύ; Με πανί την αφοβιά, με ραγισμένο το κουπί, με τον Αίολο να ‘χει ανοίξει τους ασκούς σαρκαστικά, πορεύεσαι!!! - Χρόνο δεν έχω πια εμπόδια να νοιαστώ! Θωρώ ορίζοντες ανοιχτούς, που δεν διάβηκα στης νιότης το ξαστέρωμα. Σειρήνες ακούω μαυλιστικά να με καλούν. Η ώρα ήρθε! Ναι! Αφήνομαι! Πετώ το βουλοκέρι και Λεύτερη ξανοίγομαι, για όσα δεν τόλμησα.
40
Γλαροπούλι ζυγιάζομαι στον αιθέρα και κρώζω μεσοπέλαγα. Πλώρη για του ουρανοθάλασσου το σμίξιμο! Είπε και σώπασε. Στο πούσι χάθηκε, μ' ομίχλη σμιλεμένη. Κι απόμεινα εκεί! Τη σιγαλή βροχή ν' αφουγκράζομαι, το νοτισμένο χώμα ν' ανασαίνω, σε ονειροκύματα ταξιδεύοντας. Εκεί… 6 Μάη 2019
Αρετή Γουργιώτου ΦΥΚΟΕΣΣΑ "ΕΣΩ ΙΡΙΔΙΣΜΟΙ " ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΕΡΓΙΝΑ 2019
41
Ο ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΗΣ ΘΕΟΣ Πάλι κι απόψε κλαις, ήρθαν βροχές πολλές στην πόρτα σου ξανά κι εσύ, όμως, άνοιξες την ίδια αγκαλιά που ‘χες από παλιά, μα μια φωνή στην πίσω άκρη ενός μυαλού που στάζει δάκρυ, ρωτάει πώς άντεξες.
Ο από μηχανής θεός που βγάζει τα όνειρα στο φως και πάντα με την όμορφη αλήθεια του σε ντύνει είναι ο άλλος σου εαυτός, ο κλειδωμένος κι ανοιχτός που στην ψυχή σου σκηνικά για θαύματα σού στήνει. Ο από μηχανής θεός απλά είσαι εσύ. Σαν θαυματοποιός, χρόνια ηθοποιός στις ίδιες τις σκηνές γράφεις τον ρόλο σου. Μες στο καπέλο σου ζούνε τα θέλω σου, μα σαν το κόλπο σου πετύχει, θα παίζουν της καρδιάς οι ήχοι το πρώτο σόλο σου.
Κατερίνα Γρηγοράτου
42
ΕΛΕΓΕΣ... Σαν σκοτεινιάζει στου μυαλού τ' αχαρτογράφητα όρια δυο φάροι τα μάτια σου που φωτίζουν τη ρότα μου. Έλεγες… Στον βωμό των σφαλμάτων το φιλί σου στεγνώνει το πρόσωπο και μια ανεμώνη ανθίζει ζερβά στων χειλιών μου την άκρη. Έλεγες… Τις φλογισμένες νύχτες τα διψασμένα μου όνειρα δροσίζει ο απόηχος της ανάσας σου. Έλεγες... Στις γραμμές του προσώπου μου θέλω να γράψεις την ιστορία μας Έλεγες… Και κοιτούσες τα κύματα και μετρούσες τ' αλάτι και φιλούσες τις θύελλες. Έλεγες έλεγες έλεγες μια φορά κι έναν καιρό. Σταυρούλα Δεκούλου 43
ΨΥΧΗ, ΑΛΗΘΩΣ ΚΡΥΒΕΣΑΙ Η Ψυχή πάλλεται στις ακρώρειες του Υπάρχω.. Σε μία Άνοιξη που δεν φέρνουν χελιδόνια, αλλά Συναισθήματα αβάφτιστων Θεών.. Ψυχή, αστέρι του σώματος ή ο πιο λαμπερός πλανήτης του νοός, που ποτέ κανείς δεν είδε… Θεές και Θεοί, γυναίκες και άντρες, κορίτσια κι αγόρια, γερόντισσες και γέροι, ψηλά, πολύ ψηλά την έχουν στο λεξιλόγιό τους, χωρίς ποτέ επακριβώς να την περιγράφουν, χωρίς ποτέ στο τραπέζι της να συμφάγουν. Χωρίς ποτέ στο στήθος ή στο χέρι τη μορφή της να ζωγραφίσουν, ως Είναι, κι όχι, ως την φαντάζονται… Ψυχή, αληθώς κρύβεσαι, γιατί, αν αποκαλυφθείς, οι άνθρωποι θα σε θανατώσουν…
Νίκος Δημογκότσης
44
ΑΙΩΡΗΣΗ Είχα αφήσει για χρόνια τη συνήθεια να έχω διαθέσιμο σε πρώτη ζήτηση το λευκό σημειωματάριο στο κομοδίνο για τις κρίσιμες στιγμές της νύχτας και να το χαιρετώ με μια ματιά, πριν βυθιστώ στον ύπνο, σίγουρος πως δεν κοιμάμαι μόνος. Όταν ήρθε η ευλογημένη στιγμή να αναστήσω την παλιά συνήθεια με τον καταιγισμό των στίχων στην ψυχή, οι λέξεις χάθηκαν στο λευκό και τα ματωμένα ποιήματα της εφηβείας, έκαναν περίπατο χέρι-χέρι με τον ωριμότερο των βηματισμών. Το χάραμα με έβρισκε άυπνο να γράφω με το βλέμμα στο κενό συλλαβές που δεν γνώριζα ότι θα πετούσαν στο διάστημα ολόκληρες δεκαετίες καλώντας με σε μακρινά ταξίδια.
Έτσι, άρχισε να ξηλώνεται το ποίημα, έγινε λέξεις, έπειτα συλλαβές κι έπειτα γράμματα αιωρούμενα που τα ανάδευαν με δύο κινήσεις έφηβοι, γέροι και παιδιά. 45
Στη διαιώνια πορεία, όσο πιο μόνος ήμουν, τόσο αγαπούσα τους ανθρώπους κι, όσο έφευγα μακριά, τόσο γινόμουν πιο μεγάθυμος. Άλλωστε, ετοιμαζόμουν επιμελώς και διαρκώς για το χωρίς επιστροφή ταξίδι που χωράει όλες τις αναβολές, αλλά ακύρωση καμία. Τέλος, κατέφυγα στους μεγάλους απόντες μου και διαπίστωσα ότι, φορές, τα ίχνη που αφήνει κάποιος πίσω του είναι ισχυρότερα κι από την ίδια του την παρουσία.
Γιώργος Δουατζής
46
ΤΑΞΙΔΕΥΤΕΣ Ταξιδευτές ονειροπόλοι Των ανεξερεύνητων διαδρομών Θηρευτές Κινήσαμε με την αυγή Μάτια φλεγόμενα Ψυχές ανταριασμένες
Στα κύματα παλέψαμε Με θάρρος που ‘κρυβε τον φόβο μας Γευτήκαμε ήττες Χαρήκαμε νίκες Μεθύσαμε από ομορφιές Πενθήσαμε απώλειες Μα συνεχίσαμε Τολμηροί καπεταναίοι κοιτώντας μπροστά Υποτασσόμενοι στο κάλεσμα του άπιαστου ονείρου Άτια ατίθασα Τι κι αν ο άνεμος μας έπαιζε παιχνίδια Συνεχίσαμε Η ψυχή μας να ξεδιψάσει Να χορτάσει τα πλούτη της ζωής… Αθηνά Ζωγράφου
47
ΤΟ ΠΡΟΣΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΘΕΡΟΥΣ Τον αέρα παρακίνησα, να φωνάξει το καράβι φορτωμένο μ' όνειρα να ‘ρθει και να το πάρει. Το Θέρος μόλις ξεκινά και το καράβι άπλωσε πανιά, σε τόπους γνώριμους να πάει, να ζωντανέψει τ' όνειρα, ζητάει! Τα χρυσάνθεμα να δει απλωμένα στο νησί, καθώς τα θαλασσοπούλια στ' ακρόβραχα πετούν και τραγουδούν! Οι ανεμόμυλοι στητοί με τους φάρους συντροφιά περιμένουν το καράβι Στο λιμάνι να πάει!
Πρόσταγμα του Θέρους, ιερή στιγμή όλη η πλάση σε υποταγή το καράβι του, να το δεχτεί! Κωνσταντίνα Ηλιοπούλου
48
Καλοκαιράκι, καλοκαιράκι, στέκομαι στους πρόποδες του Ιούνη, όχι για να τον καλωσορίσω, η καρδιά σφιγμένη, η ματιά τσαλακωμένη, μαραζώνει η ψυχή μου, ιδρώνει και η καρδιά. Καλοκαιράκι είναι, θα μου πείτε, όμως δεν το αγαπώ, αλλά θα το ζήσω. Μακάρι να ήταν η εποχή μόνο τα βάσανα του κόσμου! Κατερίνα Ηρακλέους
49
ΣΕ ΕΙΔΑ Μπροστά στα τείχη σε είδα, με πείσμα να καρφώνεις ξύλινες σκέψεις στο μυαλό σου σκαρώνοντας ταξίδια.
Στ' ανάκλιντρο σκάλιζες με τα μάτια σου το φεγγάρι κι έγραφες το παράπονο αντάμα με τη μοναξιά σου. Σεργιάνιζες στους μυστικούς ήχους του σύμπαντος ατενίζοντας τους αριθμούς στην υποτείνουσα της ζωής. Έκλεισες τις σκιές του θανάτου μέσα στα μάτια σου κι ο εφιάλτης έριξε φως στα αιώνια ιδανικά σου. Στοχαστικό στις πλατείες του κόσμου, ξυπόλητο σε είδα την ηθική να εκμαιεύεις ανασταίνοντας την ανθρώπινη ψυχή. Με τη φαρέτρα σου γεμάτη οράματα μεταλαμπάδευες σοφία και πολιτισμό, κατακτώντας τα πέρατα του κόσμου.
Καρφωμένο το βλέμμα σου, τη συγχώρεση έριχνες μοιράζοντας αγάπη, λησμονώντας τον Γολγοθά σου. Μετά από χρόνια σ' άγνωστους χάρτες περιπλανιόσουν με της ελπίδας το σκαρί, να μεγαλώσεις κι άλλο τον κόσμο. Κι ύστερα, κάτω από μια λάμπα, έσκαβες την έρημη γη λαχταρώντας να ανθίσει και να βγάλει καρπούς. Σαν αστραπή ταξίδευες μ' ένα χτύπημα ειπωμένα λόγια βάζοντας τελεία και παύλα στη μέχρι τώρα σιωπή τους. 50
Φιλοσοφούσες με την εμπειρία στην κριτική των ιδεών ν' αλλάξεις τον άνθρωπο στης αλλοτρίωσης τη συνείδηση. Γρίφους έλυνες κι έψαχνες χώρο, χαμένος στις εξισώσεις παγώνοντας τον χρόνο στις παρυφές του σύμπαντος. Να γιατρεύεις ανοιχτές πληγές, σε είδα, στους φοβισμένους, πρωταγωνιστής στης επανάστασης τα φθαρμένα μανιφέστα. Στην παλέτα της γης, τα χρώματα ζωγράφιζες όλα ίδια κι έχω ένα όνειρο, είπες, καλύτερη ζωή και δικαιοσύνη. Κι όμως ακόμα δεν ξέρω ποιος είσαι, σε σπάνια βιβλία και σε χαραγμένα γράμματα πάνω σε μάρμαρα σε συναντώ. Κι, όταν κάποτε ρώτησα το όνομά σου «Άνθρωπος!», φώναξες «Άνθρωπος που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο!»
Αντώνης Θαλασσέλης
51
ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ Σ' αναζητώ, σε ψάχνω απελπισμένα, στα σκοροφαγωμένα συρτάρια του μυαλού μου. Αφού το ξέρω πως κάπου εκεί μέσα τριγυρνάς, γιατί να μη σε βλέπω; Σ' αναζητώ, σε ψάχνω απελπισμένα, γύρω μου, πλάι μου, σιμά μου. Κι είναι το δωμάτιο λιτό με λίγα έπιπλα, γιατί να μη σε βλέπω; Πόσο καλά κρυμμένη είσαι πια; Ή μήπως φταίει που γέρασα και δε βλέπω πια καλά κοντά; Βγήκες, δε βγήκες από της Πανδώρας το κουτί; Ή μήπως μέσα εκεί γύρισες για τιμωρία μου; Μα όχι, πώς; Ελπίδα είναι το όνομά σου κι ελπίδα σκορπάς! Πόσες φορές δε σε ‘πιάσανε στα χέρια μου και μ' οδηγούσε! Και πόσες σε ‘ψαχνα ξανά…Πόσες!!! Ποιος άφηνε ποιον, αναρωτιόμουν ψεύτικα, αφού πάντα εγώ σε άφηνα να γλιστράς, να πέφτεις να τσακίζεσαι. Τόσο εύθραυστη που είσαι… Πόσο άθλια σου ‘χω φερθεί ελπίδα! Ίσως για αυτό δε βλέπω πια που κρύβεσαι. Βαρέθηκες να πέφτεις, να τσακίζεσαι από τα χέρια μου. Αχ! Πόσο ψεύτικα ηχούν πάλι τα λόγια μου! Φταίει που σ' έχασα τόσες φορές. Φταίει που γέρασα, που απόκαμα και ξέχασα πως είναι το κυνήγι σου… Μαρία Θεοδοσάκη 52
ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΣΤΑ ΠΡΥΜΑ Έμπαινε μες στη σκούνα της…σαλπάριζε, άφηνε τον αγέρα να την οδηγεί… στην κιβωτό της μνήμης της..πανιά… κατάρτια αποζητούσε… λιμάνια…κάβους έδενε… πότε υπήνεμους… κι άλλοτε φουσκοθαλασσιές… τσουνάμια να την βρέχουν… Κατάφερνε…εγλίτωνε στο κάλεσμα σειρήνων της ξηράς της… ωσάν ως άλλος Οδυσσεύς δεμένη στο κατάρτι της ζωής της … Στης μνημοσύνης τη φαρέτρα της προσέτρεχε… μύθους παλιούς…ως γητευτές... καθώς πίκρες…καημοί … ναυάγια ανομολόγητα βαραίναν την ψυχή της… με το κατάρτι αγκαλιά…με προσευχές στον Ποσειδώνα έστελνε χοές … στη θάλασσά της νηνεμία να κρατεί, τους πεθαμένους ήρωες εξαναγένναε απ' αρχής… που τους ετουφεκίσανε οι άγριοι δράκοι της ζωής της … Ήρωες αγνοί…ωραίοι…απόλυτοι, σχεδόν ιδανικοί… δεν το ‘ξερε …δεν το φαντάζονταν… τόσο μικρή που ήτανε..
53
πως ένας κόσμος άλλος…ο ιδανικός είναι και πρέπει στα βιβλία μοναχά… για να ορίζουν δίκαια τον λογισμό τ’ ανθρώπου… Δεν της ταιριάζαν διόλου οι αποχαιρετισμοί και τα μνημόσυνα απεχθάνονταν… σημαντικών ηρώων… ήταν που… δεν ετόλμαε… χωρίς την αύρα τους δύναμη ανεμοστρόβιλου που όλα τα ανατρέπει ετούτη την πεζή που της τρατάρανε ζωή… στην απουσία τους… το μικρό του κόσμου τούτου να αντέξει. Στο πιο ψηλό κατάρτι αρμενίζοντας, με τον καιρό στα πρύμα, εμέθαε… γαλάζιο ατλάζι το ταξίδεμα κι αν ο μικρός της αστρολάβος εμπερδεύονταν, ξεμάκραινε…αχνόφεγγε…έσβηε τη μακρινή Ιθάκη… ήταν το χέρι στη μανέτα της ψυχής, ήτανε το ταξίδι που εμέτραε το καθημερινό… αυτό που ασήμαντο εφάνταζε, αυτό το ολίγον… το ελάχιστα μικρόν που στην αρένα της ζωής καθημερνά… στη ρότα της χαμένης της Ιθάκης οδηγούσε. Σάμπως μες στο ταξίδι της … μικρές – μικρές Ιθάκες…δεν αντάμωσε… δεν γεύτηκε…δεν ηύρε;… Σοφία Θεοδοσιάδη
54
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΓΛΑΡΟΥ Χθες το βράδυ ονειρεύτηκα ένα λευκό πλησίασμα μες στου πελάγου την ποδιά. Σαν της γιαγιάς τα γινωμένα φρούτα που τα τσιμπολογούν δάχτυλα νεογέννητα σε μια μάλλινη χούφτα. Ήταν, λέει, ο γλάρος μου που τα τεκμήρια της ζωής και στίγματα από λέξεις ράμφιζε με επιμονή στης σκέψης μου τα κύματα. Και τα ταξινομούσε σε πέταγμα επαλήθευσης μέσα σε αναμνήσεις. Να μη χαθεί ο προορισμός, μου είπε, σε πτήσεις αχαρτογράφητες. Έτσι ξύπνησα απ' το κρώξιμο ενός γλάρου συνωμότη και μιας ελπίδας ανακούφιση κάθε μου αναχώρηση να έχει τροχιά αναπόφευκτη στου γλάρου μου τον στόχο. Ελευθερία Θεοδώρου
55
ΓΛΥΚΟ ΜΥΣΤΙΚΟ Ψάχνω ένα ρόδο του Απρίλη να σου χαρίσω! Μια μελωδία τρυφερή να σου τραγουδήσω! Ψάχνω λόγια να βρω, να σου πω το μυστικό, που καίει σαν φλόγα στο στόμα το μυστικό, που δεν σου το είπα ακόμα. Ψάχνω ελεύθερη πένα να γράψει για σένα, για μένα. Χωρίς ενδοιασμούς, με πάθος ασυγκράτητο, ασίγαστο, ατελέσφορο, απροσμέτρητο, τα λόγια εκείνα που κρύβουν τα κρίνα. Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ. Τρέμει η καρδιά μου σαν βροχή στο πυρωμένο χώμα, σαν φλόγα στ' αγέρι.
56
Σου έπιασα το χέρι, Χαμογέλασες και γέμισε η νύχτα μου αστέρια κι η μέρα μου λευκά περιστέρια. Σ' αγαπώ, τίποτε λιγότερο από αυτό και μόνο περισσότερο κάθε μέρα… -Αγάπη μου, καλημέρα! Θεοφανώ Π. Θεοχάρη
57
ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΑΞΙΔΕΥΟΝ Ένα ταξιδεύον καλοκαίρι φτάνει, ως κουρσάρος με πάθος στις αποσκευές. Έρχεται να πυρώσει φλογερούς Έρωτες. Και δεν ρώτησε ποτέ πόσο ιδρώτα αντέχουν να δώσουν δυο κορμιά, για να σβήσουν τις αδηφάγες φλόγες που τα πυρπολούν ανελέητα. Ένα ταξιδεύον καλοκαίρι, με τις δάδες του Ηλιάτορα ζωσμένο. Στη φαρέτρα του, φλέγουσες αχτίδες, σαν τόξα γρηγορόφτερα του Έρωτα. Διατάζει πυρ! Διατάζει Πάθος! Και δεν ρώτησε ποτέ πόσες δέσμες πύρινων αχτίδων αντέχουν τα τείχη των Ψυχών. Διατάζει: «Κυρίευσε, Έρωτα, καρδιές!»
Και ο Έρωτας τις κυριεύει, καβάλα στο ταξιδεύον σώμα του καλπάζοντος καλοκαιριού. Δένει καρδιές με πύρινες αχτίδες. Αιχμαλωτίζει διψασμένα σώματα που έρωτα αναζητούν σε πηγές θαλάσσιες και στρώνει νικητήρια ανάκλιντρα! Καλύπτει τη γύμνια τους με κόκκινες ανατολές και δύσεις.
58
Και, όταν τα φλογισμένα από πάθος σώματα ψάχνουν δροσιάς ανάσες, το καλοκαίρι στάζει φιλί νέκταρ απ' τον χυμό των ώριμων φρούτων του.
Έτσι εξιλέωση παίρνει για ό,τι πυρπόλησε στο ταξίδι του. Κι άφησε πίσω του φλέγοντα κορμιά, στον έρωτα παραδομένα. Γι αυτό φρόντισαν οι άγγελοί του κι έριξαν στην αγκάλη του τα πιο γλυκά, χυμώδη φρούτα! Σαν μοιράζει φλόγες πάθους σε αγκαλιές να έχει να κερνά δροσιά, ψυχές και σώματα! Στου Καλοκαιριού τη φλεγόμενη ανάσα περπατούν οι ερωτευμένοι και ανάβουν κόκκινες λαμπάδες, στο μπόι των ερώτων τους. Εις μνήμην ενός καλοκαιριού που το ταξίδι του τελειώνει. Δες την Πανσέληνο του Αυγούστου, γι αυτό στέφθηκε βασίλισσα Πανσελήνων. Τόσες λαμπάδες φέγγουν εντός της, προσφορά όσων Έρωτα κέρασε το καλοκαίρι. Και Εκείνη, φωτεινή, το αποχαιρετά, ευγνωμονούσα για το Φως της! Βάσω Ιορδάνου Κοσμίδου
59
ΣΕ ΠΟΙΟ ΦΙΛΙ; Άρωμα της αρμύρας στο δέρμα του μαρμάρου κι αχτίδα ηλιοπόρφυρη πυρακτωμένου Αυγούστου, σε ποιο φιλί συναντηθήκαμε κι αλλοφρόνησε ο σφυγμός; Γαβρίλης Ιστικόπουλος
60
ΑΤΙΤΛΟ Χωρίς έλεος διαδρομής ή κρυφοστέναγμα, μ' όλη τη ρευστή φωτοχυσία της ρόγας, της πρωτόπλαστης, χωρίς μήλα ηχοληψίας, ή φωτοκύτταρα πάθους ευέλικτης φθοράς, γήινοι, προσκολλημένοι στην αυτάρκεια της ψυχής, μ' ένα τρίποδο μένος κοιτώντας μέσα μας σπορίζοντας την όσφρηση του πνεύματος τη μετοικησία της λέξης επικαλώντας χωρίς έλεος διαδρομής, αποκρυπτόμενοι, μ' έναν δυόσμο στα χείλη κι ένα φως οικείο ν' αδράχνει μερίσματα πολυώδυνα κι ένα μετακαρπερό του χρόνου εκχύλισμα, χωρίς έλεος διαδρομής, αποκυμάτιστοι, με την αγάπη σαρκοφάγο ή δωροδέκτη, μακρόθυμη – κιθαριστή – ξεπνοημένη, χωρίς έλεος διαδρομής ή κρυφοστέναγμα μ' ένα βυζασταρούδι λόγο, μ' ένα βύθισμα, στ' ανατρεμάμενο της γης κωδωνομάγουλο χωρίς έλεος διαδρομής ή κρυφοστέναγμα στην όψη τη γλυκιά, στου φέγγους σου το θάμα! Κώστας Καρούσος
61
ΤΑΞΙΔΙ στα ΚΥΘΗΡΑ Ταξιδευτή…συλλάβισε το όνομά του, και θα γευτείς το νόημά του, μέσα απ' του σώματος τούς ήχους, τους μυστικούς παλμούς και κτύπους. Το ΚΥ γεννιέται απ' το λαιμό σαν όνειρο για πηγαιμό, το ΘΗ γεννιέται απ’ την καρδιά, ο θαυμασμός με απλοχεριά, το ΡΑ γεννιέται απ’ το υπογάστριο και η χαρά γίνεται άστρο. Όνειρο, Θαυμασμός, Χαρά, και η ζωή θα προχωρά, όχι μονάχα ως ικεσία, μα σαν θεσπέσια πανδαισία του έρωτα και της γαλήνης. Ταξιδευτή…εκεί να μείνεις!!! Νικόλαος Κασιμάτης (Νικάριος)
62
ΕΡΩΣ ΤΑΞΙΔΕΥΤΗΣ ΣΤΟ ΘΕΡΟΣ Κι εγώ να ξέρεις θα σε προσμένω στη βρύση που πας για νερό, κρυφή μου αγάπη, φιλί δοσμένο, θα σε προσμένω στη βρύση που πας για νερό. Δροσιά σου φτιάχνω, ψηλό πλατάνι, κι εγώ μια σκιά που περνώ. Κερνάει ο έρως πικρό βοτάνι, με πάει σεργιάνι βαθιά σου, σκιά που περνώ. Φορτσάτη μέρα! Φωτιά και λάβρα! Καλοκαιράκι, πώς να στο πω; Πανί λευκό, ματάκια μαύρα, ταξίδι πάρε με μακρινό, καράβι, καραβάκι, στη λάβρα σ' αγαπώ! Αχ, κοριτσάκι, αστράκι στο σύθαμπο! Στις θαλασσιές σου φορεσιές, στα πέλαγά σου, πάρε με ταξίδι θερινό. Λαλεί τ' αηδόνι. Με τα φτερά σου πετώ σε πρωί δροσερό. Με καίει ο Ήλιος, μα στα φιλιά σου, στην αγκαλιά σου μυρίζει πρωί δροσερό.
Στο κλήμα επάνω κρυφό δοξάρι. Του θέρους γλυκός μελωδός. Το πρόσωπό σου προσκυνητάρι, γυμνό φεγγάρι, δικός σου ο γλυκός μελωδός.
63
Φορτσάτη μέρα! Φωτιά και λάβρα! Καλοκαιράκι, πώς να στο πω; Πανί λευκό, ματάκια μαύρα, ταξίδι πάρε με μακρινό, καράβι, καραβάκι, στη λάβρα σ’ αγαπώ ! Αχ, κοριτσάκι, αστράκι στο σύθαμπο! Στις θαλασσιές σου φορεσιές, στα πέλαγά σου, πάρε με ταξίδι θερινό.
Γιώργης Π. Κασιμάτης-Δρυμωνιάτης
64
ΤΑΞΙΔΙ Ξεκινήσαμε νωρίς με κατεύθυνση Δυτική αναζητώντας τη «μικρή, άσπρη παραλία». Πανευτυχείς, φορτωμένοι τη συνέχειά μας σ' ένα τεράστιο κεφάλι βαρύ από γνώσεις, πληροφορίες, χάρτες, υπολογισμούς, νούμερα. Δυσκίνητο. Άκαμπτο. Και μια, δυσανάλογα, μικρή, κόκκινη πεταλούδα, ξεχασμένη στον ώμο, ελεύθερη, εύκαμπτη, στραμμένη Ανατολικά που εντέχνως δεν μας έδειξαν, που επιμελώς αγνοήσαμε.
Το ισοζύγιον ανισοβαρές. Τα προγνωστικά του καιρού δυσοίωνα. Απομεσήμερο. Η μικρή πεταλούδα απογοητευμένη από την άρνηση πέταξε μακριά…
65
Και μεις, μόλις που αντιληφθήκαμε το μέγεθος της αστοχίας μας, εξουθενωμένοι από τους κραδασμούς των απωλειών μας. Στεγνώσαμε. Μείναμε μόνοι. Χαθήκαμε… Φωνάζω χάθηκα. Φωνάζω αλλάζω. Φωνάζω αντιστέκομαι… Σωριασμένο στον καναπέ το άλλο μου μισό με κοιτάζει αδιάφορα… Άννα Κατσαμάκη
66
ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ Έβρεξε χτες βροχή από πέταλα άνοιξης, ξηραμένα φυλλοβόλων και κρυσταλλάκια χιονοθύελλας, καταμεσής του Αυγούστου. Εμείς λείπαμε πάλι. Διακοπές αποκαλόκαιρου. Κάθε χρόνο, ίδιος μήνας, ίδια ραστώνη, φέτος πιο «κοιμιστική». Ξεφτισμένο το ψάθινο καπέλο, το τζιν σορτσάκι, δυστυχώς, μίκρυνε κι άλλο… -αλίμονο, παχύναμε! Η μαρμελάδα σύκο δένει στη μαρμίτα της αυλής. Και εμείς, ξανά, για άλλον έναν Αύγουστο να ξεφλουδίζουμε καρύδια. Χρόνια αγωνιζόμαστε, να πετύχει η βαφή στα νήματα. -Καρυδί-Κάθε Αύγουστο, στις δεκατρείς… θυμάσαι ; -Ξεχάσαμε να γράψουμε τη συνταγή και πάλι θα φύγει ο μήνας πεισμωμένος. ****
67
Έβρεξε χτες βροχή αυγουστιάτικη. Σε δύο μέρες το πανηγύρι της Κοιμήσεως. Πώς να κρατήσουμε αποστάσεις απ' τις μνήμες; ΠΩΣ; Κατερίνα Κολιοφώτη
68
ΑΔΙΚΑ ΨΑΧΝΕΙΣ ΤΗΝ ΙΘΑΚΗ Λιμάνι ψάχνεις στη φουρτούνα των καιρών, σαν καρυδότσουφλο η βάρκα σου μπατάρει, σκούριασε η άγκυρα στη λάσπη των βυθών, μουχλιάζει άδοτο το μάννα στο αμπάρι. Μουντός ορίζοντας στο βάθος ξεψυχά, τον αστρολάβο σου περιγελούν τ' αστέρια, καραδοκούν οι ύφαλοι στα σκοτεινά νερά, με άδεια τα ράμφη τους γυρνούν τα περιστέρια. Χρόνια-ναυάγια σ' έχουν δέσει με σκοινιά, μια λάγνα Κίρκη το μυαλό σου ανταριάζει, σαν το τυφλό σκυλί ο νόστος αλυχτά και των ονείρων το νησί αργά βουλιάζει. Δέρνει η οργή του Ποσειδώνα το σκαρί σου, ένας Κανένας είσαι, έμεινες μονάχος, βορά στα όρνια οι συντρόφοι κι η ζωή σου, θεριό ανήμερο παραμονεύει ο βράχος. Σάπια κουπιά λάμνουνε δίχως προορισμό, τ' αυτιά σου έκλεισες στης μάντισσας τα λόγια που κράτησε άταφο στα χείλη τον χρησμό κι άδικα ψάχνεις την Ιθάκη μ' ευχολόγια. Σοφία Κοντογεώργου
69
LAMENT ΓΙΑ ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ Εγώ. Κάτοικος κάποτε του θέρους. Σε μια ασημόλευκη αντανάκλαση άνυδρων βράχων, σ' ένα βαραθρώδες τοπίο, όπου μονόλογοι ραγισμένου κατόπτρου και αναμνήσεις πεύκων και κυπαρισσιών.
Εγώ. Ένοχος προοπτικά. Έπειτα αιωρήθηκα πάνω από μια περιδινούμενη θάλασσα. Με αόμματες φώκιες Monachus monachus και χελώνες Caretta caretta εκτός σχεδίου. Σ' ένα παιχνίδι, όπου στο Αιγαίο, σήματα κινδύνου και λέξεις από διάφορες εποχές. Είναι παράξενο, σκέφτηκα, ένα τόσο όμορφο καράβι να στεγάζει αληγείς λυγμούς. Εγώ. Ένοχος σ' έναν κλειδωμένο εφιάλτη. Ήρθε, μέσα από ένα ξένο όνειρο, όπου ιδιώτευα γυμνός στην παραλία της Περίσσας (η άμμος, ηδονικά καυτή, με παράσερνε σε ερωτικά αλλόκοτα). Μια επιμήκης κοπέλα σαν αρμυρίκι, όλο στρεβλωμένες καμπύλες και οριζοντιώσεις ανέμου, σε διχάλες ασκούσε σκοτεινές τέχνες στο σώμα μου, ίσαμε τις εδώδιμες ρίζες κατοικίδιες σκοτεινές τέχνες στο σώμα μου.
70
Εγώ. Εκτίοντας αλλεπάλληλες οφθαλμαπάτες ζωής σε αγκύλες με κάγκελα. Όμως ανέκαθεν γνώριζα. Η ΕΜΥ, με λέξεις Κασσάνδρας, είχε προβλέψει καύσωνα σε ισόβιο ισοκράτημα, μοναχά, σ' ένα μικρό, βαθυκύανο βάζο, η απόγονος θάλασσα. Την προστατεύω σαν τεφροδόχο ζωής. Μαθητεύοντας σε μια καθημερινότητα τρυφερή, στο τραγούδι ενός γαλαζόμαυρου κοτσυφιού, ενός τεφρού σπουργιτιού, μιας ανθοδέσμης με κρινάκια της άμμου. Εγώ. Στο απόβραδο ενός μακρινού ορίζοντα. Ταξιδεύοντας.
Δημήτρης Κούνδουρος
71
ΠΑΡΑΔΕΙΣΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ Με του ταξιδευτή το αμίλητο ύφος λάκτισα τον χρόνο ισόβια, σε μικρές αιωνιότητες συναίνεσα οδοιπορώντας σε παραδείσιους δρόμους. Τις ατέλειωτες εφεδρείες της μοιράζει η φύση εδώ και οι μέρες τυλιγμένες στο μπαμπάκι κυνηγούν των σειρήνων τις κόρες. Κάτω απ’ των κελαϊδισμών τους καταρράχτες στου Μαγιού την αυγινή χλόη με μια χούφτα γόνιμους σπόρους τα μυρμήγκια το χώμα γαζώνουν. Τα πεύκα βελονιάζουν τον αγέρα, χρυσοπλέκουν τα αγκαλιάσματα των νεφών στο σγουρόμαλλο δεντρί της ξαποσταμιάς που τα τζιτζίκια νανουρίζουν τις σκέψεις. Μες στη γύμνια των μεσημεριών και στων βουνών τη συνέλευση μια πλατύγυρο μουσική γεννιέται και ο ποταμός τραγουδιστής. Στη σιωπή διολισθαίνουν οι ψίθυροι τα νερά τρομάζουν από τις ανταύγειες, λούστηκα της αφθαρσίας τα νερά, την καταδίκη γεύτηκα του χρόνου. Με μια ρουφιά από μύρωμα θυμαριού και με στεφάνι απ' των ανθών το απόσταγμα να σκεπαστώ με τα μελάγρια της νύχτας μαλλιά σ' ένα σκοτάδι περιφραγμένο από δυόσμο. Πάνος Κούρβας 72
ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΛΙΜΑΝΙ Τα όνειρά μου διαβατάρικα πουλιά, οι σκέψεις μου καράβια σε φουρτούνα. Άρμενα σήκωσα μια νύχτα στ' ανοιχτά, μα η ζωή με ξώκειλε στα βράχια με μια σκούνα. Έψαχνα φάρο να με βγάλει σε λιμάνι, να φτιάξω σπίτι, να ‘χω απάνεμη φωλιά, όμως με πιάσανε μια νύχτα οι πολιτσμάνοι και μου ‘πανε πως ψάχνω αχαρτογράφητα νησιά. Κοίταξα. Τα πανιά όλα σκισμένα, η Άγκυρα σπασμένη στον βυθό. Μπροστά μου, στην ακτή, κεριά αναμμένα, Νεράιδες γύρω τους πετούσανε αετό. Στον ουρανό ολόγιομο φεγγάρι ανατέλλει, τα άστρα παίζουν με τα σύννεφα κρυφτό, δυο στραβοκάβουρες χορεύουν τσιφτετέλι και τα κοχύλια τούς κρατάνε τον Ρυθμό. Εγώ, εκεί, στον βράχο ξεχασμένος να τρέμω στον νυχτερινό νοτιά. Να σκέφτομαι, είμαι καταραμένος, ή το μυαλό μου αρρώστησε βαριά. Θέλω να φύγω, μα τα πόδια δεν κουνάνε, σαν πεταλίδες κολλημένα καταγής. Έχω παγώσει κι όλα μέσα μου πονάνε, σκούζει η θάλασσα, φωνάζει μην αργείς. 73
Απλώνω χέρια, κάνω σήμα στις γοργόνες , ζητώ βοήθεια να με βγάλουν στη στεριά. Δικούς τους έχουν νόμους και κανόνες, μου τραγουδούν, μου κλέβουν δύο φιλιά.
Τους παραδίνομαι και με τραβούν στα βάθη, νιώθω να χάνομαι, συγχρόνως και να ζω. Με γλίτωσαν απ' της ζωής τα πάθη, με ‘κάναν καπετάνιο, αρχηγό. Κάθε ξημέρωμα με βγάζουνε στον βράχο, για το χαμένο μου λιμάνι τραγουδώ. Τις νύχτες στα βαθιά νερά γυρίζω, άγκυρα ψάχνω για καράβι μαγικό. Ρούλα Κτενά
74
ΕΦΤΑΣΑ ΩΣ ΕΔΩ Έφτασα ως εδώ μέσα στης Άνοιξης τ' αρώματα, όταν της γης σου η ανάσα μοσχοβολούσε μέντα κι εσύ μέσα στο φως του ουρανού σου, περπατούσες μόνος… Έφτασα ως εδώ κι εσύ με κράτησες κοντά σου, εκεί που η αθωότητα ρέει αγαπημένε, της Ποίησης Θεέ, στις παλάμες σου οπού έδεσαν γερά το σώμα. Σώμα Γης αγαπημένης, προγόνων οπού είν’ εκεί στου Παρνασσού τις ιερές κορφές κι άλλων, οπού περπάτησαν εδώ κι εκεί, γιατί, ο έρωτας αθώο παιδί είναι και γελάει ή μήπως αρχαίος Θεός δυνατός και κρατάει της ορμής το πάθος για να είναι θεϊκό σε γραφές μέσα και πράξεις και τέχνης έργα καλά, όταν μέσα στην ομίχλη του Χειμώνα συννεφιάζει να μη λυπάσαι, γιατί η ζωή υπομένει κι ας στενάζει. Έφτασα ως εδώ, όταν ανθίζανε οι αμυγδαλιές. Όταν τ' αηδόνια δεν ήταν θλιμμένα στις σκιές. Όταν των αλόγων οι οπλές τάραζαν χώμα τρέχοντας στα πράσινα λιβάδια για βοσκές. Όταν εσύ, αμούστακο αγόρι γνώριζες τη ζωή σε σώμα οπού άλλαζε της φύσης του τη θωριά κι έγινες άντρας εσύ κι εγώ γυναίκα ερωτική. Της φύσης ήμασταν κι οι δυο αθώα παιδιά κι όσο χτυπάει μέσα μας τώρα ή καρδιά, τη ζωή λατρεύουμε γι’ αυτήν την ομορφιά μιας νιότης περασμένης οπού είχε την ανεμελιά.
75
Η σοφία, είπαν, είναι Αρετή, μα και η ανδρεία έχει σκοπούς πολλούς για να δένει το κορμί, όχι για πόλεμο, μα για ειρηνικούς παλμούς μιας ευγένειας οπού η σωφροσύνη της είναι αδερφή μαζί και όλη η Αρμονία οπού ομορφαίνει τη Γη! Νότα Κυμοθόη
76
Ταλαιπωρημένες και ξεφτισμένες πορείες του κόσμου. Διαγραφόμενες πορείες, δρόμοι χωρίς γυρισμό, σοκάκια που άλλες φορές φωτίζουν και άλλες όχι. Σκοτεινιάζουν και σκουραίνουν τις πορείες μας. Αχ, αυτή η ζωή μας που ξεκινά και τελειώνει με μια ανάσα και μόνο, που γεννιέσαι και πεθαίνεις, πάνω σε αλαβάστρινα κορμιά που γεννούν ζωή, αλλά διαγράφουν τέλος. Που σημαίνουν έρωτα, αλλά και θάνατο μαζί. Που σημαίνουν ανάσες, αλλά και ξέπνοες, αέρινες σιωπές συνάμα. Κορμιά που σμιλεύουν και σημαίνουν πορείες, όμως βασιλεύουν όνειρα και άλλες φορές γεννούν ελπίδες και από αυτές χίλια δυο συναισθήματα, ανοίγουν πόρτες και κερκόπορτες συνάμα, για να τους ακολουθήσεις. Εκεί, λοιπόν, του νου κάνει καταλήψεις και κλειδώνει τη λογική, μια λογική αμφίρροπη και ταλαντευόμενη, αφού τίποτα δεν είναι σταθερό σ' αυτόν τον κόσμο εκτός από τη σκέψη τη μοναχική και στοχαστική μας. Τα όνειρα των ψυχών ανεμοδούρες που ο άνεμος της θάλασσας τα βολοδέρνει ακατάπαυστα, λες και θέλει να τα φυλακίσει ή να τα κομματιάζει,
77
για να εκδικηθεί τον άνθρωπο που έχει ξεφτίσει τη ζωή του, μη τυχόν και ξεφύγει κάποια από τις σκέψεις και υποκύψει στα αλλότρια θέλω μας.
Πασχαλιά Λίτσα Κυπραίου
78
ΤΗ ΛΥΡΑ ... Τη λύρα κρούω μ' ανάστροφο δαχτύλι κι ως ψαλμωδίες βγαίνουν ήχοι και φλογερό ξεχύνεται Οκτωήχι, δίπλα στ' ασημοσκάλιστο καντήλι. Αργά καίει το βραδύκαυστο φυτίλι μες σε μυρόλαδο κι οι στίχοι -αργά σμιλεύονται, όχι, όπως τύχει! Θέλει ψυχή και φαντασία η σμίλη… Πάνω στα λεξοκύματα υψωμένοι οι ποιητές τραγουδούν, το κύμα στέκει. Κι αχολογά και λέει και δε σωπαίνει, η λύρα, ο ζουρνά, το τουμπελέκι. Ό,τι δώσεις, πίσω εκείνο παίρνεις! Κάνε γοργά, για δεν προφταίνεις… Αριστομένης Λαγουβάρδος
79
ΤΟ ΑΚΑΤΟΙΚΗΤΟ Ήταν διάδρομος στενός μέσα στο χώμα, ρίζες και πέτρες από παλιά χαλάσματα. Τα σπίτια, θαμμένα αιώνες μέσα, κάπου- κάπου μια στάλα βροχής, λες και συντηρούσε την παλαιότητα του τοπίου. Ο ουρανός βάθαινε το μπλε. Κάποτε γινόταν και άσπρος από τα σύννεφα που βοηθούσαν ορμητικά στο αχανές, στο παρακάτω νερό. Θα έπλενα τα χέρια μου, το πρόσωπό μου, θα γινόταν χίλιες μάσκες. Μία-μία θα τις έπλενα, θα αγκάλιαζα το βαθύ μέσα μου, θα τις έκανα εικόνες, βουκολικές σαν τοπίο. Άλλοτε σκληρές, άλλοτε θα μαλάκωναν, σαν τις πολύχρωμες κουβέρτες που έπλεναν στο ποτάμι, στην άκρια μιας εποχής που πέρασε. Στα μάτια μου ο απέραντος ορίζοντας ρίζωνε μέσα μου.
80
Η λήθη έγινε η προτέρα ανάγκη μου. Μετά έπλυνα πάλι τα χέρια. Βλέπεις, ο ουρανός αναθάρρησε και άλωσε πάλι τα νέφη του. Το ακατοίκητο έγινε πάλι κατοικημένο. Ήταν ώρα να φύγω. Ιωάννα Λάζου
81
ΙΚΕΣΙΑ Δώσε μου λίγο ξέχασμα να χαθώ στα ταξίδια που περιμένουν, δίχως δελτίο καιρού τον καιρό μου τον ψεύτη απώλεσα στη φυρονεριά γι αυτό σου λέω, κάνε με κύματα ξέπλεκα μαλλιά να γεύομαι του ανέμου το φίλημα σχηματίζοντας νερένιες άναρχες καμπύλες. Δες, Αφρίζοντας, γυρίζουν πάλι στο σώμα το γαλανό που τα γέννησε. . . . Σωτηρία Λάσκου
82
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΟΝΕΙΡΟ Από μικρός ζήλευε τις θάλασσες. Κι όλο ξεμονάχιαζε ένα όνειρο, σκαρώνοντας ταξίδια με νερομπογιές. Κάθε που σφύριζαν τα πλοία στο λιμάνι, έστηνε καρτέρι στις αναχωρήσεις. Παζάρευε κάτι ψιλά και μιαν απόφαση, για βιογραφικό που φύλαγε στις τσέπες. Θαμώνας -βλέπεις- των αγέρηδων που φύσαγαν γλυκά τα σωθικά του. Θα ‘ταν ανήμερα του Αϊ Στρατή, μια δύση του ηλίου, που δήλωσε για μπάρκο του μισές πληγές και μια μποτίλια ρίσκου. Κι απο-χαιρετώντας χάθηκε σαν στρόβιλος καταμεσής καιρών. Κι από τότε… Κανείς δεν τον απάντησε. Κανένα αερικό δεν τον ταξίδεψε. Κανένα παράπονο βιολιού δεν άκουσαν στις στέγες. Μόνο έτρεχε…έτρεχε να μη λυγίσει, έτρεχε. Μια μανιασμένης μάχη στις συσπάσεις των κροτάφων έγινε ο νιοστός επίλογος του ανταγωνιστή του, -ο φίλος εαυτός τουΑσημίνα Λεοντή
83
ΣΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΑ ΒΑΘΗ Kι αν ταξίδευες, άνθρωπε, στα βάθη της ψυχής σου..
τι θα έβρισκες πιστεύεις; αν κοίταγες βαθιά μέσα στα μάτια τα δικά σου
ποια τύχη θα αντίκρυζες; αν άκουγες , αν σώπαινες και άκουγες κάθε σου ανάσα και κάθε σκέψη της πνιγμένης σου φωνής, με την ίδια αφοσίωση που ακούς τις τάσεις της μόδας, λόγου χάρη, και τις ''φωνές'' των άλλων.. τι θα σκεφτόσουν για εσένα; κι αν ταξίδευες, άνθρωπε, ποτέ στα βάθη της ψυχής σου
θα έβρισκες καλό και κακό και ίχνη..
84
σαν κάποιος να περπάτησε εκεί μα ήταν πολύ καιρό πριν και έχεις ξεχάσει πια και εσύ ο ίδιος από που ξεκίνησες..
Βιβή Λιάκου
85
ΦΕΪΓ ΒΟΛΑΝ Κάνε το καλοκαίρι φέιγ βολάν και σύνθημα. Πλημμύρισε τους δρόμους φωνή και διεκδίκηση.
Κάνε ό,τι μπορείς να νιώσουν ανασφάλεια οι χειμώνες. Τάσος Μάντζιος
86
ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ ΜΟΥ Απομεσήμερο μιας ζέστης βαριάς, απ' αυτές του μεσοκαλόκαιρου. Απόμεινα ασάλευτη στο «παραθύρι» μου, να χαζεύω την απεραντοσύνη της θάλασσας , που με καλούσε στη γειτονιά του «Αλλού», σα να ‘νιωθε τις από το λιοπύρι αποτυφλωμένες μνήμες μου ν' απλώνονται, παραδομένες στην πολύτιμη σοφία της. Προκλητικό το «παραθύρι» μου, λαχταρούσε να ταξιδέψω. Συχνές αυτές μου οι διαφυγές, κάθε που απειλούσαν το γλαυκό τ' ουρανού μου και την αισθητική φυσιογνωμία της Αρμονίας κάτι βορινοί, παγωμένοι σαν νεκροί αγέρηδες. Μια αταραξία φωτεινή πλημμύρισε το Μέσα μου και ξεσκέπαζε κρυφές μου πεθυμιές τούτη την κορυφαία ώρα, από εκείνες που σεβάστηκε ο Χρόνος και συγκινείται από την ταπεινή ομορφιά τους κι από τ' ανέγγιχτο του φθαρτού τους. Βυθίστηκα στο χτυποκάρδι της σκέψης μου. Ο ορίζοντας…ο μόνος ζωντανός μάρτυρας που ‘νιωσε τα πορτογεφύρια της ψυχής μου να σταλάζουν δάκρυ. Μου ‘γνεφε απ' τα γαληνά, γαλαζοπράσινα νερά του, μ' όλη την τρυφεράδα του,
87
θέλοντας να μερώσει τ' αδιόρατο εύθραυστο, την αγωνιώδη προσπάθεια της καρδιάς να βρει τη ζεστασιά της φλέβας… Μια σκουντιά αγέρα κι η κουρτίνα άρχισε τον εκστατικό της χορό, ακολουθώντας τον ρυθμό μιας ανάδευτης πνοής… Μαγεία …είναι το «γλάρωμα» της σκέψης, πίσω απ' τ' ασβεστωμένα παραθύρια…. Μαντλίν
88
ΤΡΟΜΠΕΤΑ ΠΑΛΙΑ Να παίζει μια τρομπέτα παλιά, όσο τα χρόνια μου θαμπωμένη, σ' ένα μινόρε της αργό να χαθώ, με την ορμή του παιδιού ν' ακούσω και ν' ακουστώ, το πιο μικρό στιχάκι σε μακρύ ζεϊμπέκικο με το σώμα μου ξενιτεμένο να επιστρέφει σε δυτικό λιμάνι τζιβαέρι, να γίνω αντίλαλος στο τελευταίο μινοράκι και μες στη χάλκινη χαραμάδα της να γείρω και ν' αποκοιμηθώ, μια τρομπέτα παλιά κι αθάνατη ν' ακούγεται, τ' ακριβό της δώρο που να ταιριάζει στις ατέλειωτες νύχτες πλάι στα βεγγαλικά αντίδωρο τα πιο λιτά, ως το ξημέρωμα να τις φωτίζουν. Ηλίας Μάρκος
89
ΑΜΟΡΓΟΣ Αμοργινό χιτώνα φορώ, καμωμένο από άμοργο. Στον Άι Γιώργη τον Βαρσαμίτη πηγαίνω, στο νεκρομαντείο, να δω τα μελλούμενα. Τα μελλούμενα, που φυτά μοναδικά, θα έχουν εξαφανιστεί. Το Pisum Sativum, που σώζει από την άνοια, δεν θα κάνει πια σπόρους. Τι χρώμα θα γίνει το νερό; Αν άσπρο, θα ‘χω υγεία, αν μαύρο, θα ‘χω συμφέρον, αν κόκκινο, θάνατο. Ποιος θα διαβάσει το νερό; ο παπάς ή ο διάκος; Στα μονοπάτια με οδηγούν τα βήματά μου, στα αρχαία με τις επίπεδες πέτρες, στη Μινώα, την Αρκεσίνη. Τι ψάχνω να βρω, δεν ξέρω. διατρέχω τις σάρες με βία. κατσίκια αδιάκριτα διασπούν στιγμιαία την ισορροπία, μετακινούν χαλικάκια, λιθάρια κυλάνε. ορφανό, χωρίς ειδήσεις, χωρίς νεκρούς, δεν τον νοιάζει τον κόσμο για μένα.
90
Τον νοιάζομαι όμως εγώ. σκουπίδια των ωκεανών και του διαστήματος, ασκόπως περιφερόμενα, πονάω. σημάδια του μονοπατιού σας χρειάζομαι. Αυτός με την κόκκινη μπογιά, αυτός που πέρασε πριν από μένα, αυτός, που με νοιάστηκε να μη χαθώ, είναι αδελφός και μάνα και πατέρας. Αγγελική Μάρκου
91
ΙΘΑΚΗ Ιθάκη το ζητούμενο η μήτρα που ποθούσες, αγέρωχος ταξιδευτής δελφίνι κολυμπούσες. Βούταγες αξημέρωτα και μάζευες κοχύλια, έβρισκες δρόμο λεύτερο και έτρεχες με χίλια. Σε έπαιρνε ο άνεμος και φτερωτό γινόσουν, σε αγκαλιά ερωτική κούρνιαζες και κοιμόσουν. Δεν ήθελες προορισμό δεν ήθελες απάγκιο, μόνο προστάτη ήθελες να έχεις έναν άγιο. Στη ζούγκλα άγριο θεριό στην όαση πουλάκι, πολύτιμο στην έρημο κρυστάλλινο νεράκι. Σκαρφάλωνες στα δύσκολα, κυνήγαγες τα θέλω, υποκλινόσουν στη ζωή βγάζοντας το καπέλο. Εύη Μαρούλη
92
ΧΟΥΙ Άπειρο ή Χάος; Τι από τα δυο; Πού κολλά το Σύμπαν; Είμαι κέντρο εγώ;
Κι η Ενεργοΰλη; Να ‘ναι σταθερή; Χρόνος κι άλλη Ύλη, Ύλη σκοτεινή; Ρέει η Ζωή μου τόσο βιαστικά; Χούι κι η Καρδία μου; Μόνο ν' αγαπά… Κοσμάς Μεγαλοκονόμος
93
ΜΗΤΡΩΑ ΕΥΘΥΝΩΝ Στράγγισα του φεγγαριού τη δροσοπηγή, να μεταμφιέσω τα γράμματα σε χρώματα, φτιάχνοντας το τάγμα των δυνατών λυτρωτών, απόρθητο. Ικέτιδες κρυστάλλωσαν τα δάκρυα στη γαλαξιακή απανεμιά του μελλοντικού κοσμοναύτη. Οι λέξεις, πια, υποτάχτηκαν στα χέρια μου και ανεμοδέρνουν στο κορμί μου, μπήγοντας σουβλερά καρφιά στις σάρκες μου. Τυραννιέμαι, σαν εξαϋλώνεται το σκοτάδι, γυρεύοντας απαντήσεις από περασμένα αμαρτήματα μας . Σαν το αγρίμι κουλουριάζομαι στη γνωστή μου από χρόνια γωνιά της σκηνής μαζεύοντας στίχους κραυγής, από το ανοιχτό παράθυρο του θυμού μου σαν ολοκόκκινα τριαντάφυλλα. Ούτε θύτης. Ούτε θύμα. Αγκυροστεριωμένος παλιατζής φωνάζω για εκείνα τα όνειρά μας που έγιναν μαύρος καπνός.
94
Λιποταχτώ από την απραξία του δρόμου μου ψάχνοντας εκείνο το λημέρι της πυρακτωμένης ελπίδας που κάνει τον ουρανό ξάστερα, απαλλαγμένο από υπολογιστικές προτομές αποτυχημένων πειραματόζωων. Η ποίηση δεν τραυλίζει μπροστά σε ευθύνες.
Βούλα Μέμου
95
Τελετουργία πεταλούδας σε φύλλα αγριοτριανταφυλλιάς, δροσοσταλιά στη μαύρη καρδιά της παπαρούνας, μύρο στο δάκρυ της αυγής, μοσχοβολιά γιασεμιού στους άσπρους τοίχους της αυλής, χάδι βελούδινο τ' αγέρι στα ασημιά κλωνιά της λυγαριάς, φιλί της θάλασσας στο βράχο του γιαλού, βασιλικού και δυόσμου μυρωδιά στη στράτα του νόστου, με χρώμα χρυσαφί κεντημένη η μέρα, κεράσια και βερίκοκα στη γεύση των ερχόμενων φιλιών, ξέχειλα κάνιστρα χαμόγελα κι ο ήλιος ένα βάζο μέλι να μελώνει τον κόσμο. Δώρα Μεταλληνού
96
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΘΟΙ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ Θα ‘θελα να ψιθυρίσω ό,τι η καρδιά μου λέει και θέλει και την πλάτη να γυρίσω στην αλήθεια, δεν με μέλει, σαν σταματά και σπρώχνει πίσω, όλη τη θέλησή μου εντέλει, τη δύναμή μου, για να ζήσω. Των πόθων μου όλη η αγέλη, νέκταρ να γευτεί, ν’ ανθίσω, γλυκές οι ρόγες απ' τ' αμπέλι, όλα, όσα βίωσα, θ' αφήσω, να ξεγλιστρήσω σαν το χέλι και τον πόνο μου να στήσω στου αποσπάσματος τα βέλη. Την πίκρα μην ξαναντικρύσω, να μη νιώθω σαν κουρέλι, κόμπο του λαιμού να λύσω, με δάκρυ που κυλά σαν μέλι, την καρδιά μου να την πείσω πως η ζωή είναι παστέλι και ποτέ μου δεν θα δύσω, η χαρά μου θ' ανατέλλει.
Νίκος Μοσχίδης
97
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΡΗΧΑ Για να είμαι ειλικρινής, δεν άλλαξα πολύ από παιδί όπως κολυμπούσα τότε, έτσι κολυμπώ και τώρα: Κοντά στην ακτή, ορατός σε απόσταση μικρότερη των πέντε μέτρων, σε βάθος, πάντοτε, μικρότερο των δύο μέτρων γιατί τα απάτητα κυοφορούν αβύσσους. Κάποιοι, βέβαια, από τις αβύσσους ανατράφηκαν. Άλλοι, πάλι, στην αβεβαιότητά τους θάφτηκαν. Δεν έγινα, λοιπόν, μάρτυρας του αγνώστου ούτε εκείνου της θαλάσσης, ούτε εκείνου της ζωής. Γιατί μια θάλασσα είναι και η ζωή, κ' οι άνθρωποι βαπόρια, που σε πέλαγα είθε ν' ανοιχτούν κι ενώ κάποια εκεί που θέλουν καταφθάνουν, κάποια άλλα ναυαγούν. Κι αν δεν υπάρχει μετά θάνατον ζωή, κάποιοι δε το σκέφτονται γι’ αυτό παίρνουνε το ρίσκο και, έτσι, ζουν. Οι υπόλοιποι, όμως, θέλουν μες σ' αυτό το σώμα, όσο ακόμη διαρκεί, τρόπον τινά, να επιζούν.
98
Έτσι, εμείς, οι υπόλοιποι, ταξιδεύουμε πάντοτε σε μέρη γνωστάκολυμπάμε στα ρηχά, ποτέ μας στα βαθιά. Και, αργότερα, θα μάθουμε πως τα ναυάγια δε συμβαίνουν μόνο σε ταξίδια υπερατλαντικά. Γιώργος Μουφτόγλου
99
ΚΙΝΗΣΕΙΣ Η υγρασία γίνεται πιο έντονη το πρωί, κάτι σαν πάχνη που θολώνει, όταν κοιτάξεις στον καθρέφτη τις λεπτομέρειες και την ασχήμια που συνήθισες. Είναι βαριά τα λόγια και πιο πολύ όταν οι άνθρωποι γίνονται ανυπόφοροι, κι είναι μια ζωή μετρημένη που αλλάζει, αν και αυτό πρέπει κάποτε να το αποδείξεις. Σε λίγο έρχεται η Στέλλα, καθαρίζει τους καθρέφτες και βάφει τα μάτια μας μεγάλα με πράσινο και μαύρο, ύστερα χαμηλώνει το φως και μας κοιτάζει.
Όμως το πιο ενθαρρυντικό στοιχείο ανάμεσά μας είναι ότι επικοινωνούμε χωρίς φόβο. Φοράμε ελαφρά, άνετα ρούχα, χορεύουμε ξυπόλητες, δυναμώσουμε τη μουσική, κι εραστές μάς αγκαλιάζουν τρυφερά στον κήπο με τα τριαντάφυλλα. Αλεξάνδρα Μπακονίκα 100
Τ’ ΑΡΑΓΜΕΝΑ ΚΑΪΚΙΑ Και εσύ, αν δεν μπορείς τη λαχτάρα του καινούργιου, του μακρινού να γευτείς έτσι χειροπιαστά…όπως χρόνια τώρα ονειρεύεσαι… σου απομένει κάτι… Τ’ αραγμένα καΐκια … Έλα, ξεκίνα… Το ακίνητο ταξίδι σου μπορεί να είναι, όσο θελήσεις, μακρινό… ο κόσμος τελειωμό δεν έχει… Μα σαν σταματήσει, μη σου ξεφύγει ούτε ένα δάκρυ για τούτο το παράξενο ταξίδι… Θα ‘ρθει καιρός που τ' αραγμένα καΐκια θα βάλουν πλώρη και θα περπατήσεις ακόμα μία φορά τα γνώριμα σου μέρη… γνώριμα από φαντασία και…όνειρα… Δεν φταίω εγώ που στη θέση της καρδιάς έχω μία θάλασσα… Νίκη Μπαλή 101
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ Καθώς τρεμοπαίζει η φλόγα του κεριού, η ζωή μεταμορφώνεται και σιωπηλά ξεδιπλώνεται η ομορφιά των πρώτων μου ρυτίδων, κρυμμένη όπως τότε, στο λευκό τριαντάφυλλο, που κράτησα στα χέρια μου. Τ' αρέσει τ' Απρίλη να υπόσχεται. Θυμάσαι αγάπη μου; Φλύαρο έτρεχε στις ψυχές μας το φως του. Ήχος μυστικός σε χρόνια αμνημόνευτα, οι λέξεις, πριν τα μάτια σου αγγίξουν το κορμί μου. Όρισες το ταξιδι. Πέταγμα των γλάρων στον ορίζοντα. Ελευθερία. Το ελάχιστο της αγάπης την ανατολή...
Δώρα Μπέλλου
102
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΟΥΡΑΝΟ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΑ Το τοπίο έχει τη σαγήνη του αμετάβλητου, γκρίζου ουρανού … Μία θάλασσα ελαφρά τρικυμισμένη από την αιώνια γέννηση της Αφροδίτης… Ένας άκαιρος Νοτιάς ανοίγει ρήγματα οπερατικά στα σύννεφα, μα και στις σκέψεις, αναμοχλεύει Μνήμες από τη νιότη μου.. ευνοεί Παρέλαση παραμυθιών… και τα ρίγη φουντώνουν και ουρλιάζουν… Ποιος να αναιρέσει τη σαγήνη τους..; Οι λέξεις δεν μου αρκούν κι όμως εσκαρφίστηκα τα μύρια όσα… πολλά δίχως ειρμό σαν από κάπου πανάρχαια βγαλμένα… και σαν ξεκινούσα να τα σκεφτώ κιόλας λιγόστεψαν τα λόγια… Εκεί δα...ο ρεαλισμός συγχωνεύτηκε με την ουτοπία.. Ασήμαντος, μηδαμινός παφλασμός σαν για να διασκορπίσει, να εξαφανίσει το Εγώ… καταβύθιση στο τίποτα, όπου κάθε πραγματικότητα διαλύεται… ωστόσο τα πάντα μπορούν να γεννηθούν από το τίποτα… το φως συναιρείται με το επέκεινα…πέρα η Συνείδηση, ξέχειλη από σκιές, ξυπνά πλάθοντας έναν καινούργιο άνθρωπο… Δέσποινα Γιαμβριά - Μπλαστροπούλου 31.5.2020
103
ΕΛΑ ΜΑΖΙ ΜΟΥ Έλα μαζί μου, στο φόρεμα της μοναξιάς μου. Άστρο Ουράνιο, κέντησα στην λαμπερή μορφή σου. Λουλούδια γιορτινά, έντυσες στα δικά μου μαλλιά πλεγμένα όνειρα, ανέμισαν στου χρόνου τα πελάγη. Σε περίμενα με τ’ άσπρο άτι, αιθέρια οπτασία στις μνήμες των παραμυθιών μου. Ευτυχία ρίζωσε βαθιά μέσα μου, χαμόγελο άνθισε στην καρδιά μου. Φώτισες του κόσμου την σιωπή, με το άγγιγμά σου. Άκουγα τους χτύπους σου, να θεριεύουν στα σπλάχνα μου. Χάδι στοργής απλώθηκε σαν πέπλο μαγικό πλημμυρίζοντας τα σωθικά μου. Φωτιές πυρπόλησαν, τα σύνορα της Γης Λαμπάδιασε η ψυχή μου, στο πορφυρό σου χρώμα. 104
Ο ήλιος ανέτειλε στα μάτια σου, έδιωξε κάθε σκιά, σαν βάλσαμο παρηγοριάς στην λαβωμένη μου ψυχή.
Άσε με δίπλα σου να κατοικήσω, της ψυχής μου ταξίδι μακρινό. Σαν ηλιαχτίδα στα όνειρα σου να γίνω ένα με την ανάσα σου, με τα φτερά της ΑΓΑΠΗΣ να πετάξουμε Μαζί στου ουρανού τα αστέρια. Μείνε μαζί μου, Αγαπημένε Μου στης λήθης τ’ ακρογιάλι να αρχίσουμε ξανά μαζί.
Μίνα Μπουλέκου
105
Ετούτη η ζέστη στον λαιμό σου, τούτος ο ώμος ο καμένος, αυτή η πίκρα σου υπέροχη. Σαν έβρεξες τα πόδια σου, στ' αλάτι πιάστηκα. Πήρα τις παραλίες για τα χέρια σου. Μα πού να είναι τα τόσα σου στόματα; Κείνα που κράτησαν μια χούφτα απ' τα μαλλιά για θέρος; Πού ‘ναι του στήθους σου τα σχήματα τώρα που λιγοστεύει το απόγευμα; Και τούτη η ζέστη στον λαιμό δική σου θα ‘ναι. Πού βρέχτηκαν τα πόδια σου στα μάτια μου και πιάστηκα στ' αλάτι; Σταμάτης Μπουρίκος
106
Άστα λόγια και ζήσε… πιάσε το μίτο και βγες ως το ξέφωτο. Στ' αλάτι του κόσμου γράψε το όνομά σου, με τα χέρια, με τη σάρκα, με το δάκρυ… Και η θάλασσα, που ξέρει, θα γράψει το τέλος…
Ανανίας Μυτικιώτης
107
ΣΤΟ ΠΕΛΑΓΟ Στο γαλάζιο καταμεσής ονειρεύομαι το πέλαγο, τ' ακριβοθώρητα θεωρώντας νησιά να το στολίζουν στους αιώνες… Τραγούδια, μουσικές χιλιόχρονες, γλυκές, βγαλμένες απ' τα σπλάχνα της θάλασσας και των κυμάτων… Ακούω… Λύρας να ζωντανεύουνε χορδές στ' ακροδάχτυλα εκείνης, της μοναδικής Σαπφώς, μελωδίες έρωτα κι αγάπης… Καταμεσής το πέλαγο, με ρέμβη μες στα μάτια, ο Όμηρος, ο μέγας ποιητής προβάλλει να γράψει ιστορίες… …και ταξιδεύω κι ονειρεύομαι σ' αφρούς και κύματα, στην πλανεύτρα της θάλασσας την αγκαλιά! Χριστίνα Μυτιληναίου - Ιακωβίδου
108
ΕΛΕΥΣΗ ΘΕΡΟΥΣ Από θεριστή Αλωνάρη και στον τρύγο το κελάρι με καρπούς θε να γεμίσει που μας δίνει η μάνα-Φύση. Το λιοστάσι θα φωτίσει, τις καρδιές θα αφυπνίσει, χυμούς ερώτων θα σκορπίσει εκεί που ο ήλιος πάει να δύσει. Τις νύχτες με αστροφεγγιές στου σταριού τις θημωνιές τζιτζίκια πλέκουν μουσικές κι ερωτευμένοι αγκαλιές. Το θέρος φέρνει χρώματα στων δέντρων τα φυλλώματα, γλυκά τα φρούτα εποχής, για τα πουλιά μέρες γιορτής. Τσιμπολογούν και γεύονται, στη γλύκα τους μαγεύονται, κάθε μέρα επισκέψεις ομορφαίνουν τις εμπνεύσεις. Ημέρες θέρους, γιορτινές, γιορτάζουν οι καλλιεργητές, πλούσιες οι συγκομιδές, τα παιδιά κάνουν χαρές. 109
Οι ήχοι και τα χρώματα, αρώματα απ' τα χώματα, στις πρώτες στάλες της βροχής μοιάζουν με ύμνο προσευχής. Επισκέπτες της ζωής, τα ζώα όλα αυτής της γης, πολύ φιλόξενη η φύση, η βουλιμία αν σταματήσει. Η φύση τα έχει όλα προβλέψει κι απ' τη ζωή, σαν ξεπεζέψεις, άλλος θα την κατοικήσει, πρέπει να βρει κι αυτός να ζήσει. Δημήτρης Μωρόγιαννης
110
ΧΑΪΚΟΥ Σταγόνες Βροχής. Θύμησες Παρελθόντος. Μέθεξη Στιγμών. Μόνος στη Νύχτα. Σταγόνες Βροχής Παντού. Χρόνου Ψίθυροι. Βαλέριος Νατσκέμπια
111
Σαν νοικάρης σε δυάρι ζεις ετούτο το ταξίδι. Δεν ξέρω πώς το έχεις πάρει και γράφεις μόνο με μολύβι. Είσαι ένας επισκέπτης της ίδιας της ζωής σου. Μια κεραία, ένας δέκτης, κλειδωμένος στο κελί σου! Των διπλανών σου οι ζωές είναι ζωές δικές σου. Οι δικές τους οι φωνές είναι οι μουσικές σου! Θέλεις κάπου να σταθείς, στη γη να ακουμπήσεις, ένα ξέφωτο να βρεις, τη μοίρα σου να ορίσεις! Από τα αστέρια ως τη γη τα δρομολόγιά σου, λες, κι ο Θεός σου έχει πει μη ξεκουράσεις τα φτερά σου! Σωτήρης Νέζης
112
Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ Θα ξαναγεννηθούμε σε μιαν άλλη χώρα, θ' ανακαλύψουμε και πάλι τις πρώτες λέξεις και θα προφέρουμε περήφανα κάθε ελάχιστο αυτονόητο στη γνώση μάταια. Θ' αναζητήσουμε τον κόσμο, θα περιπλανηθούμε στους μεγάλους δρόμους με τις σειρήνες μέσα στην ομίχλη και κάποτε έκθαμβοι θα συναντήσουμε την πρώτη μας αγάπη. Στα μάτια μας θα αστράφτει η ίδια προαιώνια λάμψη. Τίποτα δεν θα θυμηθούμε και τίποτα δεν θα ‘χουμε ξεχάσει. Τόλης Νικηφόρου
113
ΑΛΜΥΡΑΣ ΑΝΑΜΝΗΣΗ Μην στα καλοκαίρια σου λήθη χαρίσεις, δειλινού χρώματα σού κλείνουν το μάτι. Η θάλασσα τα καταπίνει, λιώνουν, και τα ντύνεται λίγο, πριν το μαύρο χτυπήσει την πόρτα της διεκδικώντας το χάδι, το χάδι των δικών σου ματιών. Χρυσαφένιες καλαμιές μεταφράζουν άμμου λέξεις. -Λέξεις θωπεύουν γλυκά το κύμα φευγιού κόκκους να φυλακίσει. -Να θυμάσαι… -Του καραβιού η αναχώρηση αναπόφευκτη. Αλμύρα το φως σκέπασε. Σου κράτησε το χέρι ένα φιλί, μια σιωπή, ένα χάδι τρυφερό. -Να θυμάσαι… Στις φυλλωσιές Έτρεξε, χάθηκε , δάκρυσε. Οι καλαμιές ανήμπορες λύγισαν. -Να θυμάσαι… Δεν ήταν προδότης το φιλί. 114
Το χάραμα μετρούσε κοχύλια σε βυθούς, κι εσύ, τα χρώματα που χάθηκαν. Με τα μάτια της καρφιά στην καρδιά σου. Με τα μάτια σου, να τα ονειρεύονται… …Ακόμα -δάκρυα άδειων φεγγαριών -αστέρια σε ουρανούς κρυμμένους -παράλληλοι δρόμοι -Εντός… Μην ξεχάσεις! Να θυμάσαι… Άννα Ντάλη
115
ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΔΕΝ ΜΕ ΧΩΡΑ ... Ολόκληρο δεν με χωρά, χωράει τα όνειρά μου. Στη θλίψη μου και στη χαρά είναι πάντα μαζί μου. Σε θάλασσες και σε βουνά με πάει στη στιγμή. Το εισιτήριο ανοιχτό για κάθε διαδρομή. Σήμερα επέλεξα να πάω σε νησί, ένα σεντόνι έριξα και βρέθηκα εκεί. Φωνή δεν έχει για να πει κρυμμένα μυστικά και ενώ δεν έχει χέρια μεγάλη η αγκαλιά. Βουνό, νησί και θάλασσα, ο καναπές μου είναι. Ολόκληρο δεν με χωρά, χωράει τα όνειρά μου. Σπύρος Ντασιώτης
116
ΟΝΕΙΡΕΥΤΗΚΑ ΕΝΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΟΣΜΟ Πετούσα-πετούσα κι αρμένιζα στον ουρανό. Κι είδα παιδιά να διψάνε και να μην υπάρχει τίποτα, για να χορτάσει τη δίψα τους. Παιδιά κτυπημένα και πονεμένα από του πολέμου τη χυδαιότητα. Έστρεψα το βλέμμα αλλού κι είδα κορίτσια βιασμένα και βασανισμένα από του εθίμου την επιβολή. Έστρεψα και είδα παιδιά στις λάσπες και χωρίς παπούτσια να ψάχνουν για ένα κομμάτι ψωμί. Είδα ανθρώπους να πεθαίνουν ο ένας πάνω στον άλλο και να μην έχουν να τραφούν.
Είδα και φουσκωτά ανθρωπάκια ν' αλλάζουν χρήματα με όπλα, ουσίες, φάρμακα. Πετούσα κι ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο. Μόνο εκεί μπορούσα.
Ευγενία Οικονομοπούλου
117
ΑΡΙΣΤΟΝΑΥΤΗΣ .. "Εκπνέω θαλασσινό αέρα γιατί υπήρξα Αριστοναύτης. Όταν τα χείλη μου σφαλίζουν στα δύο το στήθος μου ανοίγει, δύο και οι καρδιές μου ξεπηδούν, ταξιδεύοντας με τις στριγκλιές του ανέμου. Κι ήταν χαρά μέσα σε καταιγίδα, χαρά απόθεμα ηλικίας, που η ανηφόρα της οδηγεί στο στοιχειωμένο το λιμάνι. Εκεί, που οι γυναίκες σερβίρουν στο δείπνο των ναυαγισμένων πλοίων. Εκεί, στην αναγωγή των Αριστοναυτών, στην υγρή εκλεκτικότητα, στην ευλογία του Ποσειδώνα. Εκεί, Βρυχώμαι αλυσοδεμένος με το στήθος ανοιχτό, φυλακισμένος στη στεριά με το μυαλό διασκορπισμένο στα πελάγη. Αριστοναύτης που αναμένω, μια πνοή θαλασσινού αέρα στο κοιμητήριο της προσωπικής μου πορείας, ...ταξιδεύοντας δια ξηράς. Θανάσης Πάνου 118
Ο ΝΕΑΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ Το μεστό των αρωμάτων του βουνίσιου και πελαγίσιου αέρα. Το μεστό των χυμών που ρέουν στις φλέβες της γης. Το μεστό της σάρκας στο δάγκωμα του μελωμένου καρπού. Το μεστό της έκφρασης των ανεκπλήρωτων πόθων. Το μεστό της ανάγκης για το συναίσθημα της αγάπης. Το μεστό του χρόνου που πάντα τρέχει περ' απ' το τώρα, φωνάζοντας, «Μεστά ζήσε τις στιγμές σου». Γιώργης Παπανικολάου-Ζτρέκος
119
ΤΟ ΟΜΙΚΡΟΝ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ Με επισημότητα από τις λεπτές γλώσσες καπνού, αποδρούν ενθύμια, μικρά δαχτυλίδια, τόσο μικρά και τόσο μεγάλα, ατελεύτητος γύρος θανάτου, διψασμένος και φλογισμένος από τις αστραπές μιας αναγέννησης. Στο λυκόφως της φλεγόμενη δύσης ο διάπυρος ήλιος αναζητεί τα ευωδιάζοντα και αζωγράφιστα λούλουδα των λεμονανθών του έρωτα. Η κόρη του ουρανού, στα ροζ της ανατολής αναγεννημένη, σπέρνει το μέγα αχνιστό όμικρον στο ταξίδι της μνήμης, που έρχεται με τρυφερότητα από τα σκοτάδια της σιωπής και τεντώνεται όπως τα φίδια κάτω από τα λάγνα φύλλα του στήθους της γης. Κλυδωνίζεται η μέρα από τα όμικρον μικρών φεγγαριών, που πολλά υπόσχονται ανάμεσα στα θεϊκά θηρία της πύλης του όμικρον πριν την κατάθεση της γεύσης της ευτυχίας. Είναι πόνος αγάπης ζωγραφίζοντας την ομορφιά του σώματος με τα όμικρον του κραγιόν και του αιθέρα του στόματος, είναι η ανορθογραφία του νέκταρ των ημίθεων στην πρασινισμένη γη, είναι η σύγχυση του ουράνιου τόξου με το όμικρον των παγωνιών στο παρθένο δάσος, είναι η λεπτή, πυρετώδης παντομίμα του καταρράκτη, πριν η ρίζα παραδοθεί στο μετέωρο βήμα της επιβολής. 120
Με πόσα όμικρον στόλισες την άνοιξή σου και με άλλα τόσα τους αγριόκυκνους της μυρτιάς μου. Λάμπεις σαν τη γαλήνη της θάλασσας, σε υποδέχομαι στο αγνάντεμα του νου, γλιστρούν απ' το υπερπέραν οι χυμοί στους γκρεμούς του φωτός, όταν ξυπνάει η παλίρροια στις όχθες του ΟΜΙΚΡΟΝ.
Φουστάνια φαρδιά παγωνιών τα όμικρον στους αγέρηδες των βουνών χορεύουν και στο σμαραγδένιο υφαντούργημα του ουρανού, με θρήνους πεθαίνουν. Χάρης Παπασάββας
121
ΑΧΙΛΛΕΙΟΣ ΠΤΕΡΝΑ Ξεκίνησα με πρόθεση να επιστρέψω πίσω, με θύμηση κι απόφαση μα, με ακάλυπτη την Αχίλλειό μου πτέρνα. Δεν άργησαν. Τα συναισθήματα, άνεμοι που με σφυροκοπούν, να με γυρίσουν προσπαθούν μες στον βυθό του Κόσμου. Κι εγώ ένα πλοίο έρμαιο, με τ' άλμπουρο περήφανο μα, τ' άρμενα σχισμένα. Στο τέλος, πέφτει τ' άλμπουρο κι εγώ μες στον βυθό. Δεν άργησαν. Τα συναισθήματα, και δίχως σώμα, με σφυροκοπούν, σαν ρόπτρο που χτυπά μια πόρτα ανύπαρκτη ν' ανοίξει και με πονούν διπλά. Ξεκίνησα με πρόθεση να επιστρέψω πίσω, κι ως τώρα, είμαι εδώ. Χρήστος Παπουτσής
122
Τα όνειρά μας, με φτερούγες δανεικές, μας ταξιδεύουν. Επί άφτερων ώμων φύει φτερά τ’ όνειρο. Χαϊκού (τάνκα)
Ελεάνα Παππά
123
Από παντού έρχονται άνθρωποι και φέρνουν τις χαρές μαζί τους, απέραντοι είναι οι κάμποι, καρπούς γεμάτοι και οι κήποι μεγάλοι με λουλούδια να ανθίζουν σε όλα τα χρώματα, μες στο φως το διάφανο το φερμένο απ' τον ουρανό, και της χαράς και των πουλιών τους ήχους τους χαρμόσυνους. Το όνειρο δε χρησιμοποιείται εδώ, ποιος το χρειάζεται! Του ήλιου την πανέμορφη τη γη λουλούδινα χρώματα χαράς στολίζουν απ' των ματιών τα βάθη πηγάζει η χαρά, είναι ικανοποίησης κόρη, χωρίς ανθρώπους σε τυλίγει στη φύση! Πιάσου απ' ένα σύννεφο με τα φτερά σου της χαράς να δεις τον κόσμο από ψηλά, τίποτα μην ακουμπάς και τίποτα μην σ' αγγίζει, καμιά λαλιά να μην σου πει αυτό δεν είν' δικό σου, …τα πουλιά μόνο κελαηδούν! Άκου και λόγια που περιμένουν ν' ακουστούν κρυμμένα σε λουλούδια, τα αεράκια τα ψιθυρίζουν ανάμεσά τους, σαν περνούν.
124
Χόρτασε και τη θάλασσα με δελφινιών παιχνίδια, αν θα σου πουν: αυτή ‘ναι η ζωή, …μες στης θαλάσσης τη ζωή. Της χαράς, το λίγο, της είναι αρκετό και το καθόλου αλλάζει, μαύρο και γκρίζο δεν χωρούν, ρίχνει το φως της πάνω τους και λάμπουν να φαίνονται άσπρα. Πάνω στα φτερά της χαράς μου βλέπω ήλιους να δίνουν χρώμα σε λουλούδια της ψυχής.
Θεμιστοκλής Παππαλάς
125
Μ’ ΕΙΝ’ ΑΣΤΕΡΙ Πώς έμεινε το φεγγάρι Αβάφτιστο σαν παιδί χωρίς όνειρα; Κι αυτή η άνοιξη βιάστηκε να κεράσει τον ήλιο κύμα και θάλασσα. Πώς νύχτωσε στο βορρά κατακαλόκαιρα και δε λέει να ξημερώσει… Σαν μπόρα η κάθαρση κτυπάει τον άνεμο στο χώμα που λίγο πριν είχε βαφτεί άλικο από τις ρανίδες της νιότης… Κι εγώ μ' εν’ αστέρι στ' αριστερό μου δάχτυλο, κυνηγάω τον ουρανό να το καρφώσω στην πιο ανήλιαγη πλευρά της αγάπης. Μήπως και ξυπνήσει απ' το βαθύ ύπνο που της επέβαλαν οι άνθρωποι. Μήπως και σαλέψει το βλέφαρο στην παρειά του έρωτα και ροδανθίσει ζωή… Άντρη Περικλέους
126
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ Ήρθε! Όπως πάντα! Στο «σπίτι» που γεννήθηκε! Χωρίς συστάσεις. Καλοκαίρι! Τόπος μόνιμης διαμονής: Ελλάδα! Ναι. Εδώ! Σε τούτο το ακρωτήρι, το παραδομένο στου Αιγαίου τα φιλιά! Στου Ιονίου τα χάδια! Εδώ! Που αναπαύεται η ματιά στου Κρητικού πελάγους τα σκαλοπάτια! Εδώ! Που η Μεσόγειος γέρνει και γλυκοξαποσταίνει! Εδώ! Π' ανθίζουν τα όνειρα που σπέρναμε παιδιά! Βασιλικός και δυόσμος! Ξωκλήσια, βουκαμβίλιες, αγκαλιά! Εδώ! Σε τούτον τον καμβά, που σμίγουν μύρια χρώματα! Έλατα κι ο ουρανός! 127
Που ανταμώνουν στοργικά πεύκα και ακρογιαλιές! Που οι θημωνιές με τις ελιές χορεύουν στις πλαγιές! Κι οι αμπελώνες ξεδιψούν στης θάλασσας τα πόδια! Εδώ! Με τις ξερολιθιές και τ' αλμυρίκια! Ανάμεσα στων θαλασσών και τ’ ουρανού τα χρώματα! Εδώ ‘ναι που αυτοκτονούν της πλάσης οι χειμώνες! Και θάβονται τα κρίματα σ' ολάνθιστους λειμώνες! Εδώ! Που αιώνια μεθούν των γιασεμιών τα στόματα! Εδώ! Που ανασαίνει η Παναγιά! Κατερίνα Πήττα
128
ΑΜΜΟΣ ΣΤΟ ΠΕΛΑΓΟ Πάντα ήμουν μιας ηλικίας που όταν γύριζα να την αγγίξω αυτή είχε κιόλας φύγει, όπως τα Καλοκαίρια που μου άφηναν κάθε φορά ένα σώμα πλασμένο από άμμο, σαν να ήταν κάποια άλλη εποχή να το αναστήσω, μα όταν ανέβαιναν τα κύματα και το έπαιρναν δεν ήξερα πως να το φωνάξω πίσω, και ίσως να μην είχε νόημα το όνομά του, αφού κάθε επόμενο καλοκαίρι επέστρεφε με ξένα σώματα, σώματα ναυαγών από άγνωστους τόπους. Και ίσως από παιδιά πρέπει να συνηθίζουμε τους αποχωρισμούς, αφού παντού είναι σκορπισμένοι οι κόκκοι του αναπόφευκτου, σαν απέραντη άμμος, που πότε τους ενώνουμε σε κάτι δικό μας στην ακτή , και πότε τους κάνει δικούς του το πέλαγο, για να μας μένει ακέραια η μνήμη εκείνης της αφής από κάτι σκορπισμένο στη ζωή, που περιμένει κάποιον να το μαζέψει, και να το αφήσει αδάκρυτος στις ακτές ενός πέλαγου που πάλι θα το κλέψει, αφού τα χέρια μέσα στα κύματα που το παίρνουν είναι άπειρες φορές μεγαλύτερα από δυο χούφτες γεμάτες δάκρυα ενός μονάχα ανθρώπου. Γιώργος Ποταμίτης
129
ΠΟΔΙΑ ΓΥΜΝΑ Πού πας με πόδια γυμνά σε δρόμους στρωμένος μ' αγκάθια; Σε τι ήλπισες, σε τι πίστεψες, στα δίχτυα πώς πιάστηκες; Σαν άβουλο θήραμα έπεσες σε στημένη παγίδα. Τραυματίστηκες, πόνεσες, μα άντεξες στον όλεθρο, στην καταιγίδα. Από παλιά έως τώρα. Μα έφθασε η ώρα της πληρωμής του λάθους, του πάθους, της φωνής, της ανάγκης, του πόνου, της δίνης. Μην το αφήσεις, βράχος να γίνεις. Το ξέρεις, δεν φταις, μα οι πληρωμές πάντα γίνονται από πόδια, καρδιές, ψυχές γυμνές. Τα λάθη πληρώνονται, είτε φταις, είτε δεν φταις. Βικτωρία Προβίδα
130
Ο ΣΚΑΡΑΒΑΙΟΣ Περπάταγα στην αμμουδιά της μοναξιάς μου, χρόνια τώρα κι ήταν τριγύρω μου βουνά και ξένοι τόποι. Συνήθισα μες στη σιωπή -τι λιγοστοί είν’ οι άνθρωποικι έδιωξα την καρδιά να μην πονά σε μέρη άγνωστα, ερημικά και παγερά. Μα ξαφνικά ήρθες εσύ σαν σκαραβαίος στη ζωή μου. Ιδιαίτερο, πολύτιμο πετράδι στην ψυχή μου. Ήρθες και φώτισες την ερημιά, έδιωξες τα σκοτάδια, στο στήθος μου πάντα σε φορώ τ' ατέλειωτα τα βράδια. Φέρνεις τύχη, λένε, σ' όποιον σε βρει, στην καρδιά ευδαιμονία. Θα διώξεις άραγε μακριά και τη σιωπή; Θα αντρειώσεις την ψυχή στην αδικία; Νικολέττα Δημ. Ρεπάνη
131
Ολοένα τριγυρνάει ο Νους σε μονοπάτια περασμένα. Άλλα ανοιχτά και όμορφα, άλλα χορταριασμένα, κάποια σχεδόν χαμένα. Ξεκόβει εδώ, ξεκόβει εκεί κι όλο ανακαλύπτει κάποιες γωνιές ομόφωνες, γραμμές λησμονημένες. Κήπους μικρούς που ‘ναι ανοιχτοί μόνο στους μυημένους και αδιέξοδα πολλά, γεμάτα με αγκάθια και άλλα που τα νόμιζε από καιρό χαμένα.
Αλήτης Νους. Δεν σταματά. Και όλο τριγυρνάει… Ελευθερία Σιαμπάνη
132
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ Σαν το νερό κυλούν τα χρόνια. Χείμαρροι ορμητικοί, τυχαία, άναρχα, ανήσυχα που τρέχουν, της γης πολύτιμα στη ράχη κουβαλώντας. Και ποταμοί, παγίδες του ήλιου μες στον κάμπο, νωχελικά γλιστρούν, ζωή κυοφορούν, γεννούν. Δώρο την επιστρέφουμε στη μάνα της, τη θάλασσα. Με διάπλατη την αγκαλιά του δέλτα τους μπροστά της υποκλίνονται. Του ωραίου ταξιδιού αυτή, τέλος κι αρχή. Βασιλική Σιαφάκα
133
ΑΧ, ΚΑΙ ΝΑ ΗΣΟΥΝ Ένα καράβι έρχεται στο όμορφο νησί! Λέω, Θεέ, να ήσουνα μέσα, αγάπη μου, εσύ! Άσπρο μαντήλι να κρατώ με κρόσσια στολισμένο, με τ' αρχικά σου, μάτια μου, να είναι κεντημένο! Με αναστεναγμό, να τραγουδούν τα κύματα! Να στήσουνε τον χορό τα καρδιοχτυπήματα!
Αχ, και να ήσουν στο καράβι που σαλπάρει στα ανοιχτά κι όλο κάνει την καρδιά μου, τικ τακ να χτυπά! Νίκη Σιγάλα
134
…ανεξέλεγκτα συνομωτεί το Σύμπαν στην τροχιά του χρόνου, με την εκπνοή της Άνοιξης, λες και ξάφνου τρομάζει το Καλοκαιρινό όνειρο να πετάξει μαζί με τα γλαροπούλια. Φοβάται την εικόνα της απομάκρυνσης, αποζητά εκείνα τα πορφυροβαμμένα δειλινά, σ' εκείνες τις Καλοκαιριάτικες, καυτές, φεγγαροφώτιστες νύχτες, τις μυρωδιές των πουλιών, τους ψιθύρους των βότσαλων, με τις σιωπές, τις σκιές, τις διανυκτερεύσεις. Μαζί.. με ό,τι αγάπησε, μαζί με ό,τι απόμεινε. Το πέταγμα τρομάζει. Ρούλα Σκαρπίδου
135
ΧΕΛΙΔΟΝΙΖΟΝΤΑΣ Τι κι αν η θλίψη σε τυλίγει. Χαρά θα σε βρει στο πρώτο χάραμα. Φτάνει ν' ακούς. Να υπακούς στις δονήσεις των καρδιακών σου παλμών που σου απευθύνουν ζωή. Να δίνεσαι στις ειδήμονες σκέψεις. Τι κι αν πορεύεσαι μοναστικά και κατευνάζεις πεισματικά τις ενδόμυχες ανησυχίες. Θα γίνουν επιθυμίες. Και αυτές προσδοκίες. Ειρηνικές διαμαρτυρίες. Ουσίες κοινωνίες… Ιερή συλλογή κοκκινόμαυρων κοραλλιών. Φτερούγισμα από ψυχή σε ψυχή και από πόρτα σε πόρτα …
Σοφία Σκλείδα
136
Θέλω να τρέξω να σε δω. Μόνο κοίταξέ με. Πες μου αν είσαι θάλασσα ή άνεμος στο κύμα… Πού ταξιδεύεις; Γιατί είναι στο άπειρο το βλέμμα σου; Εκεί δε βλέπεις το γαλάζιο της θάλασσας. Ακολούθησε την αύρα του καλοκαιριού. Τα χρώματα που βλέπεις είναι ουρανός στη γη. Μα φεύγεις πάντα, όταν έρχομαι, Αλλά εσύ υπάρχεις. Ακολουθώ τα βήματά σου. Στη σκέψη σου αυτά χάνονται. Κι εγώ στο τίποτα. Το απόλυτο κενό είναι η απουσία σου. Όλα έχουν χαθεί. Στην αγάπη δεν υπάρχει λογική. 137
Είναι μία δύναμη που μπορεί να κάνει τα μεγαλύτερα ταξίδια σε γαλαξίες που δεν έφτασες ποτέ. Αλλά…μπορεί να ναυαγήσεις στη μοναξιά σου. Ιωάννης Σκούρας 18-7-2020
138
ΠΩΣ Μ’ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΥΩ ... Αφύπνισης άγγιγμα συναρπαστικό! Ξυπνάω με το φανέρωμα της αυγής υψώνοντας φτερά στο φως. Ακούω το τραγούδι της ψυχής γυρεύοντας το θαύμα στους σφυγμούς της προσμονής. Το αναγκαίο πλάι σε πλούσιες εμπειρίες… Πόσο όμορφες μνήμες στο νου, κάθε που ονειρεύομαι, ανοίγονται καινούργιοι προορισμοί. Γεύομαι την αίσθηση ελευθερίας… Με πάει στ' ανοιχτά ένα κύμα αναγεννώντας τη γλυκιά ελπίδα. Επανάσταση ύπαρξης, ο έρωτας, η ποίηση κρύβουν μαγεία! Ο κόσμος ρουφά ζωή απ' τον ήλιο. Από λουλούδια αγάπης κι απαντοχής αναδύονται μουσικά αισθήματα. Στου πεπρωμένου τη θέληση, στην αίγλη και τη φθορά, το σώμα απέραντο ακολουθεί τον χρόνο, που αφήνει σημάδια από χαρές και πόνο. Διάχυτη, πολύτιμη ευεργεσία. Ταξιδεύω με της ψυχής το βλέμμα με τις αισθήσεις… με το πνεύμα.
139
Ταξιδεύει η ζωή μου μαζί μου. Αγγίζω την αιωνιότητα με την πνοή μου. Μα, ω καρδιά, καρδιά! Μ' έμαθες πως για τα πιο μεγάλα ταξίδια φτάνει μόνο μια ποθητή αγκαλιά! Μαίρη Σουρλή
140
ΤΑΞΙΔΙ ΑΤΕΛΕΙΩΤΟ Μέσα από τις αχτίδες του δικού σου ήλιου πέρασα τις ελπίδες μου αγνοώντας το πέλαγο και τις συμπληγάδες που παραμόνευαν στο διάβα μου. Πάνω από τα βλέφαρα των δικών σου ματιών αγνάντεψα τη θάλασσα γαληνεμένη μέσα απ’ τις χιλιάδες σιωπές των ανείπωτων στιγμών μας. Μέσα από τις δικές σου παλάμες άγγιξα την παραζάλη των επιθυμιών μου και ανέπνευσα στων δισταγμών μου το ανάδεμα. Κι οι ώρες μου, αμείλικτες, ερωτικές, γερμένες πάνω στην πλώρη σου, ταξιδεύουν σε διαδρομές υπέρβασης και ονείρου. Αχιλλέας Σ. Σπυρόπουλος 2 Ιουν. 2021
141
ΝΑ ΛΥΤΡΩΘΩ Να λυτρωθώ καιρός είναι από τις υποκρισίες του κόσμου. Στην ψυχή μου των αγγέλων προσαρμόζω φτερά για το μεγάλο ταξίδι της αλλαγής. Αρνιέμαι και διαγράφω από τη μνήμη τα ψεύτικα λόγια. Καινούργια πρόσωπα ν' ανακαλύψω και να βυθιστώ στην προσφορά του χρόνου. Δεν υπάρχουν περιθώρια πλέον, για να ξεδιαλύνω τον δρόμο της αβύσσου. Αυτόν τον δρόμο επέλεξες, άνθρωπε αχάριστε, σ' αυτόν θα σέρνεσαι αιώνια. Στις παγερές νύχτες θα παζαρεύεις την ανυπαρξία σου για λίγη ζεστασιά. Μα οι νύχτες θα φεγγοβολούν τη γνώση. Οι άνεμοι θ' ανταριάζουν τα εφιαλτικά σκοτάδια σου. Μάταια θα πασχίζεις για συγχώρεση. Συμφιλιώσου με τη μοναξιά σου. Το κελί των μελλοθανάτων σε περιμένει. Γιώργος Σταυράκης
142
ΗΡΘΕ ΤΟ ΘΕΡΟΣ Σιγά σιγά το καλοκαίρι ξεμακραίνει παίρνοντας μαζί του και τις άλλες τρεις εποχές... Οι χωρικοί με τα δρεπάνια στους ώμους, στα χέρια κατηφορίζουν στους αγρούς. ΗΡΘΕ ΤΟ ΘΕΡΟΣ... Ώριμο στάχυ γέρνει στη γη και με θλιμμένη, λέει, φωνή : "Μάνα, μάνα, ήρθε η ώρα! Θα με φάνε οι άνθρωποι! Μάνα, ήρθε η ώρα, μ' ακούς;" "Γιε μου, παιδί μου!", απαντά η γη, "Αυτοί θα φάνε εσένα και εγώ θα φάω αυτούς!". Γιώργος Δ. Σταυρόπουλος
143
Μια μικρή βαρκούλα όλο της το βιός της. Αλέγρα η ψυχή της θέλει ελεύθερη να ταξιδεύει. Γυναίκα η θάλασσα, την καταλαβαίνει. Γι αυτό σώπα, όταν της μιλά. Γνωρίζει τις φουρτούνες και τις μπουνάτσες, τις έζησε, άγνωστες δεν της είναι. Με τον ζωοδότη ήλιο ξυπνάει, με τον φεγγαροντυμένο, από ελπίδες, ουρανό κοιμάται. Πρόσφυγας το όνειρο, ψάχνει την πατρίδα της ψυχής, για να ριζώσει. Νότισε, με την αλήθειά του, τη ζωή, της χρέωσε την ομορφιά του. Τούτο, το σμιλεμένο από αγάπη, σκαρί είναι η Ψυχή της … Ευαγγελία Τιάγκου 144
ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΣΟΥ Θέλω να σου γράψω ένα ποίημα που να είναι ολάνθιστο άνοιξη του Απρίλη Να θρο'ί'ζουν οι λέξεις εύθραυστα φύλλα στο δροσερό αεράκι φτερά πουλιών που κουρασμένα κάθονται στο παραθύρι σου Να έχει γεύση θάλασσας να ακουστεί το αλάτι με λέξεις Να έχει γεύση ανέμου να σου δώσει την αίσθηση πως σαλπάρεις Κι εσύ με τα μάτια μισάνοιχτα να ακούσεις το μικρό μου ποίημα να το πιεις σαν ένα ποτήρι φρέσκο νερό γουλιά γουλιά από τη φωνή μου. Το χάος του κόσμου μας κάνει τόσο να διψάμε! Χρυσαυγή Τούμπα
145
ΤΑΞΙΔΙ ΚΑΡΔΙΑΣ Καρδιά, είπα· άσε τα ταξίδια σε χαμένους παραδείσους. Πιάσε το τιμόνι κι έλα να σε σεργιανίσω πέρα από τα νέφη που σε σκίασαν για χρόνια. Κι ήλθες· τώρα δεν σ' αγγίζουν τα ονείρατα. Σε ξεχασμένους κήπους ταξιδέψαμε, γνώριμους, μα με τόση λήθη σκεπασμένους.
Τώρα ξέρω· μακρινά ταξίδια δεν ποθώ. Είναι πολύ κοντά αυτά που πάντα ζήλευα, που πάντα αγαπούσα. Πόπη Τριανταφύλλου
146
ΓΙΑ ΣΕΝΑ Μιλώ για σένα, ρυθμός σταθερός σιγοκαίει τις φλέβες μου στην ηχώ της καρδιάς μου. Μουσική μου τα άστρα! Σου μιλώ και χορεύουν οι Κόρες της Μνημοσύνης στον βράχο της Υαμπείας με το κελάρυσμα της Κασταλίας! Για σένα μιλώ και ηνιοχεί το άρμα του ο Ηνίοχος, στις πλαγιές των ανεμώνων. Δες πώς τα φτερά των αγγέλων αναδιπλώνουν το χρυσάφι του ήλιου να χωρέσει στο λουλουδάκι της άνοιξης και ξανά με σάλπιγγες το απλώνουν στων γραμμάτων το απέραντο νησί! Ω, πώς περπατάς στον γιαλό κι, όταν σβήνεις στη δύση, σκορπάς χρυσάφι στη θάλασσα και πλουτίζει του ψαρά το κουπί και το δίχτυ! Για σένα πλέκω στεφάνι με κλαδί ελιάς, δαφνόφυλλο ροδία ανθούς της Κρήτης!!! Χαρούλα Τσικριτσή-Μπαρνιά 147
ΦΩΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ Όλα ξυπνούν στο λευκό του κύματος, δροσοσταλίδες αρμύρας διάχυτες. Χαρούμενες φωνές στροβιλίζονται, αντικατοπτρισμός ψυχής. Τα κύματα σβήνουν στο ξάνθισμα της ακτής, αγέρωχη ορθώνεται η μελωδία της αύρας. Στο φρύδι του κύματος λίκνισμα χορού πρωτόβαλτου. Στο βάθος του ορίζοντα η ζωή αποτραβιέται σε χρώματα ματωμένου δειλινού. Στ' αυτιά μας ηχεί παιχνίδισμα δελφινιού και το ψιθύρισμα του μπάτη.
Η θάλασσα διαφεντεύει το ταξίδι της, αναθαρρεί στα σημάδια των καιρών. Αχιλλέας Φιστουρής
148
ΣΤΡΟΦΗ Σε δασωμένες στράτες παγωμένες ψυχές το ταξίδι διχάζουν σε μοίρα καλή ή ανάποδη, φτερά στα πόδια σαν τον Ερμή, φτερά στα πόδια σαν τον Ίκαρο. Στους ουρανούς, σε άλλη σφαίρα, μιαν άλλη θάλασσα γυρεύουν και σε ιστό αράχνης εμπόδια βρήκαν κι έστρεψαν τον νου στην πρώτη στροφή για την πλατεία της λήθης. Κουρέλια από το σώμα, στις αντένες του κόσμου, περγαμηνές ειρήνης, άφησαν. Τρελά πουλιά, απ' της ζωής το ένστικτο, στην αντίπερα όχθη βρέθηκαν να διαμελίζουν βράχια για νέους δρόμους. Ένας κόσμος πριονίζει την ερημιά. Στη δεύτερη στροφή χαλύβδινος καθρέφτης χαρίζει σεληνόφως στο βαθύσκιωτο πηγάδι, νερό να ξεδιψάσω ότι ονειρεύτηκα. Τελειώνει το ταξίδι στον κόκκινο βράχο αποχωρισμός, αντάμωση μ' ένα μικρό κορίτσι στο μετάξι τυλιγμένο, αγριότοπος για όμορφα λόγια, τ' άλικα βράδια μου επιστρέφει. Εκδίκηση ο φόβος παίρνει από του δρόμου τη σιωπή.
Απόστολος Α. Φεκάτης Ιούνιος 2021 149
Και να που φτάσαμε εδώ! Μ΄ένα δισάκι στον ώμο γεμάτο πολύτιμα στολίδια... Συνθήματα,πορείες,όνειρα ανεξίτηλα αποτυπώματα αγγιγμάτων βλέμματα υγρά και δίκοπα, μνήμες από κόλαση και παράδεισο συναισθήματα χαράς,πόνου,ενοχών,εγκαταλειψης Το ήρεμο βλέμμα της μάννας μου που σιγά ,σιγά φεύγει ανατροφοδοτεί την ωραιότερη επιλογή μας να μοιραζόμαστε τη Ζωή... Μαρία Φλώρου
150
ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΦΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΑΛΑΞΙΑ Το αναβοσβήσιμο της απέναντι αφίσας μάθημα ισορροπίας και τρέλας.. Να εχτρεύεσαι το Κόκκινο και το Γαλάζιο της και όλη η νύχτα στο κλικ της αλλαγής. Η πολιτεία κοιμάται στην κατηφοριά του Γαλαξία, καθώς το φεγγάρι χλωμιάζει τη λαβωματιά σου. Ν' αλητεύεις με τη φαντασία για να μερώσεις την Αίτνα σου… Οι Θεοί σου πεθαμένοι σε περιοχές του αβέβαιου… Να σμιλεύεις τον πηλό σου με μια στάλα νερό… Και κάθε που θα βραδιάζει να θερίζεις τ' αγριόχορτα, που δεν προλαβαίνεις.
Λίτσα Φραγκούλη
151
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΘΕΡΟΣ Ξεκίνησαν με τη βροχή! Έφθασε η καταιγίδα, όμως η ματιά εκεί, στο καλοκαίρι! Οι φτερούγες άνοιξαν αποφασιστικά. Χελιδόνια, αηδόνια στον ίδιο προορισμό, εκεί που το στάχυ μέστωσε από του ήλιου το χάδι!
Έμαθαν να ζουν μέσα στην καρδιά της θαλπωρής, της ζεστής αγκαλιάς και, όταν ο καιρός αγριεύει, φεύγουν μακριά από την παγωνιά. Το ταξίδι τους πάντα στον ήλιο, εκεί που τα όνειρα λούζονται από το φως. Χαίρονται να χτίσουν τη φωλιά με τα πεταμένα στάχυα του θέρους. Αποδημητικά πουλιά και οι στόχοι μας. Κάθε που χειμωνιάζει αλλάζουν πορεία πετώντας προς τη φωτεινή αυλαία της ύπαρξης και της ζωής! Καλοκαιριάζει… Μαρίτσα Φωτιάδου/Vibet 152
Συνάντησα τα μάτια του Έρωτα, Γεμάτα βαθιές θάλασσες και γαλάζιο ουρανό μιας νύχτας καλοκαιρινής του Αυγούστου. Βήματα στα σκαλιά του χρόνου. Στα ίχνη του άνθισαν άγριες βιολέτες, στα λιθόστρωτα μονοπάτια του θέρους. Στις παλάμες του κρατούσε ένα μπουκέτο γιασεμιά. Πέρασε απαλά τα δάχτυλά του στα μαλλιά μου. Κέντησε με την ανάσα του τα λουλούδια του έρωτα πάνω τους. Πόσο σου έμοιαζε η μορφή του. Είχε το σώμα εκείνο που με έκρυβε βαθιά μέσα στο βλέμμα του. Λύτρωσης αναπνοές οι ήλιοι που αχνοφέγγιζαν στα μάτια του. Πάλλεται η άγραφη ζωή εντός μου αγγίζοντας χρώματα ονείρου. Ματώνουν τα χείλη. Διψούν την τρυφερότητα της στοργής. Σπόροι αθώων λέξεων χαράζουν κόκκινες γραμμές στο σώμα του χρόνου. Άσπιλος μοίρα σφράγισε με τον σφραγιδόλιθο της λήθης τη σπορά κίβδηλων αναμνήσεων από το σώμα. Αρχαίος Θεός άγγιξε με τα ακροδάχτυλά του την αιωνιότητα των αγνών συναισθημάτων και συναισθήσεων. Τυλίγομαι με το σεντόνι, νοτισμένο από άνθη γιασεμιών. Ανασαίνει το βλέμμα τα πάλλευκα χρώματα της άδολης αγάπης σε πορφυρά δώματα στιγμών αιωνιότητας. Σύλια Χαδούλη
153
ΙΟΝΙΟΣ ΔΙΑΠΛΟΥΣ Σαν έπιασε να φλέγεται το άσπρο στο Ιόνιο, μαρμάρινα λιοπύρια έψησαν τις φτέρνα μας. Η σοροκάδα φλόγισε τα μέτωπά μας. Εφτά φορές ολίσθησαν μες στα τεκτονικά μας χέρια οι αρχέγονες, σεισμογενείς αισθήσεις μας. Σαν υπνικοί σπασμοί τα θέλω μας ρηγμάτωσαν τον χρόνιο λήθαργό μας . Στης Απουλίας τα νερά κατέπλευσε ο χάρτης που καταστρώσαμε για τούτο το αλεξίφοβο ταξίδι μας. Εμπρός, λοιπόν! Λύσε τους κάβους και ξεκίνα. Άκου πως τραγουδούν οι νύχτες στο Ιόνιο, μ' όλο το κάλλος της ρυθμικής τους διαλέκτου. Δες πόσο απνευστί ταξίδεψε για να ‘ρθει συνοδός μας ο Ιωνάθαν. Σύναξε τα κουράγια σου κι αγάντα. Όπου και να ‘ναι η Ιθάκη αχνοφαίνεται. Μη σε δειλιάζει ο καιρός και το μποτζάρισμα.
154
Όποιος δε θέλει άγκυρα να είναι μαΐστρα σε κατάρτι πρέπει ν' ανεβεί. Από αρρωστημένες ευταξίες πρέπει να αποδράσει. Ετούτο το ταξίδι το επτάνησο να ξέρεις δεν χωράει άλλη αναβολή.
Πρέπει μια φορά καθένας στη ζωή του έναν Ιόνιο διάπλου να βιώσει.
Βαρβάρα Χριστιά
155
Στη γρανιτένια σου θύμηση πάλι μπερδεύτηκα. Διαπερνούν τα κύματα της σκέψης σου το μπετόν της καρδιάς μας . Τσιμεντένιοι τοίχοι υψώθηκαν γύρω στα θέλω μας… Και η ζωή περνάει… Άδεια…χωρίς το σκίρτημα του έρωτα, χωρίς τη φωνή σου. Πεισματικά αρνούμενοι, και φονικά κινούμενοι σκοτώσαμε την αρχή μιας μεγάλης αγάπης. Δεν ξέρω αν είμαι χαμένη σ' άλλα ονειροσύνορα και σ' άλλα μέρη, άγνωστα χωρίς εσένα. Νεκρή, ζωντανή να κείτομαι στη σκέψη σου που με σκοτώνει αργά… Η καταδίκη μου είναι να ζω χωρίς αγάπη, αν η αγάπη δεν θα ‘σαι εσύ. Ιωάννα Γ. Χρυσάκη
156
ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ Πάντα ήθελα να φεύγω το καλοκαίρι. Ένα σπίτι άσπρο ήταν εκεί στο νησί και με περίμενε, ζωγραφισμένο με τα όνειρά μου. Το παιδί μέσα μου ζητούσε μια αγκαλιά, γιατί η αγάπη της οικογένειας έφυγε νωρίς μακριά. Κάθε πρωί συνήθιζα εκεί να τρέχω τραγουδώντας στον δρόμο του ήλιου, δίπλα στη θάλασσα. Το βράδυ στο σπίτι πότιζα μια γλάστρα με βασιλικό και στην αυλή μια μπουκαμβίλια. Δεν χρειάζεται κάτι να είναι πολύ όμορφο, αρκεί να σε κάνει να νιώσεις δυνατά συναισθήματα. Η αγάπη μου ήταν κάπως έτσι. Τέλεια μέσα στην ατέλειά της . Φορούσε ένα άρωμα που δεν μπορούσες να προσπεράσεις Τη μυρωδιά από τις πορτοκαλιές, τις άγριες τριανταφυλλιές, το κρασί που μοιράζονταν τα χείλη μας και το γέλιο των ματιών μας . Μύριζε καλοκαίρι, μύριζε μέρες και νύχτες ευτυχίας.
157
Ακόμα ψάχνω το σπίτι μου στη θάλασσα, αλλά δεν χρειάζομαι χάρτη, για να το ξαναβρώ. Η ζωή μάς αγκαλιάζει ανάμεσα σε μια ανατολή και μια δύση. Κέρδος μας οι ενδιάμεσες στιγμές. Ο έρωτας και η επιθυμία που μακριά μάς ταξίδεψε. Θνητοί εμείς που μοιραζόμαστε θεϊκά όνειρα.
Anna Bacci
158
Ζωή μου, το δικό σου ταξίδι το ξεκίνησα χωρίς αποσκευές… Είχα γεμίσει τα φύλλα της ψυχής μου με όνειρα…Δεν ήθελα πολλά, ήμουν χαρούμενη με όλα τα μικρά, αυτά που με κάναν να χαμογελάω… Η θάλασσα φουρτουνιασμένη, το ταξίδι δύσκολο…Τα αγριεμένα κύματα με χτυπούσαν συνέχεια, και εγώ να αντιστέκομαι…Πάλευα να κρατηθώ ζωντανή και να βγω στην ακτή χωρίς πολλές πληγές…Δεν ήταν εύκολο. Οι πληγές σε κάθε χτύπημα πονάνε. Και εγώ που κοιτάω μπροστά να φτάσω στο λιμάνι μου. Η ψυχή κουρασμένη θέλει να κουρνιάσει σε μια γωνιά, να ηρεμήσει… Η παγωνιά γύρω της…θέλει να ζεσταθεί… Πόσο ακόμα θα κρατάει αυτή η τρικυμία… Πού είσαι ζωή… Δώσ' μου λίγες αχτίδες του ήλιου να ζεσταθεί η καρδιά, μήπως και σωθεί αυτή η ταλαίπωρη ψυχή…
Roza Carpediem
159
160
Θανάσης Πάνου ………………………….……………….... 119
161
ΕΥΤΥΧΙΑ …………………………….. 32
162
Μαρία Φλώρου ……………….….…………………..….... 152
163